Ο συγγραφέας Αλέξανδρος Μ. Ασωνίτης απαντάει στον συνεργάτη μας Γιάννη Η. Χάρη, ο οποίος στις 5/1/2007 σχολίαζε στο «Βιβλιοδρόμιο» την αγωγή του Α. Α. εναντίον του κριτικού Παντελή Μπουκάλα, αγωγή που απορρίφθηκε πρωτοδίκως.

Γράφει λοιπόν ο Α. Ασωνίτης:


«Κατ΄ αρχάς, υπενθυμίζω στον κ. Χάρη ότι αφιερώνω το νέο μου μυθιστόρημα Γεια σου, τηλεόραση΄΄ στον θανόντα πατέρα μου, στη μάνα μου και στον δικηγόρο μου Μάκη Τζίφρα και όχι μόνον στον τελευταίο, όπως υπαινίχθηκε.

Οκ. Χάρηςαμφισβητεί ότι ζητώ ένα ευρώ ως αποζημίωση. Απευθυνόμενος στο Δικαστήριο γράφω: «Τα λεφτά δεν με ενδιαφέρουν τόσο, όσο η αποκατάσταση της τιμής και η υπόληψή μου. Αν μου αναγνωρίσετε δικαίωμα και σε ένα ευρώ δεν θα με πειράξει, φτάνει να αποκατασταθώ στα μάτια της κοινωνίας». Ένα ευρώ. Όσο για τις 85.000, το αίτημα της αγωγής, ήταν απαραίτητο ποσό για την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου. Τι πιο έντιμο λοιπόν;».

Αναρωτιέται επίσης αν πρέπει να σκέφτεται πολύ πριν γράψει κι αν πρέπει να αυτολογοκρίνεται. Αρκεί να μη γράφει εν θερμώ.

Συνεχίζει: «Δεν θα μπω στην ουσία της υπόθεσης, τώρα μάλιστα που κρίθηκε». Γιατί; Είναι ευκαιρία. Η υπόθεση κρίθηκε σε πρώτο βαθμό. Δεν τελεσιδίκησε. Το αποσιωπά. Θα πάμε στο Εφετείο και ψηλότερα. Μπαίνω εγώ στην ουσία, διευκρινίζοντας ότι τα τρία μου μυθιστορήματα είναι εξ ολοκλήρου επινοήσεις, με επινοημένους χαρακτήρες και επεισόδια. Επίσης ότι έχω δεχθεί αρνητικότατες κρίσεις χωρίς ποτέ ν΄ αντιδράσω. Επίσης ότι κριτική θεωρείται η κρίση περί το αληθινό περιεχόμενο ενός μυθιστορήματος κι όχι για κάποιο μυθιστόρημα που «κατασκευάζει» κάποιος κριτικός στο μυαλό του. Στο δημοσίευμα της 16/4/2002 ο κ. Μπουκάλας κατασκεύασε κι έκρινε ένα ανύπαρκτο βιβλίο, αλλοιώνοντας, παραποιώντας, πλαστογραφώντας φράσεις απ΄ το μυθιστόρημά μου Λάλον Ύδωρ. Ιδού πώς: στο δημοσίευμά του χρησιμοποιεί 51 φράσεις σε εισαγωγικά, εκ των οποίων οι 42 είναι απ΄ το Λάλον Ύδωρ και οι 9 δικές του. Για όλες χρησιμοποιεί τα ίδια εισαγωγικά, χωρίς παραπομπές, ενώ μπορούσε να χρησιμοποιήσει μικρά εισαγωγικά, πλάγια ή έντονα γράμματα κ.λπ. Έτσι, μου αποδίδει φράσεις σε εισαγωγικά που δεν υπάρχουν και δεν έχουν σχέση με το μυθιστόρημά μου «Λάλον Ύδωρ», όπως: «συνωμότες Εβραίοι», «καθαροί Έλληνες», «Ομάδα Έψιλον» κ.ά. Πώς όμως θα το καταλάβει ο αναγνώστης, αφού ο κ. Μπουκάλας δεν αντιδιαστέλλει τις φράσεις, όπως όφειλε (και μάλιστα για φράσεις ιδιαίτατης πολιτικής, ιστορικής, ηθικής απαξίας), με σκοπό να με συκοφαντήσει; Επιπλέον περιέκοψε άλλες φράσεις των ηρώων μου (σελ. 245), άλλες ανακάτεψε (σ.

352), καταφεύγοντας σε λαθροχειρίες. Δεν αναφέρομαι στο υπόλοιπο δημοσίευμα, έχει δικαίωμα σε όποιες απόψεις για το «Λάλον Ύδωρ». Αναφέρομαι μόνο στις φράσεις που θέτει σε εισαγωγικά και αποδίδει ψευδώς στους ήρωές μου και ευθέως σε εμένα, ταυτίζοντας συγγραφέα και ήρωες, πράγμα ανήκουστο. Έτσι χάλκευσε τη συκοφάντησή μου και με διέσυρε πανελληνίως. Γι΄ αυτό η αγωγή, όχι για κάποια «κριτική» του. Και ο κ. Χατζηβασιλείου, με τον οποίο είχα υποτίθεται προηγούμενα, έγραψε αρνητικότατα, αλλά επρόκειτο για κριτική. Ο κ. Μπουκάλας αλλοίωσε την ταυτότητα του έργου και της προσωπικότητάς μου. Αν σε κάποιον άλλαζαν διά της βίας το όνομα και τον λοιδορούσαν παγκοίνως με τη ρετσινιά του «ρατσιστή, εθνικιστή κ.λπ.», χρησιμοποιώντας χαλκευμένα στοιχεία σαν δήθεν αποδείξεις, δεν θα αντιδρούσε; Δεν στράφηκα εναντίον κριτικού, γιατί δεν υπήρξε κριτική. Στράφηκα εναντίον κάποιου που, παρά την αξία του, με παρουσίασε, μ΄ αυτήν την μέθοδο, ως «ρατσιστή». Είμαι ο αδικηθείς, είναι ο αδικήσας. Αυτό είναι το ζητούμενο της αγωγής. Αν ζητήσει συγγνώμη, τελειώνουμε.

Ο κ. Χάρης σχολιάζει: «Ώστε υπάρχουν κλέφτες, βάρβαροι και οτιδήποτε άλλο εκ γονιδίων κι αυτός δεν είναι ρατσισμός;… είναι ο ορισμός του ρατσισμού». Τη φράση «κλέπται και βάρβαροι εκ γονιδίων» χρησιμοποιεί ένας ήρωάς μου, όχι εγώ, για όσους έκλεβαν τον χρυσό και τιμαλφή των Ιουδαίων της Ευρώπης που οι Ναζί οδηγούσαν στον θάνατο. Ο κ. Χάρης αποσιωπά σε ποιους αναφέρεται η φράση. Είναι φράση μυθιστορήματος για ένα τόσο κατάπτυστο έγκλημα! Όποιος διαβάσει τις σελίδες 352,3 του «Λάλου Ύδατος» θα διαπιστώσει την Αλήθεια.

Ο κ. Χάρης αναπαράγει τον κ. Μπουκάλα. Παρατηρήστε, παρακαλώ, τη σύνδεση των λέξεων: «Ορισμός του ρατσισμού… (το Λάλον Ύδωρ ) παραπαίει, καθώς φαίνεται (ομολογεί δηλαδή ότι δεν έχει διαβάσει το βιβλίο μου, αλλά και το κρίνει και με καταδικάζει!), ανάμεσα σε δωδεκαθεϊστές, «Ελληνόψυχους» (η λέξη δεν είναι δική μου, παρά τα εισαγωγικά)…». Επαναλαμβάνω: Ο συγγραφέας δεν έχει σχέση με τους ήρωές του. Αλλιώς θα ΄μουν απ΄ τους τρομοκράτες που εκτόξευσαν τη ρουκέτα από την οδό Λαμψάκου, αφού τρομοκράτες στο «Γεια σου Τηλεόραση» αφήνουν προπαγανδιστικές βιντεοκασέτες στην οδό Λαμψάκου. Θα ΄μουν άνθρωπος-δελφίνι, όπως ο Εύσθενος στο «Λάλον Ύδωρ», ο ήρωας με τον οποίο με ταυτίζει (!) ο κ. Μπουκάλας.

Ο κ. Χάρης γράφει: «Το Λάλον Ύδωρ με εξαίρεση ένα κείμενο αντιμετωπίστηκε αρνητικά». Ανακριβέστατο. Ευνοϊκά έγραψαν: ο κ. Παπασωτηρίου, «Βραδυνή» 28/3/2002, ο κ. Παπαγεωργίου, «Αυγή» 18/4/2002, ο Ιχνευτής («μυθιστόρημα της χρονιάς… παγκοσμίων διαστάσεων»), ο συγγραφέας κ. Μιχάλης Μιχαηλίδης, «Κυριακάτικο Βήμα» 30/6/2002, και αρνητικά οι κ.κ. Χατζηβασιλείου («Ελευθεροτυπία»), Θεοδοσοπούλου («Κυριακάτικο Βήμα»), Κούρτοβικ («ΤΑ ΝΕΑ»). Κανείς δεν μου καταλογίζει τίποτα απ΄ όσα μου καταλογίζει ο κ. Μπουκάλας.

Ο κ. Χάρης μέμφεται και προτρέπει τον Τύπο να γράψει εναντίον μου, παραβλέποντας ότι οι θέσεις μου δεν έχουν δημοσιοποιηθεί ποτέ.

Από τις 16/4/2002 υπομένω μια πρωτοφανή ψυχολογική βία και αδικία, με ανυπολόγιστες συνέπειες σε κάθε τομέα, και τις αντιμετωπίζω με όπλα τα βιβλία και το δίκιο μου. Ο κ. Χάρης με υποδεικνύει στην κοινωνία ως εχθρό της (η κοινωνία του βιβλίου μας ξέρει, με τιμά με την εκτίμηση και τον σεβασμό της, και την ευχαριστώ), αλλά η κοινωνία μας κρίνει όλους. Στην κοινωνία θα απευθύνομαι με τα μυθιστορήματά μου και θα υπερασπίζομαι πάντα, όπως έχω δικαίωμα, την τιμή, το έργο μου, το όνομά μου. Στις 11/5/2004 ο κ. Μπουκάλας υποσχέθηκε δημόσια απάντηση επί της ουσίας. Δεν απάντησε ποτέ. Στο αφιέρωμα του highligts, τ. 22,

πρότεινα και συμπεριελήφθη στους σημαντικούς ανθρώπους του βιβλίου ο κ. Μπουκάλας.

Αφιερώνω την επιστολή στη μνήμη του Λέοντος Καραπαναγιώτη, η στάση του οποίου απέναντί μου, το 1995, υπήρξε συγκλονιστική.

* Ο Γ. Η. Χάρης έλαβε γνώση της επιστολής και απαντά:

Ο κ. Α.Α., που βασίζει ολόκληρη αγωγή στη χρήση των εισαγωγικών από τον Παντελή Μπουκάλα, όφειλε να προσέξει όσα αναδημοσιεύω εγώ σε εισαγωγικά,από τη στήλη λ.χ.της κ. Λ.Κέζα.Έτσι,ούτε «υπαινίχθηκα» τίποτα, όπως αρχίζει, ούτε «αμφισβήτησα» το ένα του ευρώ κτλ.,έπαιξα όμως δυστυχώς το παιχνίδι δημοσιότητας του κ. Α.Α., και του έδωσα ευκαιρία να αναπαραγάγει από νέο βήμα τα όσα έγραφε στην αγωγή του. Δηλώνει ότι θα συνεχίσει δικαστικά. Θέμα δικό του. Το δικό μου ήταν ακριβώς η τρομοκρατία των αγωγών, η καταφυγή στα δικαστήρια και για «πνευματικές», όπως τις λέμε, υποθέσεις.