ΟΜΩΣ ΕΜΕΙΣ… ΟΜΩΣ ΕΓΩ ΤΗΝ ΚΑΤΙΝΑ ΜΕΛΑ
ΤΗΝ ΕΧΩ ΓΝΩΡΙΣΕΙ. ΚΑΙ, ΤΟ ΟΤΙ ΤΗΝ ΞΕΡΩ
ΚΑΛΑ, ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΙ
Ο κεντρικός χαρακτήρας και η φόρμα του μυθιστορήματος της Δημητρακάκη σε κάνουν στην αρχή να πιστεύεις ότι το κλειδί του είναι απλό: μια Ελληνοαμερικάνα στην Αθήνα, μια λεσβία στη νεοελληνική λογοτεχνία, μια ακόμα ποστμοντερνιά στα ελληνικά.

Κι είναι δείγμα της αρτιότητας του βιβλίου ότι, ενώ τελικά υπερβαίνει όλα τα παραπάνω, δεν παύει και να τα τους δίνει τη θέση τους. Η Ελληνοαμερικάνα Κατίνα Μελά, στη στακάτη πρόζα και το μετρημένο χιούμορ της Δημητρακάκη, είναι μια πανέξυπνη και τρομερά ενημερωμένη διδακτορική φοιτήτρια Νεοελληνικών, που έχει πάρα πολλά να πει: και για το τι σημαίνει να ζεις στη σύγχρονη Ελλάδα και να τη βλέπεις υπό γωνία αουτσάιντερ. Και για τη θέση της ως μυθιστορηματικού χαρακτήρα (διαβάζει την Ερωμένη της της Ρωζέττη και λέει το ξεκαρδιστικά εύστοχο: «διάβασα ένα ελληνικό μυθιστόρημα με μια καυλωμένη λεσβία»). Και για τη γυναικεία, τη λεσβιακή, την queer λογοτεχνία (η πιο ερωτική σκηνή που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια στα ελληνικά ξεκινάει έτσι: «Όταν της έσφιξα το δεξί στήθος, με ρώτησε αν έχω διαβάσει ένα ποίημα της Αν Σέξτον που μιλάει για τα στήθη της μητέρας της»). Ακόμα και για τις ελληνικές σπουδές (γράφει στον επόπτη καθηγητή της: «το πρόβλημα των νέων ελληνικών, Jim, είναι εν μέρει η εμμονή στο βιογραφικό υλικό μέσα σε μία γενικότερη απουσία τριβής με θεωρητικά σχήματα. Γι΄ αυτό είστε ο τελευταίος τροχός της αμάξης σε κάθε τμήμα Ευρωπαϊκών Γλωσσών. Καλά κάνουν και σας κλείνουν όλη την ώρα»).

Στον αφρό του, αυτό είναι ένα βιβλίο με θέμα την αναζήτηση της ταυτότητας, τη μητρότητα, την ακραία ριζοσπαστική δυναμική μιας πλαγιασμένης (όχι κάθετης) γυναικείας γενεαλογίας· η λεσβία κόρη, η λεσβία μητέρα, ο έρωτας για το λεσβιακό (υπο)κείμενο που μπορεί να εκφέρει άλλο λόγο αντίστασης όταν όλα έχουν τελειώσει. Όμως εκεί κάπου, στο βάθος του βιβλίου, επιπλέει ως ύλη και το θέμα όλων των βιβλίων της Άντζελας: η γενιά μας. Γεννημένα μετά τον Μάη (και μακριά απ΄ τον Μάη) Ελληνάκια που όλο κάπου φεύγουν, κι όλο αισθάνονται κάπου να περισσεύουν, κι όλο προσπαθούν να μετρηθούν το πώς έγινε κι απογαλακτίστηκαν όταν όλοι πια οι αγώνες είχαν τελειώσει- μάλλον εις βάρος τους. Τούτη δω είναι η πραγματική γενιά της ήττας. Όπως και στο μεταμοντέρνα μπαρόκ προηγούμενο μυθιστόρημά της Μανιφέστο της ήττας , πλην όμως εδώ πιο γλυκά και προσιτά, η Δημητρακάκη λέει το ίδιο πράγμα. Ότι δηλαδή η πραγματική ήττα είναι εδώ και μαζί μας – κι εδώ ενδεχομένως η απάντηση.