Σκηνή από τη φάρσα του Ζωρζ Φεντώ «Ράφτης Κυριών» με τους Παύλο Ορκόπουλο,

Κώστα Ευριπιώτη, Θάνο Κοντογιώργη, Τάσο Χαλκιά, Αριέττα Μουτούση, Βάσω Γουλιελμάκη

Πολλά μπάσταρδα είδη είναι θνησιγενή γιατί γεννιούνται τέρατα και δεν μπορούν

να επιβιώσουν. Άλλα, ενώ γεννιούνται ως υβρίδια, ως διασταυρώσεις και

επιμιξίες, κατορθώνουν να επιβιώσουν και να νομιμοποιηθούν, να

«πολιτογραφηθούν» στον κόσμο των φυσικών ή των καλλιτεχνικών ειδών. Ως γνωστόν

ένα από τα ανθεκτικότερα και πλήρως αναγνωρίσιμα ως αυτόνομα όντα είναι ο

ημίονος, το μουλάρι (από το ουσιαστικό μούλος=μπάσταρδος), διασταύρωση αλόγου

και όνου, γαϊδουριού. Ο ημίονος γεννιέται αλλά δεν γεννά! Έτσι και με τα

καλλιτεχνικά είδη. Συχνά διασταυρώσεις, αναμείξεις ειδών, π.χ. στο θέατρο,

δημιούργησαν μεικτά, νόμιμα και ανθεκτικά είδη. Άλλοτε οι απόπειρες επιμιξίας

κατέληξαν σε τερατογενέσεις. Κι όπως συμβαίνει με τα τερατάκια, πάσης φύσεως,

ίσως να συγκεντρώνουν για λίγο την προσοχή των ειδικών και την περιέργεια των

πολλών, εντέλει όμως πεθαίνουν και το πολύ – ως παράδοξα και «αφύσικα», στην

τέχνη ανισόρροπα, ανάρμοστα – απλώς μένουν στα μουσεία τεράτων στη φορμόλη ή

αναφέρονται, όταν πρόκειται στην τέχνη για απόπειρες δημιουργίας νέων ειδών,

ως παραδείγματα προς αποφυγή.

Πόσοι αλήθεια ξέρουν πως ο σκύλος δεν είναι είδος της Δημιουργίας. Δεν μπήκε

ποτέ σκύλος στην Κιβωτό του Νώε. Αυτό το ζώο δεν το σκέφτηκε ο Θεός, για να

κάνω ερεθιστικό τον στοχασμό. Και πόσοι ξέρουν πως δεν είναι μπάσταρδο του

λύκου αλλά του τσακαλιού. Αυτό όμως το θαυματουργό υβρίδιο είχε μέσα του

τέτοια δυναμική ώστε σήμερα οι χιλιάδες διασταυρώσεις του έχουν δημιουργήσει

είδη περισσότερα από τους απλανείς του Αστερισμού του Κυνός! Συγχωρέστε μου τα

λογοπαίγνια. Στο θέατρο η ανθρώπινη επίνοια παρήγαγε από τον Διθύραμβο (κατά

την πλέον επικρατούσα θεωρία) τρία υβρίδια, την τραγωδία, το σατυρικό δράμα

και την κωμωδία. Η ιστορία του θεάτρου δυόμισι χιλιάδες χρόνια μάς δώρισε μια

ποικιλία διασταυρώσεων, άλλων ανθεκτικών και πλέον νόμιμων στην επικράτεια των

τεχνών, άλλων θνησιγενών, που πέθαναν στη γέννα, στη θερμοκοιτίδα και

λιγότερων πριν ή λίγο μετά τα «βαφτίσια» τους.

Η τραγωδία γέννησε το δράμα, το αστικό, το πολιτικό, το ψυχολογικό, το

κοινωνικό, το αστυνομικό κ.τ.λ. όταν γονιμοποιήθηκε με κοινωνικές ιδέες,

φροϋδικές θεωρίες, πολιτικές, μυστικιστικές κ.τ.λ.

Η αρχαία κωμωδία δέχτηκε στο «DNA» της επεμβάσεις και άλλοτε αφαιρέθηκε η

πολιτική κριτική και προστέθηκε περισσότερη κριτική των ηθών, άλλοτε

μπολιάστηκε με τον χορό, το τραγούδι, τον αυτοσχεδιασμό της μιμικής, άλλοτε

απώλεσε τους χαρακτήρες και τονώθηκαν οι τύποι, άλλοτε κυριάρχησε μόνο ο

ρυθμός. Έτσι, για να μείνω στα δικά μας υβρίδια, γεννήθηκαν και επιβίωσαν η

φάρσα, η φαρσοκωμωδία, η κωμωδία ηθών, η κωμωδία καταστάσεων, η κωμωδία μετ’

ασμάτων, το κωμειδύλλιο, η οπερέτα, η μουσική κωμωδία, το μιούζικαλ (δεν είναι

το ίδιο σε δοσολογία).

Αυτά τα παράγωγα της πρωτογενούς κωμωδίας δοκιμάστηκαν, κυριολεκτικά, πέρασαν

δηλαδή δοκιμασίες, αμφισβητήθηκαν, αλλά εντέλει κέρδισαν μια θέση στην

ποικιλία των θεατρικών ειδών.

Ο σκύλος παρ’ όλη την εκπληκτική δυναμική του που γέννησε χιλιάδες ποικιλίες

δεν μπόρεσε π.χ. να διασταυρωθεί με γάτα! Ούτε το μουλάρι με ζέμπρα. Ούτε το

νομιμοποιημένο υβρίδιο νεκταρίνι με μπανάνα!

Κάπου δηλαδή υπάρχουν όρια. Η δυνατότητα ενός είδους να διασταυρωθεί με άλλο

δεν είναι απεριόριστη. Ούτε ένα υβρίδιο, επειδή άντεξε στη δοκιμασία και

στέριωσε μπορεί να δεχτεί περαιτέρω μεταμόρφωση και διαφοροποίηση. Η φάρσα

π.χ. είναι ένα από τα εξοχότερα υβρίδια της κλασικής κωμωδίας. Έχω

επανειλημμένα και εκτενώς αναφερθεί στο ένδοξο αυτό είδος. Προήλθε από την

κωμωδία καταστάσεων αλλά με χειρουργική επέμβαση αφαιρέθηκαν από την κύηση ήδη

οι χαρακτήρες και η ομαλή τους εξέλιξη. Κάτι που θα ανατρίχιαζε τον

Αριστοτέλη, που απέρριπτε την Ιφιγένεια εν Αυλίδι του Ευριπίδη διότι

διαπίστωνε πως η ηρωίδα από πανικόβλητο μπροστά στον θάνατο κοριτσάκι χωρίς

εύλογη αιτία μετατρεπόταν σε πατριωτικό εθελούσιο θύμα.

Στη φάρσα κυριαρχεί ο ρυθμός, ο καταιγιστικός ρυθμός και η μόνη λογική

στη φάρσα είναι το παράλογο, το αφύσικο, το ασυνήθιστο, το ανοίκειο, το

παράδοξο και το απροσδόκητο φέρσιμο των τύπων (όχι των χαρακτήρων που είναι

ανύπαρκτοι).

Τίποτε δεν μπορεί και δεν πρέπει να διακόψει τον κατήφορο, τη φορά του

καλπάζοντος ρυθμού, παρά μόνο ένας άλλος κόντρα ρυθμός. Στην ακατάσχετη π.χ.

φλυαρία ενός τύπου, η παρέμβαση ενός βραδύγλωσσου. Κι έχουμε τέτοια

παραδείγματα στο θέατρο της φάρσας. Θυμηθείτε τη σκηνή νευρικού ανυπόμονου

Σταυρίδη και μπούφου βραδύγλωσσου Γκιωνάκη στα «Κίτρινα γάντια» με την

πορτοκαλάδα από πορτοκάλι!! Η κωμωδία μετ’ ασμάτων, όπως π.χ. «Η κόρη του

παντοπώλου» του Αγγέλου Βλάχου ή το κωμειδύλλιο π.χ. «Η τύχη της Μαρούλας» του

Κορομηλά, είναι κωμωδίες ηθών και το τραγούδι που παρεμβάλλεται (δίκην αρχαίου

χορικού) σχολιάζει τα δρώμενα, διδάσκει, γενικεύει, ανακεφαλαιώνει.

Η φάρσα δεν μπορεί και δεν πρέπει να μπασταρδευτεί (είναι η λέξη) με

τραγούδια, γιατί αυτά τα «στάσιμα» αναστέλλουν τον ρυθμό, την ευφορία των

ευρημάτων και τον καλπασμό της οργασμικής ανόδου κοινού και σκηνής προς την

κορύφωση. Θα φέρω ένα εντυπωσιακό παράδειγμα. Στο ντουέτο της αμερικανικής

μπουρλέσκ Τζέρρυ Λούις – Ντην Μάρτιν, ο δεύτερος ήταν διάσημος τραγουδιστής,

τι το λογικότερο να τον εκμεταλλευτεί το Χόλιγουντ και να τον «πουλήσει». Κι

όμως, θυμάστε να τραγούδησε ποτέ, έτσι στον βρόντο, διακόπτοντας τον τρελό

ρυθμό του Τζέρρυ ο Ντην Μάρτιν; Γιατί; Γιατί σέβονταν τους νόμους, τους

κώδικες και τα όρια της φάρσας. Τραγούδησε ποτέ η Βλαχοπούλου σε

κινηματογραφική φάρσα; Στα μιούζικαλ ναι!

Γιατί λοιπόν τα τελευταία χρόνια (και πρέπει να χρεώσουμε τα εγκαίνια

στον Τσιάνο, ανεξάρτητα από το αναμφισβήτητο γούστο του), όπως παλιά στις

λαϊκές κινηματογραφικές ταινίες, υπήρχε και πάλκο με δημοφιλείς τραγουδιστές

κάπου σφηνωμένο στην άσχετη δράση, δεν υπάρχει κωμωδία, ιδιαίτερα του

παρελθόντος, ελληνική ή ξένη, που να μη μετατρέπεται σε κωμωδία μετ’ ασμάτων,

κωμειδύλλιο ή μιούζικαλ. Ακόμη και ο σοβαρός Στάθης Λιβαθινός παρενέβαλε

τραγούδια στα «Παντρολογήματα» του Γκόγκολ!

Από καραμπινάτη φάρσα… μιούζικαλ

Η Νανά Νικολάου μετέτρεψε φέτος τον «Ράφτη Κυριών», μια καραμπινάτη φάρσα του

Φεντώ, σε μιούζικαλ και μάλιστα χρησιμοποιώντας δημαγωγικά μέσα. Τα τραγούδια

που παρενέβαλε είχαν ελληνικούς στίχους και μουσική γαλλικών μεγάλων σουξέ από

την Πιάφ έως τον Ανταμό και από τον Μουστακί έως τον Τζο Ντασσέν. Και στο

«Μπολερό» του Ραβέλ μπήκαν στιχάκια του τύπου: «Υβόν, έναν όμορφο σκοπό

τραγουδώ, να σου πω σ’ αγαπώ, με τον Ραβέλ, τον κλασικό, όπου κι αν πας σ’

ακολουθώ σ’ όλη τη ζωή μου»!!

Στη στρωτή, εύφορη μετάφραση του Μπελιέ, τα στιχάκια της Νικολάου δημιούργησαν

την τερατογένεση που νόθευσε ανεπανόρθωτα τη γνήσια φάρσα. Και για να

δικαιολογηθούν τα μπασταρδέματα εφευρέθηκε τάχα πως ο θίασος είναι

καμπαρετζήδες (έτσι υπήρχε και κομπέρ – αμφίφυλος – που ξεκίνησε το έργο με το

γνωστό τραγούδι από το μιούζικαλ «Καμπαρέ», «Μύλος»), που παίζει Φεντώ.

Ανεμόμυλος.

Κρίμα, γιατί μερικοί από τους ηθοποιούς του θιάσου μπορούν να παίξουν

καθαρόαιμη φάρσα, όπως φάνηκε σε κάποιες αναλαμπές, όταν τα καμώματα, οι

σάχλες, οι μούτες, τα τσαλίμια, τα τηλεοπτικά κουσούρια άφηναν ένα ξέφωτο στο

δάσος της σαχλαμάρας. Διότι η φάρσα παίζεται σοβαρά. Όσο πιο σοβαρά παίζεται

τόσο πιο παράλογα λειτουργεί. Ο ηθοποιός της φάρσας δεν υπονομεύει τον τύπο

που ενσαρκώνει και δεν δείχνει τη γελοιότητά του. Ο ηθοποιός της φάρσας δεν

πρέπει να δείχνει πως είναι ένας έξυπνος άνθρωπος που παίζει έναν γελοίο τύπο.

Ο Ευριπιώτης, η Αριέττα Μουτούση, η Γουλιελμάκη, ο Ορκόπουλος με άλλη άποψη

σκηνοθεσίας μπορούσαν κάλλιστα να δώσουν έναν αυθεντικό Φεντώ. Κάηκαν.

Ο Τάσος Χαλκιάς αδικεί τον εαυτό του και την έξοχη ιστορία του δείχνοντας με

κάθε τρόπο πως κάνει αγγαρεία σε μια γαλέρα όπου ναυτολογήθηκε τυχαία!!