Τα αστέρια εξαφανίζονται από τον ουρανό. Ολόκληροι γαλαξίες χάνονται από τα

μάτια των κατοίκων της Αττικής και της Θεσσαλονίκης εξαιτίας της

φωτορρύπανσης. Ο άναρχος και λανθασμένος – όπως αποδείχθηκε – φωτισμός των

μεγάλων πόλεων τείνει να λάβει χαρακτήρα μάστιγας. Οι τελευταίες μετρήσεις

διεθνών επιστημονικών οργανισμών που δημοσιοποιήθηκαν μόλις πριν από λίγες

ημέρες, είναι ενδεικτικές.

Σύμφωνα με αυτές, το Λεκανοπέδιο έχει «οπτικό μέγεθος 4» – πρόκειται για

μονάδα μέτρησης της φωτορρύπανσης που σημαίνει ότι ο κάτοικος της Αθήνας, τη

νύχτα, δεν μπορεί να δει περισσότερα από 200 άστρα όταν στρέψει το βλέμμα του

στον ουρανό. Το όριο επιφυλακής που έχουν θέσει διεθνώς οι αστρονόμοι είναι το

2,5 (όσο μικραίνει το οπτικό μέγεθος τόσο χειροτερεύει η κατάσταση). Όταν το

οπτικό μέγεθος φτάσει σε αυτά τα χαμηλά επίπεδα, τότε δεν θα μπορούμε να δούμε

παρά μόνο 25 αστέρια – και αυτά μόνο σε περίπτωση που ο καιρός είναι αίθριος

και δεν υπάρχει νέφος, ομίχλη ή συννεφιά.

Ραγδαία επιδείνωση. H Αθήνα ωστόσο είναι από τις πόλεις που παρουσίασε

ραγδαία επιδείνωση τα τελευταία χρόνια. Πριν από δέκα χρόνια το οπτικό πεδίο

ήταν 6,5. Ο κάτοικος μπορούσε να δει 7.000 αστέρια στον ουρανό. Στη

Θεσσαλονίκη η κατάσταση είναι παρόμοια. Το οπτικό μέγεθος της πόλης είναι

επίσης 4 – η πτώση του μεγέθους κατά 2 μονάδες έγινε σε 7 μόλις χρόνια.

«Δυστυχώς, αν δεν αλλάξει κάτι, θα υπάρξει μια γενιά ανθρώπων – η επόμενη –

που θα στρέφει το βλέμμα της στον ουρανό τη νύχτα και δεν θα βλέπει τίποτα»

εξηγεί η καθηγήτρια Αστροφυσικής κ. Μαργαρίτα Μεταξά, πρόεδρος της Οργανωτικής

Επιτροπής της ημερίδας για τη φωτορρύπανση που διοργανώθηκε πρόσφατα στην

Αθήνα.

Κόστος. Οι συνέπειες του φαινομένου είναι πολλές. «Υπάρχει μια έντονη

οικολογική διάσταση» επισημαίνει η κ. Μεταξά. «Ο άνθρωπος αποκόπτεται από το

φυσικό του περιβάλλον, που μεταξύ άλλων είναι και ο νυχτερινός ουρανός. Σε

δεκάδες είδη ζώων και εντόμων που κινούνται τη νύχτα οι βιολογικοί ρυθμοί

διαταράσσονται, ενώ άλλα αποπροσανατολίζονται». Όπως συμπληρώνει η καθηγήτρια,

υπάρχουν επίσης επιστημονικές επιπτώσεις (οι αστροφωτογράφοι απομακρύνονται

τουλάχιστον 100 χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα προκειμένου να μπορέσουν να

κάνουν τη δουλειά τους), ενώ σημαντικό θεωρείται και το οικονομικό κόστος της

φωτορρύπανσης.

«Μια καλύτερη κατασκευή των εξωτερικών εγκαταστάσεων φωτισμού θα είχε ως

αποτέλεσμα να εξοικονομήσουμε εκατομμύρια ευρώ» εξηγεί η καθηγήτρια. «Το 30%

της ενέργειας που καταναλώνουμε για φωτισμό ουσιαστικά το… πετάμε. Μεγάλο

μέρος του εξωτερικού φωτισμού πάει χαμένο, διότι είτε από κακή κατασκευή είτε

από κακή τοποθέτηση στοχεύει προς τον ουρανό. H ποσότητα του φωτός όχι μόνο

δεν χρησιμεύει, αλλά φωτίζει και τον νυχτερινό ουρανό στερώντας τη μαγεία του

από τους ανθρώπους».

Τα νεοκλασικά. Όπως υποστηρίζουν οι επιστήμονες, υπάρχουν δεκάδες

νεοκλασικά κτίρια στις δύο ελληνικές πόλεις, τα οποία φωτίζονται προς τα πάνω.

«Σε αυτές τις περιπτώσεις θα μπορούσε να αντικατασταθεί ο παλαιός κακός

φωτισμός και να τοποθετηθεί νέος» εξηγεί ο κ. Μιχάλης Πετράκης, διευθυντής του

Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού

Αστεροσκοπείου Αθηνών. «Αλλού θα μπορούσαν να μπουν προστατευτικά κελύφη στις

λάμπες, έτσι ώστε το φως να μην κατευθύνεται προς τον ουρανό. Ακόμη, θα

μπορούσαν να τοποθετηθούν στη θέση των σφαιρικών λαμπτήρων στις πλατείες και

στους δρόμους κάποιοι άλλοι, που δεν θα δημιουργούν περισσότερη θάμβωση από το

φως που πραγματικά προσφέρουν».

H κ. Μεταξά συμπληρώνει ότι είναι βασικό το φωτεινό σώμα να μην επιτρέπει στο

φως της λάμπας των δρόμων να πηγαίνει πλευρικά και προς τα πάνω. «Αν συμβαίνει

αυτό, σχηματίζεται το λεγόμενο «φωτεινό πέπλο», το οποίο προκαλεί τη θάμβωση.

Αυτή είναι η αστρονομική πλευρά του ζητήματος, η οποία δεν γίνεται να λογιστεί

ξέχωρα από τις υπόλοιπες πτυχές του προβλήματος».

Στα… αστραφτερά σημεία της Ευρώπης η νύχτα γίνεται μέρα

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό. Μάλιστα η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη είναι

οι τελευταίες πόλεις που εισήλθαν στο κλαμπ των ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων που

υποφέρουν από τη φωτορρύπανση. Το Παρίσι, η περιοχή που περικλείει Λονδίνο,

Λίβερπουλ και Λιντς στην Αγγλία, η λωρίδα Βελγίου, Ολλανδίας και

Λουξεμβούργου, μαζί με την Μπολόνια και το Ούντινε στη Βόρεια Ιταλία είναι τα

πιο «αστραφτερά» σημεία της Ευρώπης, όπως φαίνονται από το Διάστημα. Εκεί, τα

φώτα όχι μόνο κάνουν τη νύχτα μέρα, αλλά και χιλιάδες αστέρια αόρατα…

Μικρότερη φωτεινότητα, αλλά εξίσου… άδειο ουρανό έχουν όλες οι μεγάλες

αστικές περιοχές της ευρωπαϊκής και αμερικανικής ηπείρου, σύμφωνα με τις

δορυφορικές παρατηρήσεις που κάνουν επιστήμονες στις δύο όχθες του Ατλαντικού.

H χαρτογράφηση της φωτορρύπανσης από δορυφόρους είναι το καλύτερο εργαλείο για

την καταγραφή της έκτασης του προβλήματος.

Vidcast: Face2Face