Ως έτος Καβάφη έχει χαρακτηριστεί η φετινή χρονιά που ήδη έχει κατιούσα φορά.

Κι όμως, αν εξαιρέσουμε μια εικαστική έκθεση στην Αθήνα και δύο εκδηλώσεις της

Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ηρακλείου και του Δήμου Μαλίων, περί άλλα

τυρβάζουμε. Όλα φέτος βρίσκονται κάτω από την οικονομική ομπρέλα, τον εμπορικό

και οικοδομικό πυρετό της προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων και δεν υπάρχει

χώρος ούτε χρόνος για τον Παγκόσμιο Αλεξανδρινό. «Για ποιητές να μιλούμε

τώρα!», παραφράζουμε τον ιστορικό στίχο του, ενθυμούμενοι τον υποψήφιο γαμπρό

που του έκαναν προξενιό δυο νύφες, μια όμορφη αλλά φτωχή και μια άσχημη μα

πλούσια. Εκείνος, τελικώς, προτίμησε να παντρευτεί την πλούσια και άσχημη

λέγοντας ότι: «η ομορφιά χάνεται γρήγορα, όμως τα λεφτά της πλούσιας μένουν

για πάντα».

Είναι γνωστό ότι: «όπου η καρδία υμών, εκεί και ο θησαυρός υμών». Και εις

πείσμα του οικονομικού πυρετού της εποχής μας, ο Καβάφης και διαχρονική αξία

έχει και ομορφιά διαθέτει η σφαιρική ποίησή του, η οποία περιλαμβάνει ποιήματα

«ιστορικά» ή «ψευδοϊστορικά», «φιλοσοφικά», με λεπτή ειρωνεία και «ερωτικά».

Παρά το φετινό σνομπάρισμα, ο μεγάλος ποιητής με τα προσόντα που διαθέτει έχει

«ευτυχήσει» να εκπροσωπείται στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση με δεκατέσσερα

ποιήματα, γιατί οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν ότι η λογοτεχνία και ειδικότερα η

ποίηση του Καβάφη είναι το κατ’ εξοχήν είδος στο οποίο συναντάται «η

πλουσιότερη εκμετάλλευση των δυνατοτήτων της γλώσσας» (κατά τον Σταμάτη

Φιλιππίδη) και η διδασκαλία των κειμένων είναι ένα σπουδαίο εργαλείο για να

αναπτυχθούν ολοκληρωμένα οι μαθητές και να γίνουν άνθρωποι και πολίτες του

κόσμου.

Από τα παραπάνω ανθολογημένα ποιήματα, όμως, τα εννέα είναι «ιστορικά», τα

οποία κατά τον Mario Vitti δεν προσφέρουν «ένα εθνικό άλλοθι ή περιθώρια

πατριωτικών ψευδαισθήσεων», είναι κατά τεκμήριο αντιηρωικά και τα υπόλοιπα

πέντε είναι «φιλοσοφικά», με κοινωνικές προεκτάσεις. Απουσιάζουν δυστυχώς τα

«ερωτικά». Ο Καβάφης, μέχρι το 1927, απέφευγε έστω και με τα λαθρόβια

μονόφυλλα που κυκλοφορούσε χέρι με χέρι να δημοσιεύσει ερωτικά ποιήματα, γιατί

η κοινωνία δεν ήταν διατεθειμένη να ανεχθεί να ακούσει για προχωρημένες

ερωτικές καταστάσεις, επηρεασμένη από την πουριτανική Δύση που μιλούσε περί

«καθαρής ηδονής».

Στην εποχή μας δεν θα έπρεπε να απουσιάζουν από την εκπαίδευση ερωτικά

ποιήματά του, τουλάχιστο της «καθαρής ηδονής», του ετεροφυλικού έρωτα και τα

αισθησιακά. Και διαθέτει ο Καβάφης, δόξα τω Θεώ, υπέροχα, αθώα ερωτικά

ποιήματα, όπως: «επέστρεφε», «επικίνδυνα», «Στου καφενείου την είσοδο», «το

πληκτικό χωριό», «Ρωτούσε την ποιότητα», «Μέρες του 1908».

Υπάρχει, λοιπόν, μια παράλειψη άκρως ενδιαφέρουσα γενικώς για τη Λογοτεχνία

και ειδικώς για τον Καβάφη, όπως την επιδεικνύει ο γράφων σε σεμιναριακές

συνάξεις εκπαιδευτικών και την επαναφέρει με καβαφική, υπαινικτική ειρωνεία, η

Αγγέλα Καστρινάκη: «Είναι οι σχέσεις των δύο φύλων, η αγάπη, ο Έρωτας. Και

είναι ένα πραγματικό κατόρθωμα αυτό, καθώς χρειάζεται κόπος για να αποκλειστεί

το θέμα για το οποίο μιλά το μεγαλύτερο μέρος της λογοτεχνίας», μιλούσαν κρυφά

οι μαθητές του παρελθόντος, μιλούν φανερά πια οι νέοι σήμερα και βλέπουν

προχωρημένες ερωτικές καταστάσεις στα έντυπα και την TV.

Το σχολείο και η Εκκλησία είναι κατά βάση συντηρητικοί οργανισμοί, σ’ αυτό

οφείλεται και η διαχρονική πορεία τους, είναι και θεματοφύλακες αξιών, κάποτε

βέβαια και αντίδρασης. Το σχολείο όμως δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια στην

ερωτική ποίηση του Καβάφη, έστω και αν το ίδιο έπεται των επιστημονικών και

κοινωνικών εξελίξεων, γιατί είναι ο ιδανικός ποιητής που προσφέρει για τους

μαθητές ολοκληρωμένη και ολιστική ποίηση.

Ο Αντώνης Σανουδάκης είναι διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης – συγγραφέας.