Η Επανάσταση του 1821 ευτύχησε να καταγραφεί σε πλήθος μαρτυριών προσώπων που έζησαν τα όσα συγκλονιστικά συνέβησαν κατά τη διάρκειά της, ωστόσο κατά την τελευταία δεκαετία οι επιστημονικές μελέτες μειώνονται και αλλάζει η θεματολογία τους.

Απομνημονεύματα, ιστορικές αφηγήσεις, περιγραφές άρχισαν να βλέπουν το φως της δημοσιότητας αμέσως μετά το τέλος του Αγώνα και στις δεκαετίες που ακολούθησαν. Κείμενα γοητευτικά και αυθεντικά, με πηγαίο ύφος και τρόπο γραφής, που το καθένα φέρει τη σφραγίδα της προσωπικότητας του εκάστοτε συγγραφέα. Κείμενα που μέσα από τις γραμμές τους διέσωσαν τη μνήμη της Επανάστασης, κατέγραψαν με λεπτομέρειες τα συμβάντα και πρόσφεραν ένα ζωντανό και πλούσιο υλικό ανοικτό σε πολλαπλές αναγνώσεις και προσεγγίσεις στον κατοπινό αναγνώστη. Κείμενα ταυτόχρονα όμως αδρά, ακατέργαστα, παθιασμένα ή και εμπαθή αφού γράφτηκαν από ανθρώπους που βίωσαν με ένταση τα γεγονότα και σφραγίστηκαν από αυτά.

Μαρτυρίες για την Επανάσταση του 1821 μας έχουν χαρίσει έλληνες αγωνιστές και ξένοι φιλέλληνες που στρατεύτηκαν με τη θέλησή τους στον κοινό αγώνα. Θα σταθούμε στους πρώτους μόνο, μια και τα περισσότερα από τα κείμενά τους είναι διαθέσιμα στο σημερινό αναγνωστικό κοινό, χάρη σε νέες εκδόσεις ή επανεκδόσεις. Αξιοσημείωτη κατά τα άλλα είναι η απουσία των πολιτικών.

Στην πληθώρα όσων έγραψαν μαρτυρίες για την Επανάσταση θα μπορούσαν να επιχειρηθούν, με βάση το προφίλ των συγγραφέων, κάποιες ομαδοποιήσεις: Οι άνθρωποι των όπλων.Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Νικηταράς διά μέσου της γραφίδας του Γ. Τερτσέτη, ο Νικόλαος Κασομούλης, ο Μακρυγιάννης, ο Γενναίος Κολοκοτρώνης ο Φωτάκος (Φώτιος Χρυσανθόπουλος) είναι μερικοί από τους διαπρεπέστερους. Εδωσαν γραπτά σημαντικά, καταστατικά κείμενα του νέου ελληνισμού, που επέδρασαν βαθιά στη νεοελληνική συνείδηση και αναγορεύτηκαν μέσα από τη σχολική εκπαίδευση και τη δημόσια ιστορία ως η φωνή του γένους.

Οι άνθρωποι της πένας.Γραμματικοί των οπλαρχηγών και συμμέτοχοι στις μάχες και οι ίδιοι, καταγράφουν με πιο συστηματικό και κατεργασμένο τρόπο τα όσα συνέβησαν στην Επανάσταση, έχοντας την πεποίθηση ότι δεν αφηγούνται μόνο τις μνήμες τους αλλά γράφουν την ιστορία του Αγώνα. Στην πλειονότητά τους είναι κοντά στους στρατιωτικούς και ιδιαίτερα στο περιβάλλον του Κολοκοτρώνη. Ανάμεσα τους ξεχωρίζουν οι Μιχαήλ Οικονόμου και Αμβ. Φραντζής. Στην κατηγορία των συγγραφέων που είχαν αναλάβει πολιτικά αξιώματα μπορούν να ενταχθούν τα ογκώδη έργα του Νικόλαου Σπηλιάδη και του Σπ. Τρικούπη.

Οι πρόκριτοι. Πικραμένοι από την εξέλιξη των πραγμάτων και από την απώλεια της εξουσίας, πελοποννήσιοι πρόκριτοι αναλαμβάνουν να υπερασπιστούν την «τάξη» τους, να αναδείξουν την προσφορά τους στον Αγώνα και να αποκαθηλώσουν τους οπλαρχηγούς από το βάθρο της δόξας. Ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ο Παναγιώτης Παπατσώνης, ο Αναγνώστης Κοντάκης είναι άνθρωποι που ανήκουν στον κύκλο αυτόν.

Οι προπαρασκευαστές του Αγώνα. Πρωτεργάτες της Φιλικής Εταιρείας, προετοιμάζουν την Επανάσταση και πρωταγωνιστούν στην έναρξή της από διάφορες θέσεις. Συγγράφουν τα πιο πρώιμα έργα, με έντονη προσωπική χροιά και πρόθεση να απαντήσουν σε κατηγορίες ή συκοφαντίες που έχουν εξαπολυθεί εναντίον τους. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Χριστόφορος Περραιβός, ο Εμμανουήλ Ξάνθος είναι κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Ο στενά συνδεδεμένος με τους Υψηλάντηδες Ιωάννης Φιλήμων με το τετράτομο σύγγραμμά του, που αποτελεί την πρώτη δημοσιευμένη προσπάθεια αφήγησης της Επανάστασης, εντάσσεται επίσης στο ίδιο περιβάλλον.

Οι πολιτικοί απουσιάζουν. O Αλ. Μαυροκορδάτος, ο Ι. Κωλέττης, ο Θ. Νέγρης και άλλοι πολιτικοί άνδρες δεν γράφουν για τα έργα και τις ημέρες της Επανάστασης, δεν αφήνουν μαρτυ ρίες για τα πεπραγμένα τους. Το ίδιο με κάποιες εξαιρέσειςόπως τα έργα του Κ. Νικόδημου, του Α. Ορλάνδου κ.ά.- ισχύει και για τους νησιώτες ηγέτες της Επανάστασης. Με αυτόν τον τρόπο οι νικητές των εσωτερικών συγκρούσεων μένουν μάλλον σιωπηλοί, ενώ οι οπλαρχηγοί, που νιώθουν αδικημένοι στο τέλος της Επανάστασης, με τον λόγο τους διαμορφώνουν τον κοινό δημόσιο λόγο για το 1821, στοιχείο καθοριστικό για το νέο κράτος που συγκροτούσε την εθνική του μυθολογία.

Το ΄21 στον 21ο αιώνα

Τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα, η σχετική με το 1821 θεματολογία δεν βρέθηκε στην πρώτη γραμμή των ακαδημαϊκών ιστοριογραφικών αναζητήσεων, ενώ αντίθετα κυριάρχησε στη δημόσια ιστορία που εκφράζεται κυρίως από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η υστέρηση δεν σημαίνει και απουσία μελετών, καθώς στα χρόνια αυτά εκδόθηκαν έργα όπως ο συλλογικός τόμος «Ελληνική επανάσταση του 1821:ένα ευρωπαϊκό γεγονός» που επιμελήθηκε ο Πέτρος Πιζάνιας, στον οποίο επιχειρείται μια συνθετική ανάγνωση του 1821 και η ένταξή του στα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα. Εκδόθηκαν επίσης σημαντικές ιστορικές πηγές, όπως το τρίτομο«Αρχείο Εμμ.Ξάνθου» (Εκδ. Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία, Αθήνα 1997-2002) ή το επίσης τρίτομο «Αρχείο Ιωάννη Κωλέττη», σε επιμέλεια Βασιλική Πλαγιανάκου-Μπεκιάρη, Αριστείδη Π. Στεργέλλη (Εκδ. Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεώτερου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών, Αθήνα 1996-2002).

Εντούτοις το χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η μετατόπιση από τη θεματολογία που είχε κυριαρχήσει στη μεταπολιτευτική περίοδο και αφορούσε τις κοινωνικές και οικονομικές δομές, τη διάταξη των δυνάμεων στο εσωτερικό της Επανάστασης, τις εμφύλιες διαμάχες, τους θεσμούς, τον ρόλο των Μεγάλων Δυνάμεων, τη διαμόρφωση του νέου ελληνικού κράτους στα χρόνια του Καποδίστρια.

Στην αυγή του 21ου αιώνα επανακάμπτουν ορμητικά στο προσκήνιο τα πρόσωπα. Η 16τομη σειρά «Ιδρυτές της Νεότερης Ελλάδας» που επιμελήθηκε ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος με βιογραφίες πρωταγωνιστών του 1821, εγχείρημα στο οποίο «στρατεύτηκαν» εκπρόσωποι όλων των γενεών των σημερινών ιστορικών, είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα. Δεν είναι βέβαια το μόνο. Ο Ιωάννης Κωλέττης σε μελέτες του Βασίλη Κρεμμυδά («Ο Ιωάννης Κωλέτης του Σπυρομίλιου:ένας ανέκδοτος λίβελος», και«Ο πολιτικός Ιωάννης Κωλέτης,τα χρόνια στο Παρίσι 1835-1843»), ο Αδαμ. Κοράης σε αγγλόφωνο συλλογικό τόμο που επιμελήθηκε ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης ( «Αdamantios Κorais and the Εuropean enlightenment»), ο μεσολογγίτης πρόκριτος Θ. Ρατζικότσικας σε μελέτη του Κων. Σβολόπουλου («Προμαχώντας στο Μεσολόγγι:έργα και ημέρες του Θανάση Ραζικότσικα, 1798-1826»), ο Ομηρίδης Σκυλίτσης στην εκδεδομένη διδακτορική διατριβή του Γιάννη Κόκκωνα ( «Ο πολίτης Πέτρος Σκυλίτζης Ομηρίδης, 1784-1872»), ο Αλ. Μαυροκορδάτος και ο Μακρυγιάννης σε υπό έκδοση μελέτες του Χρήστου Λούκου από το Μουσείο Μπενάκη και του Νίκου Θεοτοκά από τις Εκδόσεις Βιβλιόραμα αντίστοιχα, δείχνουν επίσης ότι η μελέτη των προσώπων συνιστά προσφιλές θέμα της σύγχρονης ελληνικής ιστοριογραφίας για το 1821.

Αποτελεί αυτή η επιστροφή των βιογραφιών μια εκδίκηση του ατόμου που ο ρόλος του στη διαμόρφωση της ιστορίας είχε τύχει ισχυρής κριτικής τα προηγούμενα χρόνια; Και ναι και όχι. Τα πρόσωπα και ο ρόλος τους ξαναβρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, οι βιογραφίες ως ανάγνωσμα στην Ελλάδαόπως και διεθνώς άλλωστεκερδίζουν το ενδιαφέρον των αναγνωστών και γεμίζουν τα ράφια των βιβλιοπωλείων, όμως τα πρόσωπα κατά κανόνα μοιάζουν να έχουν κατέβει κάπως από το βάθρο που τα ήθελε η παραδοσιακή ιστοριογραφία.

Οπως στο σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα το έγκλημα είναι μια αφορμή να αναπλάσει ο συγγραφέας το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο διαπράχθηκε, έτσι και στις ιστορικές μελέτες τα βιογραφούμενα πρόσωπα πιο πολύ λειτουργούν ως αφηγηματικό όχημα που επιτρέπει στον μελετητή να μιλήσει για την κοινωνία στην οποία έδρασαν. Τα πρόσωπα επομένως επιστρεφουν, αλλά δεν είναι μόνα τους και μοναχικά, δίνουν το έναυσμα για να αναδειχθεί το περιβάλλον τους και η εποχή τους