H νέα ατομική έκθεση του Βασίλη Θεοχαράκη στο εξωτερικό, με ευρύτερη

αναγνώριση που λίγοι απολαμβάνουν, είναι αφορμή όχι μόνο για μια κριτική

θεώρηση της καλλιτεχνικής πορείας του – που συμπλήρωσε ήδη μισόν αιώνα – αλλά

και ορισμένων βαθύτερων παραγόντων της έννοιας δημιουργικότητα, ειδικά σήμερα

που η λέξη τείνει να αντικατασταθεί από την επιχειρηματικότητα

(entrepreneurship) σε κάθε περιοχή της ανθρώπινης δραστηριότητας.

Το κεντρικό θέμα ασφαλώς είναι η μεγάλη έκθεση που εγκαινιάστηκε στο Παρίσι,

στην κεντρική αίθουσα του δημαρχείου, με την παρουσία προσωπικοτήτων της

τέχνης, της πολιτικής και των επιχειρήσεων.

«Τοπία του βυθού» ονομάζεται η σειρά αυτών των έργων, δίνοντας μια πρώτη

εντύπωση αφαιρετικής ζωγραφικής στους τόνους των κίτρινων, μπλε και πράσινων

χρωμάτων, που συντίθενται μάλλον αυστηρά παρά ελεύθερα, αφήνοντας στο βλέμμα

μια τελική αίσθηση ότι πρόκειται για τοπία με δυσδιάκριτα αντικείμενα σε όλα

τα πλάνα, τα οποία γαληνεύουν στον ήσυχο, σχεδόν μεταφυσικό χρόνο τους.

Ο ζωγράφος έχει και προηγούμενη επίδοση στην κατεύθυνση αυτή, από την εποχή

των «Σύννεφων» και ακόμη παλιότερα από τα πιο ευανάγνωστα φυσικά τοπία, στον

δρόμο του αγαπημένου του δασκάλου Σπύρου Παπαλουκά. Βρίσκω ότι η πορεία του

Θεοχαράκη δεν έχει μόνο μορφοπλαστικά αιτήματα, την κατάκτηση δηλαδή ενός

προσωπικού εκφραστικού λεξιλογίου στις προεκτάσεις του μετεμπρεσιονισμού – με

την ιδιαιτερότητα του Παπαλουκά επιπλέον – αλλά και μια διακριτική πνευματική

αναζήτηση, η οποία στα προκείμενα έργα φτάνει σε μεταδοτική ωριμότητα: Ένας

μινιμαλισμός, μια υποταγή της πλούσιας χρωματικής παλέτας στη σχεδιαστική

λιτότητα – σχεδόν σπαρτιάτικης ολιγάρκειας – και, πίσω απ’ αυτά, μια ενατένιση

ήρεμη, απόμακρη, προοπτική. Ο καλός και ταπεινός ζωγράφος πηγαινοφέρνει το

βλέμμα του μέσα στο θέαμα, αλλά και στην ψυχή του ώσπου γίνεται ένα με τις

ενσωματωμένες αρμονίες του.

Ωστόσο, εκτός από συστηματικός και έγκριτος ζωγράφος, ο Θεοχαράκης είναι και

ένας κορυφαίος επιχειρηματίας, τόσο πετυχημένος και γνωστός που οι δύο

ιδιότητές του μαζί συνιστούν ένα άκρως ενδιαφέρον παράδειγμα για περαιτέρω

προβληματισμούς. Υπάρχουν κι άλλες πολλές περιπτώσεις βέβαια – πολλοί

ζωγράφοι, ιδίως παλιότεροι, είχαν και μικροεπιχειρήσεις, ο Ρέμπραντ

κορνιζάδικο – αλλά προσωπικά εξακολουθώ να απορώ (ακριβέστερα: θαυμάζω) αυτή

την ταυτόχρονη ολοκλήρωση και των δύο πλευρών, που συχνά κινητοποιεί

προκαταλήψεις ριζωμένες από αιώνες μέσα μας.

Ενώ λοιπόν στη ζωγραφική είναι ένας ταπεινός και αφοσιωμένος εργάτης,

δυσκολεύομαι να του καταμετρήσω δημοσίως την αποδεδειγμένη διαπίστωση ότι

είναι ένας από τους κορυφαίους τοπιογράφους μας στο δεύτερο μισό του 20ού

αιώνα. Μήπως κατά βάθος θα ήθελα να έχει και η ζωγραφική του την

επιχειρηματικότητα, δηλαδή την καινοτομική ένταση, που πιθανότατα θα πρέπει να

έχει ως μπίζνεσμαν;

«Οι επιχειρήσεις είναι η υψηλότερη μορφή τέχνης» έλεγε ο Άντι Γουόρχολ. Καθώς

φαίνεται η περίπτωση του Θεοχαράκη – επιχειρηματία ταιριάζει με τον προφήτη

της ποπ – άρτ, αλλά η πλευρά του ζωγράφου όχι. Πρόκειται για μια ζωγραφική με

ασκητική παρά καινοτομική διάθεση, μια γυμναστική βλέμματος και ψυχής με

μοναδικό στόχο «τον έπαινο των Σοφιστών», των αισθητών της τέχνης, και όχι

απαραιτήτως του μεγάλου κοινού. Αυτό το γνώρισμά της πάντως είναι που κερδίζει

τον φιλότεχνο.

INFO

Βασίλης Θεοχαράκης, «Υποβρύχια τοπία», ατομική έκθεση ζωγραφικής (Mairie du

6me Arrondissement, Place Saint-Sulpice), Παρίσι, μέχρι 21 Απριλίου.