Φυσικό τέκνο μιας πολωνής αριστοκράτισσας, ο Guillaume Apollinaire (1880-1918) γεννιέται στη Ρώμη και γνωρίζει πολλές πόλεις μέχρις ότου εγκατασταθεί στο Παρίσι στις αρχές του 20ού αιώνα. Αντίξοες οι συνθήκες του βίου, αντισταθμίζονται με έντονη δράση και καλλιτεχνικές ανησυχίες που τον οδηγούν στον πυρήνα των ζυμώσεων γύρω από τη σύγχρονη τέχνη (ζωγραφική, λογοτεχνία, θέατρο). Οι άνθρωποι που συναναστρέφεται (π.χ. Πικάσο, Μπρακ, Πικαμπιά, Ανρί Ρουσό, Αλφρέντ Ζαρί, Γερτρούδη Στάιν, Μαρσέλ Ντισάν, Ερίκ Σατί) αποτελούν το άνθος της πρωτοπορίας: πειραματίζονται, καινοτομούν, ζουν και δημιουργούν πληθωρικά, με ενθουσιασμό και ορμή – είναι η εποχή των ντανταϊστικών κινημάτων, της κυβιστικής έκρηξης, τα χρόνια προετοιμασίας του υπερρεαλισμού (άλλωστε ο Απολινέρ εισάγει τον όρο στα 1917 με τους «Μαστούς του Τειρεσία», «υπερρεαλιστικό δράμα», όπως το χαρακτηρίζει).

H αδυναμία του συγγραφέα στο Παρίσι είναι έκδηλη: οι δρόμοι, οι πλατείες και οι γειτονιές του, ο Σηκουάνας, οι γέφυρες που ενώνουν τις δύο όχθες, τα μνημεία ή τα μυστικά στέκια της πόλης τα έχει απαθανατίσει στο έργο του (το ποίημα «Le pont Mirabeau» είναι από τα πρώτα πράγματα που γνωρίζει κάθε αρχάριος μαθητής της γαλλικής γλώσσας). Ολη η πόλη, «αισθηματοποιημένη», έχει κλειστεί στη μνήμη του και την ξεδιπλώνει όποτε αισθάνεται την έλλειψη της αύρας της. Την έχει περπατήσει σπιθαμή προς σπιθαμή, την έχει συνδέσει με φιλίες, έρωτες, επιτυχίες και αποτυχίες, τη βλέπει πάντα με το παρθένο βλέμμα της εθνογραφικής περιέργειας και αφυπνίζει τον αδιάφορο ή τον αφηρημένο αναγνώστη του αστικού τοπίου: διαβάζοντας τον Απολινέρ γίνεσαι ο ίδιος περιπατητής, «φλανάρεις» μαζί του στις παρισινές γωνιές, ανασυνθέτεις το ψηφιδωτό της πόλης πάνω στο χνάρι που αφήνουν τα κείμενά του.

Ο περιπατητής στις δύο όχθες συγκεντρώνει δέκα τρυφερά χρονογραφήματα του συγγραφέα γύρω από τόπους και ανθρώπους που τον έδεσαν με το Παρίσι: μολονότι «ξένος» (θα λάβει τη γαλλική υπηκοότητα μόλις στα 1917, έναν χρόνο πριν πεθάνει), σε μια εποχή όμως που στο άλας της γαλλικής πρωτεύουσας ξεχώριζαν οι αλλοεθνείς διανοούμενοι και καλλιτέχνες, ο Απολινέρ εγκλιματίζεται στην παρισινή ατμόσφαιρα και αποτυπώνει τον παλμό των ημερών – και των νυχτών της. Αναμνήσεις από το (τότε) απόμερο Οτέιγ, στο οποίο εγκαταστάθηκε το 1909 για να βρίσκεται κοντά στην καλή του και από όπου φεύγει το 1912, μετά τον χωρισμό τους• ο «κανονιέρης ποιητής», όπως τον είπαν, επέστρεψε στο Οτέιγ για να χειρουργηθεί στο κεφάλι το 1916, μετά τον τραυματισμό του κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος στον οποίο έλαβε ενεργό μέρος, στρατευμένος στο πυροβολικό, αποτέλεσε τομή στη ζωή του Απολινέρ. Σχεδόν όλες οι αναπολήσεις που καταγράφονται σε τούτο το βιβλιαράκι παραπέμπουν στις προπολεμικές καλές ημέρες. Το σπίτι του Μπαλζάκ βρισκόταν σε αυτή τη μεριά της «δεξιάς όχθης», όπου αναφέρονται και άλλες αξιομνημόνευτες κατοικίες επιφανών ή ελασσόνων καλλιτεχνών, γραφικοί δρόμοι, κήποι και παρόχθια ταβερνάκια που δεν υπάρχουν πια.

Οι διαδρομές του ποιητή μας πηγαίνουν από τη μιαν όχθη στην άλλη: από το παλιό βιβλιοπωλείο στο Καρτιέ Λατέν (αριστερή όχθη), όπου σύχναζε ως γνήσιος βιβλιόφιλος και το οποίο τώρα έχει περάσει σε άλλα χέρια, από την περιοχή του Σεν Ζερμέν ντε Πρε και τους δρόμους του (π.χ. οδός de Buci, που του θυμίζει εύθυμα, συντροφικά ρεβεγιόν και πρωτότυπα κάλαντα από διάφορα μέρη της Γαλλίας), μεταφερόμαστε στα μεγάλα βουλεβάρτα της δεξιάς όχθης, που άλλοτε έσφυζε από τη νυχτερινή ζωή και οι εστέτ της εποχής έγραφαν Ιστορία – την περίπτωση του λογοτεχνικού καφέ «Νapo» (Napolitain) και των εκλεκτών θαμώνων του ανακαλεί στη μνήμη του ο Απολινέρ. Τα παρόχθια υπαίθρια βιβλιοπωλεία και ο κόσμος των bouquinistes είναι μια άλλη αφορμή για να κατέβει στον αγαπημένο του Σηκουάνα και να θυμηθεί σπουδαίους αλλοτινούς βιβλιόφιλους, ενώ η θύμηση του πρώτου και έμπειρου τυπογράφου του τον ξανανεβάζει στην περιοχή του Κλισί (δεξιά όχθη) και σταθμεύει για λίγο και πάλι κοντά στα βουλεβάρτα, αναπολώντας το υπόγειο ενός περίφημου φιλότεχνου που φιλοξενούσε ανεκτίμητους εικαστικούς θησαυρούς.