Ριάλιτι. Το μέγα θέαμα του έθνους. Το δημόσιο ξεκατίνισμα. H κατάργηση του

διαλόγου, της ιερής ουσίας της δημοκρατίας στο… όνομά της. Χάρη στο

ηλεκτρονικό χωνευτήρι σπασμωδικών αντιθέσεων, στο οποίο έχει εξελιχθεί η

τηλεσκηνοθεσία της εγχώριας ενημέρωσης. Γιατί, χωρίς την ανάδειξη του

σκανδαλώδους, την επιμονή στην αντίθεση, στο σφάλμα, «ενημέρωση» δεν νοείται,

για την ακρίβεια ενημερωτική υπερπαραγωγή δεν υφίσταται.

Όχι ότι δεν έχουν τις ευθύνες τους οι συμμετέχοντες. Ακριβώς όπως οι

παίκτες των ριάλιτι, που για χάρη της δημοσιότητας αποδέχονται τους όρους που

τους καθοδηγούν να εκτίθενται. Τι να τον κάνεις τον σεισμολόγο στην εκπομπή αν

δεν πει, πρώτον, πού και πότε θα ξαναγίνει σεισμός, ώρα, ημέρα και τόπο και,

δεύτερον, αν δεν έχει και αυτός έναν καημό να εκφράσει κατά της πολιτικής

εξουσίας ή των συναδέλφων του. Με το πρώτο θα δημιουργηθεί τρόμος και πανικός,

άρα τηλεθέαση, με το δεύτερο θα γίνει σαματάς, άρα και πάλι τηλεθέαση! Το

πρώτο είναι εκτός της δεοντολογίας των επιστημόνων, αλλά το δεύτερο, δηλαδή τη

δημόσια έκθεση των καημών, ουδείς την απαγορεύει. Έτσι, καταλήγει η ενημέρωση

του έθνους για τους σεισμούς να είναι ενημέρωση για τους καημούς των

σεισμολόγων. Και δεν είναι η μόνη κατηγορία που πέφτει στο εν λόγω αμάρτημα

της ματαιοδοξίας.

Ο εμφύλιος σπαραγμός τους on camera ήταν ένα μικρό, ελάχιστο επεισόδιο

στο σίριαλ – ποταμό του εθνικού ριάλιτι των ξεκατινιασμάτων.

Μήπως προχθές δεν συνέβη το ίδιο που έγινε με τους αστυνομικούς; Μήπως και

εκείνοι δεν αλληλοσπαράσσονταν στα τηλεπαράθυρα για τα προβλήματα του κλάδου

τους, τα οποία έχουν επιπτώσεις στην ασφάλεια των πολιτών;

Και πριν κρυώσουν οι θέσεις στα τηλεπαράθυρα, έκαναν σκάντζα – βάρδια με τους

σεισμολόγους. Εδώ τα μπουγαδόνερα πήραν μια χροιά πιο επιστημονική. Ουδείς

ορρωδεί. Αντιθέτως, φαίνεται πως τα τηλεπαράθυρα και τα τηλεσαλονάκια

εκλαμβάνονται σαν ένα είδος σπέσιαλ συνεδρίου, όπου χωρίς τη βάσανο των

ανακοινώσεων, χάρη στην εμφάνιση και μόνο θα κερδίσουν την αίγλη και την

αναγνώριση, όχι μόνον της επιστημονικής κοινότητας πλέον, αλλά και του

φιλοθεάμονος κοινού. Δόξα, χειροκρότημα… ευτυχές τέλος.

H αλήθεια είναι πως η αιφνίδια δημοσιότητα δοκιμάζει τις ανθρώπινες αντοχές.

Επιστήμονες που έχουν ως έργο ζωής να είναι σκυμμένοι πάνω από χάρτες και

κομπιούτερ κάνοντας αδιάκοπα υπολογισμούς με την αυταπάρνηση που απαιτεί η

επιστημονική έρευνα, αίφνης βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος,

κρέμονται από τα χείλη τους μικρόφωνα, κάμερες, καρδιοχτυπούν άνθρωποι

περιμένοντας μια ρήση, ένα απόφθεγμα, έναν χρησμό… Οι προβολείς φωτίζουν

ξαφνικά έναν χώρο που βρίσκεται στη σκιά όλο το υπόλοιπο διάστημα. Μέσα σε

ελάχιστες ώρες γίνονται πρωταγωνιστές άνθρωποι που δεν έχουν σχέση με τη

δημοσιότητα, με τα παιχνίδια της τηλεθέασης – έχουν ίσως με τις ίντριγκες της

πανεπιστημιακής κοινότητας και τις πρωτιές που δίνουν δόξα, αλλά ακριβώς αυτό

είναι που κάνει την αιφνίδια διασημότητά τους πιο… γαστριμαργική.

Γιατί οι τηλεοπτικοί προβολείς φωτίζουν, όχι την ουσία της εργασίας

τους, ούτε την πρόοδο της επιστήμης τους, αλλά τις μεταξύ τους αντιθέσεις.

Αυτό απαιτεί το μοντέλο της ενημέρωσης. Απαιτεί ριάλιτι. Είναι το εδώ και τώρα

που μαγεύει στην τηλεόραση και που κάνει την επιστήμη με τους αργούς χρόνους

και τη δύσκολη δικαίωση να ωχριά.

Το σενάριο ίδιο, αλλάζουν μόνο τα ονόματα

Από τον Σορίν Ματέι και τον Πάσσαρη, από τους σεισμούς της Πάρνηθας το ’99 και

τη Ρικομέξ ώς τον τωρινό, από την ιστορία του «Σαμίνα» ώς την υπόθεση της 17N,

όλες οι κρίσιμες στιγμές όπου δοκιμάζονταν θεσμοί της δημοκρατίας είχαν την

τηλεοπτική τους υπερπαραγωγή, το σόου τους, για την ακρίβεια το σόου του

καβγά, του μεγάλου διχασμού, του… διασκεδαστικού ριάλιτι. Είναι τέτοια η

πίεση του τηλεοπτικού ανταγωνισμού, που εξ ορισμού διογκώνει και τις ελάχιστες

ρωγμές. Γιατί όλοι θέλουν να τους έχουν όλους στα τηλεπαράθυρά τους και όλοι

να είναι εναντίον όλων, για νά ‘χουν τηλεθέαση. Όλοι αισθάνονται την ανάγκη να

υποδυθούν έναν ρόλο για να κερδίσουν την προσοχή, και είναι γνωστό ότι η

αντιπαλότητα πουλάει περισσότερο από τη συμφωνία, το παράπονο από την

ικανοποίηση, η καταγγελία από την αποδοχή. Έτσι, κατ’ αρχάς, καταγγέλλονται οι

πολιτικοί, που κατά παράδοση ολιγωρούν, και στη συνέχεια διάφορες σκοτεινές

ίντριγκες που έχουν στόχο την αλήθεια. Το σενάριο είναι πάντα ίδιο. Αλλάζουν

μόνο τα ονόματα και οι ιδιότητες, ακριβώς όπως και στις σαπουνόπερες…