Τι ανάγκη έχουμε με τόσα παράθυρα ανοιχτά, δεν πάσχουμε από μοναξιά

Αναλύονται λέξη λέξη φράσεις και εκφράσεις, αναλύονται ενέργειες και

αποφάσεις, αναλύονται παρόντα και μελλοντικά σχέδια, δεν γίνεται τίποτε σε

αυτόν τον τόπο χωρίς να αναλυθεί, με τις ώρες, από τους ειδικούς αναλυτές των

τηλεπαραθύρων, τους σχολιαστές, τους φωνακλάδες υπερασπιστές της ψυχικής

υγείας του έθνους, αν μη τι άλλο. Γιατί το δελτίο των οκτώ έχει μετατραπεί σε

ένα είδος ιδιόμορφης εθνικής ψυχανάλυσης.

Για την ακρίβεια, αναλαμβάνουν οι εγχώριοι αναλυτές – σχολιαστές να

διηγούνται καημούς δικούς τους και του λαού, ξεσπούν καημούς δικούς τους και

του λαού, ξεσπαθώνουν για καημούς δικούς τους και του λαού. Χάρη σε αυτούς,

ουδόλως έχουμε ανάγκη να ξαπλώσουμε στα ντιβάνια των ψυχιάτρων, αφού οτιδήποτε

και αν μας συμβεί δεν το κρατάμε μέσα μας, αντιθέτως το κάνουμε θέαμα. Διά των

ειδικών αντιπροσώπων μας αναλυτών – σχολιαστών. Αυτοί είναι η «φωνή λαού».

Πρόκειται μάλιστα για μια ειδική κατηγορία αναλυτών – σχολιαστών, καθώς στην

πλειονότητά τους είναι εκδότες-δημοσιογράφοι-σχολιαστές φίλα προσκείμενοι σε

πολιτικούς χώρους χωρίς να το κρύβουν, αντιθέτως φιλοδοξούν να τους επηρεάσουν

(Κακαουνάκης, Κύρτσος, Τράγκας, Τριανταφυλλόπουλος), όπως άλλωστε θα ήθελε και

κάθε απλός πολίτης αυτού του τόπου, που έχει βαθύτατη την πεποίθηση πως μια

μέρα να γινόταν Πρωθυπουργός και θα τα ‘φτιαχνε όλα.

Μεταξύ αυτών «τοποθετείται», λόγω συχνών προσκλήσεων σε τηλεπαράθυρα,

και ένας sui generis πολιτικός-αναλυτής-σχολιαστής-καναλάρχης-ευρωβουλευτής, ο

Γιώργος Καρατζαφέρης, αντιπολιτευόμενος μεν, εκ του χώρου της Δεξιάς δε

προερχόμενος, αν και κάπως δεξιότερα ευρισκόμενος. Αυτό δεν εμποδίζει φυσικά

διόλου στο να αξιοποιούνται τα αδιαμφισβήτητα επικοινωνιακά προσόντα τού κ.

Καρατζαφέρη, ο οποίος γίνεται ανάρπαστος από πρωινές ενημερωτικές εκπομπές και

δελτία ειδήσεων, γεγονός προφανώς ανεξάρτητο από την πραγματική πολιτική του

δύναμη, αλλά και την ιδεολογική του τοποθέτηση – η οποία, σε παλαιότερες

εποχές, έβαζε μέτρο στις προσκλήσεις του εν λόγω πολιτικού από μεγάλα κανάλια.

Πάντως, κάτι η επικοινωνιακή δεινότητα του πολιτικού, κάτι το γεγονός

ότι η πολιτική του παρουσία μπορεί να δημιουργήσει εντάσεις ή να προκαλέσει

εξελίξεις στο κυβερνών κόμμα, λόγω σχετικής ιδεολογικής συγγένειας – ιδίως αν

κατέβει στις δημοτικές εκλογές στη Θεσσαλονίκη, όπου η N.Δ. έχει το πάνω χέρι

-, το κοκτέιλ της τηλεοπτικής παρουσίας τού κ. Καρατζαφέρη θεωρείται πλέον

πολύ «δυνατό» από τους κατασκευαστές τηλεοπτικών εντυπώσεων και επίδοξους

διαμορφωτές της πολιτικής πραγματικότητας.

Τόσο ώστε ο μεν Τριανταφυλλόπουλος τού εξέφρασε τον εξαιρετικό του θαυμασμό

αποκαλώντας τον «γκουρού» – προχθές το πρωί στον Alpha -, αλλά και εκείνος δεν

πήγε πίσω, πρώτος επιδόθηκε στις φιλοφρονήσεις για το έργο του δημοσιογράφου,

κολακεύοντας τη δημοσιογραφική ματαιοδοξία με την ατάκα «ανασχηματισμός δεν θα

γίνει όταν αποφασίσει ο Πρωθυπουργός, αλλά όταν αποφασίσει ο Μάκης».

Αξιοθαύμαστος πάντως ο αλληλοθαυμασμός που τρέφουν τα μέλη του θιάσου

των σχολιαστών – αναλυτών και η αλληλοϋποστήριξη που εκδηλώνουν σε κάθε

ευκαιρία, παραμένοντας φυσικά πάντα αυτοί, οι ίδιοι, κυρίαρχοι του παιχνιδιού

της δημοσιότητας – άραγε διαφέρει από το παιχνίδι της εξουσίας;

Υψηλό το έργο της εθνικής ψυχοεκτόνωσης

Έχουν σπουδαίο ρόλο οι εν λόγω αναλυτές – σχολιαστές. Να εκφράσουν την «ψυχή»

τού Έλληνα. Είναι οι «αντ’ αυτού». Θυμώνουν. Ουρλιάζουν. Βουρκώνουν

(ειδικότητα Τράγκα). Τσαμπουκαλεύονται. Ιδίως απέναντι από τους πολιτικούς,

ενίοτε και μεταξύ τους – προσεκτικά όμως, να μη φθάσουν στα άκρα.

Μέγα έργο. Μέγας ρόλος. Πρώτον, διότι δι’ αυτών ο πολίτης αισθάνεται…

υποψιασμένος.

Ιδού, έχει τους ανθρώπους του να γρηγορούν, δεν καταπίνουν τις ειδήσεις έτσι,

αμάσητες, τις αναλύουν. Τόσο τοις εκατό πολιτική ίντριγκα, τόσο τοις εκατό

πολιτική σκέτο, ε, όσο μένει ανήκει στην ανοησία. Και συζητούν με τις ώρες.

Για να ακουστούν όλες οι απόψεις. Αυτό θα πει δημοκρατία. Πολλές φωνές. Να

κάνουν πολλή φασαρία. Και ανάλυση. Να κάνει πολύ θόρυβο. Να ξέρουμε τι μας

γίνεται. Ή, μήπως, να μην ξέρουμε καθόλου. Αρκεί να διασκεδάζουμε.

Ψυχαναλυόμενοι και ψυχο-εκτονωνόμενοι. Δι’ αντιπροσώπων.