Η παρουσίαση στο Κοινοβούλιο (29.11.2011) από τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων των αναλογιστικών μελετών για την επικουρική ασφάλιση συνοδεύτηκε από τη διαπίστωση ότι «οι αλλαγές στο σύστημα επικουρικών συντάξεων επιβάλλονται από τη φύση των προβλημάτων που εμφανίζει η επικουρική ασφάλιση στην Ελλάδα. Το πρόβλημα είναι εκρηκτικό. Τα επικουρικά ταμεία ωριμάζουν τώρα. Θα κατέρρεαν ανεξαρτήτως της κρίσης, αφού δεν υπήρξε καμία πρόνοια για το τι θα απογίνουν μετά το 2012». Η παρατήρηση αυτή σημαίνει ότι η κοινωνικοασφαλιστική πολιτική χάνει τη μάχη με τα ελλείμματα, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες της οικονομικής κρίσης, της ύφεσης και της ανεργίας, με την συρρίκνωση του αποθεματικού κεφαλαίου του Συστήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΣΚΑ). Η εξέλιξη αυτή συνιστά το αποτέλεσμα της μη επιλογής υλοποίησης πολιτικών ανασύστασης του κεφαλαιακού αποθέματος του ΣΚΑ με νέους πόρους και όχι με αύξηση των εισφορών, μείωση των παροχών, αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και τη σταδιακή αντικατάσταση του συστήματος των καθολικών παροχών με αυτό των επιλεκτικών παροχών, επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο το βιοτικό επίπεδο των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων, χωρίς ταυτόχρονα να αποκαθίσταται η χρηματοοικονομική ισορροπία της κοινωνικής ασφάλισης στη χώρα μας.

Ειδικότερα, στην κατεύθυνση των ασύμμετρων αυτών κοινωνικοασφαλιστικών παρεμβάσεων στον κλάδο της επικουρικής ασφάλισης επιδιώκεται:

α) Η ενοποίηση πέντε επικουρικών ταμείων σε ένα ενιαίο ταμείο επικουρικής ασφάλισης μισθωτών (1 εκατομμύριο ασφαλισμένοι, 2,5 εκατομμύρια συνταξιούχοι) με ενοποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων, προσδοκώντας τα πλεονασματικά επικουρικά ταμεία να υποστηρίξουν τα ελλειμματικά, αφού επιβάλλεται από την τρόικα η σταδιακή απουσία της δημόσιας χρηματοδοτικής συμμετοχής.

β) Η λειτουργία ατομικών λογαριασμών στο νέο ΕΤΕΑΜ (Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών) για την εξασφάλιση, όπως υποστηρίζεται, μεγαλύτερης ανταποδοτικότητας εισφορών – παροχών για τον χρόνο ασφάλισης που έχει διανύσει ο ασφαλισμένος από το 2001 και μετά, εισάγοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο (ατομικοί λογαριασμοί) μια θεσμική ανατροπή στο δημόσιο κοινωνικό και διανεμητικό ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας.

γ) Μείωση των επικουρικών συντάξεων κατά 10%-20% και μεσοσταθμικά 15%, αλλά κατά περίπτωση η μείωση μπορεί να φτάσει και 50% (π.χ. Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων). Αξίζει να σημειωθεί ότι η επιλογή αυτή ακολουθεί κατά γράμμα την Εκθεση του ΔΝΤ (23.11.2005) για το συνταξιοδοτικό σύστημα στην Ελλάδα, καθώς και την πρόταση της Παγκόσμιας Τράπεζας με τους τρεις πυλώνες: 1) κύρια σύνταξη υποβαθμισμένη με σταδιακή απόσυρση της χρηματοδότησης του κράτους, 2) ατομικοί συνταξιοδοτικοί λογαριασμοί (ιδιωτική υποχρεωτική ασφάλιση) και 3) Επαγγελματικά Ταμεία (προαιρετική ιδιωτική ασφάλιση).

Είναι χαρακτηριστικό ότι το μοντέλο των ατομικών λογαριασμών εφαρμόστηκε στη Μαλαισία το 1951, στη Σιγκαπούρη το 1953, στην Ινδία και στην Ινδονησία το 1950, σε αφρικανικές χώρες το 1960, καθώς και στη Χιλή.

Είναι φανερό ότι με τις επιδιώξεις αυτές για την επικουρική ασφάλιση συντελούνται δύο μορφές αλλαγών: α) παραμετρικές αλλαγές (μείωση επικουρικών συντάξεων) και β) ανατροπή και αλλαγή του μοντέλου του ΣΚΑ με περιορισμό της κρατικής χρηματοδότησης, μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών και επικράτηση της ιδιωτικής ασφάλισης.

Η επιδίωξη αυτή ελέγχου της αύξησης των συνταξιοδοτικών δαπανών διαμέσου της μεταμόρφωσης της κοινωνικής ασφάλισης σε ιδιωτική ασφάλιση, ως συμβολή στον ενδεχόμενο ισοσκελισμό των κρατικών προϋπολογισμών κατά τη δεκαετία του 2010, καθώς και στον περιορισμό της απόκλισης του λόγου δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ, θα αποδειχθεί ανεπαρκής για τη διατήρηση της σταθερότητας του δημόσιου χρέους (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ, 2007). Οι επικουρικές συντάξεις θα μειωθούν, η εξατομίκευση και η ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος θα διευρυνθούν και η ιδιωτική επικουρική ασφάλιση θα λειτουργεί σε συνθήκες υψηλού κινδύνου στις επενδυτικές της επιλογές, με αποτέλεσμα να περιοριστεί σημαντικά η συμβολή της στην αναδιανομή του εισοδήματος και στην εξασφάλιση συνθηκών κοινωνικής συνοχής.

Ο Σάββας Ρομπόλης είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ