ΑΣ ΞΕΚΙΝΗΣΟΥΜΕ ΜΕ ΜΙΑ ΚΑΤΑΡΧΑΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ: Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΝΟΧΩΝ
ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟ- ΟΧΙ ΚΑΙ ΤΟΣΟ ΜΑΚΡΙΝΟ-
ΝΑΖΙΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΕΧΕΙ ΒΓΑΛΕΙ ΠΟΛΛΟΥΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΗΧΑΝΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΩΝ ΜΑΣ ΚΑΙΡΩΝ
Πριν από μερικούς μήνες ως αυτοβιογραφούμενος ο Γκίντερ Γκρας είχε ομολογήσει πως όταν ήταν έφηβος είχε καταταγεί στα Βάφεν Ες Ες. Εμπορικό τέχνασμα ή όχι δεν έχει και τόση σημασία. Σημασία έχει πως η ομολογία βρήκε την αναμενόμενη ανταπόκριση.

Το κοινό μοιράστηκε σε επικριτές και υποστηρικτές του Γκρας και το απόσταγμα της όλης ιστορίας είναι πως η αθωότητα ή η ενοχή αυτών που έζησαν τη ναζιστική τερατογένεση λειτουργεί ως η λυδία λίθος μιας ηθικής η οποία μοιάζει να έχει αποφανθεί οριστικά και αμετάκλητα για το «καλό» και το «κακό» του κόσμου μας απαλλάσσοντάς μας από την υποχρέωση να ανασυνταχθούμε απέναντι στο δίλημμα, να το μεταφράσουμε στη δική μας καθημερινότητα παράγοντας συγχρόνως και τη δική μας ηθική εκδοχή του κόσμου μας.

Το φάντασμα

Το πρόβλημα δεν θα ήταν πρόβλημα αν η σκιά και η διαχείριση της ενοχής δεν απλωνόταν, σαν φάντασμα, πάνω από την Ευρώπη, αν δηλαδή ολόκληρη η Ευρώπη δεν είχε την τάση να βολεύεται με τη διαχείρι- ση των ενοχών της από τον τελευταίο πόλεμο απαλλάσσοντας εαυτήν από τις υποχρεώσεις απέναντι στο παρόν. Προσκολλημένη στο παρελθόν της, πότε δηλώνει ικανοποιημένη που το κουβαλάει στην πλάτη της και πότε του γυρνάει την ίδια πλάτη με την οποία το κουβαλάει. Πάντα όμως το παρόν της είναι ετεροπροσδιορισμένο, με αποτέλεσμα να παραπαίει χωρίς να μπορεί να βρει τον βηματισμό του.

Μήπως εντέλει το συμπέρασμα είναι πως σημασία δεν έχει τόσο η απόφαση για το αν μια ολόκληρη κοινωνία υπήρξε αθώα ή ένοχη όσο η πεποίθηση πως ό,τι κι αν είναι, αυτό ανήκει στο παρελθόν, ένα παρελθόν τόσο ακραίο, όσο και μοναδικό; Το παρελθόν

Αν έχει κάποιο ενδιαφέρον το κείμενο του Ούβε Τιμ στη διαχείριση αυτού του προβλήματος εστιάζεται στις ενοχές από τις οποίες προσπαθεί να απαλλαγεί ο τελευταίος επιζήσας. Η ιστορία είναι μάλλον γνωστή: τα χρόνια έχουν περάσει, η οικογένεια έχει ξεκληριστεί και ο μικρότερος αδελφός αποφασίζει, επιτέλους, να εντρυφήσει στο παρελθόν.

Στο επίκεντρο της αναζήτησης βρίσκεται ο μεγαλύτερος αδελφός ο οποίος, όπως και Γκίντερ Γκρας, έφηβος ακόμη, κατετάγη εθελοντής στα Βάφεν Ες Ες. Σε αντίθεση όμως από τον Γκρας, ο οποίος ένοχος ή αθώος παραμένει ένας από τους πιο ενδιαφέροντες συγγραφείς του καιρού μας, εκείνος δεν αφήνει παρά μερικές σελίδες ημερολογίου τις οποίες παραλαμβάνει ο πατέρας του μαζί με τα άλλα προσωπικά του αντικείμενα λίγο μετά τον θάνατό του στο Ανατολικό Μέτωπο. Δεν χρειάζεται εδώ να προσθέσω ότι ο αφηγητής ξεκινάει την αφήγησή του δηλώνοντας ευθύς εξαρχής τις ενοχές του. Χρόνια, λέει, δεν τολμούσε να τη γράψει αυτήν την ιστορία η οποία τον απέκλειε τον ίδιον σαν το απαγορευμένο δωμάτιο με τα γυναικεία πτώματα στον πύργο του Κυανοπώγωνα.

«Ο αδελφός μου πήρε μέρος στην ανακατάληψη του Χάρκοβο το 1943.Ακόμη κι αν υποθέσεις ότι δεν συμμετείχε στη δολοφονία πολιτών,γυναικών και παιδιών από τα Ες Ες,επειδή υπηρετούσε σε μονάδα τεθωρακισμένων,δεν μπορεί παρά να ήρθε αντιμέτωπος με τα θύματα μεταξύ αμάχων,με τους πεινασμένους,τους άστεγους,τους εκδιωγμένους εξαιτίας των μαχών, τους πεθαμένους από το κρύο,τους δολοφονημένους.Γι΄ αυτούς δεν κάνει λόγο,τούτη η δυστυχία,τούτες οι καταστροφές και τα θύματα του φαίνονταν μάλλον φυσιολογικά,δηλαδή όχι απάνθρωπα».

Το συμπέρασμα

Κάπως έτσι θα ξεκινήσει για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, εντέλει, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο εκ πρώτης όψεως φαίνονται. Ο αδελφός του θα τραυματιστεί στη μάχη του Κουρσκ το 1943 για να πεθάνει περίπου έναν μήνα αργότερα αφού του ακρωτηριάσουν και τα δύο του πόδια. Λίγο όμως πριν από τον τραυματισμό του, έχει προλάβει να καταχωρίσει την τελευταία εγγραφή στο ημερολόγιό του:

«Διά του παρόντος κλείνω το ημερολόγιό μου,καθώς το θεωρώ ανόητο να κρατάω σημειώσεις για τόσο απάνθρωπα πράγματα που συμβαίνουν καμιά φορά».

Η διατύπωση «το θεωρώ ανόητο» μπορεί να σημαίνει ό,τι σημαίνει, όμως η συνείδηση της απανθρωπιάς είναι αυτή που δίνει και τον καθοριστικό τόνο στο χρώμα της εικόνας. Ο μεγάλος αδελφός εντέλει είχε συνειδητοποιήσει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και δεν λιποτάκτησε, επειδή είχε τη συνείδηση του στρατιώτη. Για τη συνείδησή του ήταν πιο «βολικό» να σιωπήσει και να πέσει στο πεδίο της μάχης.