ΜΙΛΑΓΑΜΕ ΕΔΩ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΦΟΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ
«ΝΕΜΕΣΙΝ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ» ΚΑΙ
ΑΝΑΦΕΡΘΗΚΑ ΣΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΤΟΪΝΜΠΙ
Η θεωρία του Τόινμπι αποδίδει την παρακμή των πολιτισμών στην έπαρση, στην ύβριν, στην αλαζονεία μιας ελίτ δημιουργών που καθορίζουν μιαν εποχή, συγκροτούν συστήματα κοινωνικής ιεραρχίας, ηθικής, θεμελιώνουν θεσμούς και καθιερώνουν αξίες και όταν οι κατακτήσεις τους πείσουν (διότι είναι και πειστικές και αποτελεσματικές και γοητευτικές) και τους οδηγήσουν στην κατάκτηση της εξουσίας, μετατρέπονται σε ελίτ γραφειοκρατικές, μηχανισμούς συμφερόντων, συγκροτήματα σκοπιμοτήτων και στεγανά απρόσιτα και απαραβίαστα συχνά ταμπού. Εκεί που κάποτε αποθεωνόταν η πρωτοτυπία, η τόλμη, η εκφραστική ή η ηθική υπέρβαση, εκεί που ο λόγος απελευθέρωνε συνειδήσεις και ως κριτικός γκρέμιζε κατεστημένες και αραχνιασμένες

Το πρόβλημα αρχίζει όταν ο ήρωας, αφού εκτελέσει το έργο του, επιβιώσει, διασωθεί και επιστρέψει στη μιζέρια της πραγματικότητας

αξίες, ιδέες και μορφές, τώρα οι επιτεύξεις ανακηρύσσονται απόλυτες, αλάθητες, απαραβίαστες και συχνά ιερές. Ό,τι παλιά στη στιγμή της δημιουργικής ορμής πολεμούσε την παράδοση και τον εφησυχασμό στην ασφάλεια της παράδοσης, τώρα εντάσσεται στην παράδοση, θεωρείται συνέχειά της και ως εκ τούτου προστατευμένο μνημείο και λόγος αιωνίως γόνιμος και σπερματικός. Έτσι, κατά το σχήμα του Τόινμπι, η ύβρις της δημιουργικής έπαρσης οδηγεί στη νέμεση και στην κατάρρευση ενός συστήματος, μιας ηθικής ή μιας αισθητικής, εξαιτίας της μετατροπής τους σε φοβικά ή φοβισμένα τερατεία.

Σκεπτόμουνα λοιπόν, μέρα που είναι σήμερα, αν το ίδιο συμβαίνει και με τους φανερούς, γνωστούς, επώνυμους και τους αφανείς ανώνυμους ήρωες. «Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά», γράφει ο Σεφέρης. Και έτσι είναι ο ηρωισμός κάθε μορφής, είναι πάντα θυσιαστικός, ανιδιοτελής, αλτρουιστικός. Ο Θουκυδίδης ιδιοφυώς τον χαρακτηρίζει ως πράξη που, ενώ συνειδητοποιεί το ρίσκο, το διακύβευμα του κινδύνου, επιλέγει την πράξη της υπέρβασης, εν γνώσει ότι η υπέρβαση ενέχει τη μεγάλη πιθανότητα της καταστροφής.

Συχνά μια ηρωική πράξη πραγματοποιείται μέσα σε μια έξαρση, θα έλεγα με οίστρο, που παραβλέπει λογική, κινδύνους ορατούς και πραγματικά αδιέξοδα. Είναι σαν τον οίστρο που ο υμνωδός προσάπτει στην πόρνη, οίστρο ακολασίας, μια δίνη, μια ρουφήχτρα που σε περιστρέφει και σε χτυπάει στους απορρόγες βράχους της ηδονής.

Μια περίεργη, ιδιότυπη ηδονή θανάτου, ένας οίστρος αυτοκαταστροφικής θυσίας συνέχει και τον ήρωα. Γι΄ αυτό και είναι μετρημένοι στα δάχτυλα των δύο χεριών οι πραγματικοί ήρωες, γιατί μόνο λίγοι μπορούν να κατανικήσουν το ισχυρό ένστικτο της αυτοσυντήρησης, να χλευάσουν τα ορθολογιστικά και υπολογισμένα επιχειρήματα του κοινού, ακόμη και της πολύχρονης πείρας, ακόμη πιο πολύ τα ολοκαυτώματα που διασώζει η μνήμη και η Ιστορία. Ο ήρωας είναι σαν το θυμοειδές άλογο της πλατωνικής παραβολής, στον ποιητικό μύθο για το άρμα της ψυχής στον «Φαίδρο», ατίθασο άλογο, ρέπει συνεχώς προς αντίθετες κατευθύνσεις απ΄ αυτές που ο ηνίοχος- λόγος σχεδιάζει και καθοδηγεί.

Σκέπτομαι συχνά πόσο ανεπιθύμητοι θα ήταν οι ήρωες στην «Πολιτεία» του Πλάτωνος, εκτός Παραδείσου, ως άφρονες, αφού αφήνονται στα ένστικτά τους και σπάζοντας τα χαλινάρια της έλλογης συμπεριφοράς ακροβατούν στο κενό ή μεταποιούν το θάρρος σε αποκοτιά, παραλογισμό και, όχι σπάνια, τρέλα.

«Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά». Και γίνονται παράδειγμα, μνήμη, συναξάρι, όταν ακολουθώντας την τιμή και της πεποίθησή τους χάνονται, την ώρα που ξεπερνώντας τα όρια, πηδούν στο κενό προσφέροντας με τη θυσία τους και τον θάνατό τους διεξόδους, νίκες, κατακτήσεις, ελευθερίες στους άλλους.

Το πρόβλημα αρχίζει όταν ο ήρωας, αφού εκτελέσει το έργο του και προσφέρει τα παραπάνω αγαθά στους συμπολίτες του, επιβιώσει, διασωθεί και αρχίσει να κυκλοφορεί όπως πριν, πριν από τον οίστρο της αποκοτιάς, ανάμεσα στους καθημερινούς μόχθους και στη μιζέρια της πραγματικότητας. Αν χαθεί, αν εξαφανισθεί, αν αφομοιωθεί στη συμβατική ζωή, αν αποσβέσει τον θρύλο του, αν ταπεινά και αξιοπρεπώς αποδυθεί τη λεοντή και το ρόπαλο του Ηρακλέους και φορέσει τις παντούφλες, ήρεμος με τη συνείδησή του ότι έκανε το καθήκον του και κανείς δεν του οφείλει τίποτε γιατί ό,τι έκανε το έκανε χωρίς να υπολογίζει σε αντιπαροχή, τιμές και αγάλματα, πάει καλά. Συνήθως όμως την ηρωική πράξη του ο ήρωας την προβάλλει, την ντελαλίζει, την περιφέρει στην αγορά, κομπάζει και, δυστυχώς όχι σπάνια, επιτακτικά επιζητεί το αντίτιμο που της αξίζει. Και έτσι ο ήρωας μετατρέπεται σε τραγικό πρόσωπο, αφού η ύβρις του, ο κομπασμός του, οι απαιτήσεις του και η έπαρσή του, όταν εν ονόματι του ηρωισμού του κατακτά δημόσια αξιώματα ως εξαγορά της προσφοράς του, τον οδηγούν στην αλαζονεία και συχνότατα στον αυταρχισμό Ένας πρόσφατος, αναμφισβήτητος ήρωας, πράγμα που του αναγνώρισαν και οι εχθροί του, αφού διασώθηκε και άρχισε να κυκλοφορεί μέσα στον κόσμο και την κοινωνία που με τις πράξεις του ευεργέτησε, στην καθημερινή του συμπεριφορά είχε μετατραπεί σε έναν ενοχλητικό τυραννίσκο, ποντάροντας ακριβώς στην προβολή των ηρωικών, πράγματι υπεράνθρωπων, κατορθωμάτων του. Όταν η τύχη το έφερνε να βρεθεί σε συναθροίσεις όπου εντόπιζε ανθρώπους ιδεολογικά συγγενείς, που δείλιασαν, φοβήθηκαν, έκλαψαν, αν θέλετε, χωρίς να προδώσουν, εκλιπάρησαν έλεος, ανθρώπους ασθενικούς, ευαίσθητους, απροετοίμαστους- θέλετε;- ανίκανους να γίνουν ήρωες, τους ξεμπρόστιαζε δημόσια, τους χλεύαζε και με τουπέ αποχωρούσε από τη συνάθροιση, γιατί δεν ανεχόταν να συναγελάζεται μαζί τους. Και οι άνθρωποι που η έπαρση των ηρωικών παρασήμων του περιφρονούσε ήταν δάσκαλοί του, μεγαλύτεροι στα χρόνια και εμφανώς ασθενείς.