ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΘΥΜΑΤΑ ΚΑΙ
ΤΙΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, Ο RΙCΗΑRD ΟVΕRΥ ΘΕΤΕΙ
ΕΝΑ ΚΑΙΡΙΟ ΕΡΩΤΗΜΑ: ΗΤΑΝ ΑΝΑΠΟΦΕΥΚΤΟΣ
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ;
Ο Ρίτσαρντ Όβερι ανήκει, μαζί με τους Richard Εvans, Μark Μazower, Ιan Κershaw, Catherine Μerridale μεταξύ άλλων, σε εκείνους τους διακεκριμένους Βρετανούς ιστορικούς οι οποίοι μελετούν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που ορίζεται από την οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου, την άνοδο του ναζισμού, τη σταλινική μεταμόρφωση της Σοβιετικής Ένωσης, την κρίση των φιλελεύθερων θεσμών στην Ευρώπη. Ο Όβερι έχει ένα πλουσιότατο συγγραφικό έργο που καλύπτει ποικίλες πτυχές της περιόδου από τον Μεσοπόλεμο μέχρι τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου: την οικονομία της ναζιστικής Γερμανίας ( War and Εconomy in the Τhird Reich, 1994), τη στρατιωτική και οικονομική προσπάθεια των Συμμάχων ( Why the Αllies Won, 1995), τον πόλεμο στο ανατολικό μέτωπο ( Russia΄s War, 1998), ή αυτό που έχει αποτελέσει για πολλούς ιστορικούς τη μέγιστη πρόκληση: τη σύγκριση μεταξύ ναζισμού και σταλινισμού ( Τhe Dictators:Ηitler΄s Germany and Stalin΄s Russia, 2004). Στο φετινό (μάλλον επετειακό) βιβλίο του 1939. Η αντίστροφη μέτρηση για τον πόλεμο επανέρχεται στο κρίσιμο διάστημα της έκρηξης του πολέμου και εξετάζει μέρα προς μέρα τις διαβουλεύσεις μεταξύ Βρετανίας, Γαλλίας και Γερμανίας (και δευτερευόντως Πολωνίας, Ιταλίας), οι οποίες ναυάγησαν και ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος.

Η διολίσθηση

Η μελέτη καλύπτει την περίοδο από την υπογραφή του συμφώνου Ρίμπεντροπ- Μολότοφ στις 24 Αυγούστου και την κήρυξη του πολέμου από την πλευρά της Βρετανίας και της Γαλλίας κατά της Γερμανίας στις 3 Σεπτεμβρίου, λόγω της γερμανικής επίθεσης κατά της Πολωνίας την 1η Σεπτεμβρίου. Η διολίσθηση της Ευρώπης προς μια νέα στρατιωτική σύγκρουση είχε αρχίσει να προδιαγράφεται με σαφέστερο τρόπο από την προσάρτηση της Αυστρίας τον Μάρτιο του 1938 (Άνσλους) και στη συνέχεια από τη συμφωνία του Μονάχου τον Σεπτέμβριο του 1938, η οποία επέτρεψε την προσάρτηση της περιοχής της Τσεχοσλοβακίας όπου κατοικούσαν Σουδήτες Γερμανοί. Τον Μάρτιο του 1939, και κατά παράβαση της συμφωνίας του Μονάχου, τα γερμανικά στρατεύματα προχώρησαν και κατέλαβαν την Πράγα- η Τσεχοσλοβακία είχε πάψει πλέον να υφίσταται ως ανεξάρτητο κράτος. Το σύμφωνο Ρίμπεντροπ- Μολότοφ έκλεινε, για κάποιο διάστημα τουλάχιστον, την πιθανότητα ενός γερμανοσοβιετικού πολέμου και ταυτόχρονα ξεκαθάριζε τις προθέσεις των δύο πλευρών ως προς το πολωνικό «ζήτημα». Αμφότεροι έβλεπαν με εχθρότητα την Πολωνία, η οποία ας μην ξεχνάμε ως ανεξάρτητο κράτος είχε ιδρυθεί μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, στα εδάφη της πρώην αυτοκρατορικής Γερμανίας και τσαρικής Ρωσίας. Το σύμφωνο ΡίμπεντροπΜολότοφ προέβλεπε τον διαμελισμό της Πολωνίας ανάμεσα σε Γερμανία και Σοβιετική Ένωση. Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι η Γερμανία είχε το «ελεύθερο» να εισβάλει στην Πολωνία χωρίς να φοβάται την αντίδραση του Στάλιν. Και πράγματι το αρχικό σχέδιο του Χίτλερ ήταν να επιτεθεί στην Πολωνία στις 26 Αυγούστου αλλά η επίθεση την τελευταία στιγμή αναβλήθηκε για λίγες μέρες. Γιατί συνέβη αυτό;

Ο Όβερι υποστηρίζει ότι η αναβολή της επίθεσης οφείλεται στην προσπάθεια του Χίτλερ να διασφαλίσει ότι Γαλλία και Βρετανία δεν θα εμπλέκονταν στη σύγκρουση. Οι δύο δυτικές δυνάμεις όλο το προηγούμενο διάστημα είχαν υιοθετήσει μια κατευναστική πολιτική απέναντι στη Γερμανία. Ο Χίτλερ σωστά είχε αντιληφθεί ότι και οι δύο χώρες ήταν απρόθυμες να προχωρήσουν σε έναν πόλεμο. Το ερώτημα ήταν εάν θα προχωρούσαν σε έναν πόλεμο για χάρη της Πολωνίας, με την οποία είχαν υπογράψει συμφωνία εγγύησης της ανεξαρτησίας της τον Μάρτιο του 1939, όταν δηλαδή εκδηλώθηκαν και επίσημα οι γερμανικές βλέψεις εις βάρος της Πολωνίας. Ο Χίτλερ ήταν πεπεισμένος για την απροθυμία των Δυτικών και την ανωτερότητα του δικού του λαού και στρατού. Παρ΄ όλ΄ αυτά καθυστέρησε την επίθεση για να διερευνήσει την πιθανότητα να μην προκαλέσει η γερμανική επίθεση κατά της Πολωνίας γενικότερη ανάφλεξη. Εδώ βρίσκεται το βασικό επιχείρημα του συγγραφέα: ο Χίτλερ εκστρατεύοντας κατά της Πο λωνίας ήθελε έναν «τοπικό» πόλεμο και όχι να προκαλέσει έναν παγκόσμιο πόλεμο.

Η διάψευση

Τόσο ο Τσάμπερλεν και ο Χάλιφαξ στη Βρετανία όσο και ο Νταλαντιέ και ο Μπονέ στη Γαλλία ήταν δηλωμένοι οπαδοί της πολιτικής «κατευνασμού» του Χίτλερ αλλά είχαν αντιληφθεί ότι μετά την Τσεχοσλοβακία δεν υπήρχαν πλέον περιθώρια υποχωρήσεων. Οι διαβεβαιώσεις του Χίτλερ προς τον Βρετανό και τον Γάλλο πρεσβευτή στο Βερολίνο στις 25 Αυγούστου ότι η Γερμανία δεν απειλούσε την ακεραιότητα των χωρών τους δεν άλλαξε τη στάση τους. Αντίθετα, η υπογραφή της Συμφωνίας Αμοιβαίας Συνδρομής μεταξύ Πολωνίας και Βρετανίας καθιστούσε σαφές ότι τυχόν επίθεση στην Πολωνία θα προκαλούσε γενικότερο πόλεμο. Από την άλλη πλευρά, Γαλλία και Βρετανία έλπιζαν ότι η σθεναρή στάση θα απέτρεπε τη Γερμανία να εξαπολύσει τον πόλεμο. Διαψεύστηκαν. Στις 29 Αυγούστου η Γερμανία, και ενώ το Παρίσι και το Λονδίνο αισιοδοξούσαν ότι η Γερμανία θα υποχωρούσε, ήγειρε τις απαιτήσεις της από την Πολωνία που ισοδυναμούσαν με τελεσίγραφο: «επιστροφή» του Ντάντσιχ και του Πολωνικού Διαδρόμου, εγγυήσεις για τις γερμανικές μειονότητες και συμπερίληψη της Σοβιετικής Ένωσης σε οποιαδήποτε συμφωνία. Την 1η Σεπτεμβρίου 1939, τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Πολωνία. Παρά τους δισταγμούς τους οι δυτικές δυνάμεις δεν μπλόφαραν: στις 3 Σεπτεμβρίου 1939 η Βρετανία και η Γαλλία κήρυξαν τον πόλεμο στη Γερμανία.