Στρατιώτης στη μάχη (Κ. Ν. Σάθας, Έλληνες στρατιώται εν τη Δύσει…, Αθήνα

1885, σ. 42)

Οι επαναστατικές αναταραχές στην Χερσόνησο του Αίμου ήταν διαρκείς ήδη απ’ τον

ΙΓ΄ αιώνα, υποδαυλισμένες και απ’ τα αντικρουόμενα συμφέροντα δυτικών κρατών

για τους προσοδοφόρους εμπορικούς δρόμους της Ανατολικής Μεσογείου. Μόνιμες

εστίες αναρχίας με κίνητρο την εξασφάλιση μεγάλων τιμαρίων έφθειραν την

παραπαίουσα βυζαντινή διοίκηση. Η Άλωση της Πόλης (1453) ήταν τόσο η

επισφράγιση της προϊούσας κατάρρευσης του «χριστιανικού προμαχώνα στην

Ανατολή» όσο και η παγίωση της οθωμανικής παρουσίας στο ευρωπαϊκό προσκήνιο.

Το ντόπιο στοιχείο ήταν εκ των ρυθμιστών στις εναλλαγές της κεντρικής

εξουσίας: επιφανείς Βυζαντινοί στρατιωτικοί οίκοι και αρβανίτικες φάρες

αποτέλεσαν την βάση του τουρκικού και του ενετικού στρατού, που διεκδικούσε

την ελλαδική χερσόνησο, προκειμένου να διατηρήσουν τα προνόμιά τους. Η Βενετία

σπεύδει να συνάψει συνθήκη ειρήνης (18/4/1454) αρνούμενη τον όποιο αντίπαλο

ρόλο της, τηρώντας ουσιαστικά στάση αναμονής. Τα ζωτικά της οχυρά (Μεθώνη,

Κορώνη, Άργος, Μονεμβασιά, Ναύπλιο, Κόρινθος, Ναύπακτος) διασφάλιζαν τον

εμπορικό δρόμο για Κρήτη και Αλεξάνδρεια. Η Τουρκία ήταν απασχολημένη σε

εσωτερικές έριδες και συγκρούσεις στη Βοσνία, την Αλβανία του Γ. Καστριώτη και

την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Στο Δεσποτάτο του Μυστρά ο χορός της

διαδοχής καλά κρατούσε μεταξύ των αδελφών Παλαιολόγων και του Μανουήλ

Καντακουζηνού οι οποίοι χρειάστηκε ν’ αντιμετωπίσουν ένα πρώιμο αγροτικό

κίνημα υπό την αρχηγία του Πέτρου Μπούα Σκλέπα (Χωλού), Μιχαήλ Ράλλη, των

Ασάνηδων, των Μποχαλαίων κ.ά. ζητώντας την βοήθεια του σουλτάνου. Το κίνημα

καταπνίγηκε με την είσοδο 80.000 ιππέων και πεζικού (1458), μα οι διάφοροι

τιμαριούχοι και οι φύλαρχοι των νομαδοκτηνοτροφικών κατουνιών της Πελοποννήσου

καθιερώθηκαν στα στρατιωτικά πράγματα, όπως θα τους συναντήσουμε κι αργότερα.

Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης των ποιημάτων του Μανόλη Μπλέσση, stradioti,

για την άλωση της Λευκωσίας (1571), Βενετία, MDLXI

Ήδη μέσα σε λίγους μήνες νέα επανάσταση ξεσπά στο Μοριά απ’ τους Αρβανίτες της

Αχαΐας οι οποίοι κυριεύουν τα Καλάβρυτα και πολιορκούν την Πάτρα. Το Μούχλι, η

Καρύταινα, η Μπαρδούνια ­ το μεγαλύτερο μέρος της Μάνης ­ επαναστατεί κατά των

Τούρκων και των συνεργατών τους αδερφών Παλαιολόγων, η Ενετία παραμένει

αδρανής και η επανάσταση καταπνίγεται ξανά. Με τη νέα συνθηκολόγηση ο

τουρκικός ζυγός απλώνεται σ’ όλη την Πελοπόννησο εκτός των ενετικών κάστρων

και της Μονεμβασιάς που οχυρώνονται πυρετωδώς νιώθοντας ήδη δίπλα του την

τουρκική ανάσα.

Ο πόλεμος κηρύχθηκε για μια ασήμαντη αφορμή απ’ την Βενετία (1463) και

εγκαινιάστηκε με την κατάληψη του Άργους απ’ τους Τούρκους. Είναι ο Α΄

Ενετοτουρκικός πόλεμος, μα η τελευταία χερσαία επίθεση των Ενετών στην Ανατολή

με στρατό από Ιταλούς αρκεβουζιοφόρους, stradioti και βαρύ ιππικό κοντοτιέρων.

Έκτοτε, τις αμυντικές επιχειρήσεις αναλαμβάνουν οι ναυτικές αποβατικές

δυνάμεις, οι πεζικές φρουρές και οι stradioti.

Οι «terribili stradioti» ήταν «Έλληνες και Αρβανίτες Έλληνες». Χειρίζονταν

κοντές λόγχες, τόξα, ελαφρά σπαθιά, ήταν ελαφρά θωρακισμένοι και δρούσαν ως

ειδικά σώματα επιχειρήσεων. Παράτολμοι, με παροιμιώδη αγριότητα,

στρατολογούνταν και αντάλλασσαν με τους κυρίους (signori) τους «διά της τέχνης

του πολέμου τα προς το ζην». Στρατολογούνταν απ’ την Ελλάδα έως την Δαλματία.

Κόστιζαν άλλωστε πολύ λιγότερο απ’ τους δυτικούς θωρακισμένους ιππείς.

Μάχη στο Φόρνοβο, Ιταλία 1495. Οι stradioti κτυπούν τα πλευρά των Γάλλων

(National Gallery of Art, Ουάσιγκτον).

Ο πόλεμος ελιγμών οργανωνόταν βάσει ξένων μισθοφορικών σωμάτων (compagnie) που

αποβιβάστηκαν με τους αρχηγούς τους (condottieri) με σπουδή, -χωρίς ιδιαίτερη

προεπιλογή ενώπιον των πολεμικών αναγκών-, υπό τους general capitan della

armata di terra Bartoldo d’ Este, του ναυάρχου Alvise Loredano και του general

proveditore Jacomo Barbarigo. Παράλληλα στρατολογήθηκαν έφιππα ελαφρώς

οπλισμένα σώματα υπό τις διαταγές του Μιχαήλ Ράλ(λ)η Ίση του Μέγα capitano

Stradioti (1436-66), «πρώτου άρχοντα του οίκου του Θωμά Παλαιολόγου»

(Σφραντζής) και άνδρα μεγάλης ανδρείας κατά την αναφορά του J. Barbarigo.

Έμπειρος διοικητής των φρουρίων Χελιδονίου, Γρεβενού, Ωλενού, Γλαρέντζας,

λαμβάνει μισθό 120 δουκάτα κι αργότερα (1466) ετήσιο 325 φλωρίνια ως ανταμοιβή

υπηρεσιών. Αναμφισβήτητο στρατιωτικό κεφάλαιο, εκτιμήθηκε απ’ όλους τους

Ενετούς διοικητές στις αναφορές τους στην Γερουσία, ως σύμβουλος στις

στρατιωτικές επιχειρήσεις: «il principal homo de questa Amorea et bon

servitor». Ο spectabilis Michali Ralli, δαπάνησε εξ ιδίων 2.000 δουκάτα

(15/6/1465) για τους 200 stradioti του, όταν οι μισθοί αργούσαν… Μαζί με

τους stradioti Πέτρο και Κορκόδειλο Κλαδά των Βαρδουνίων, τους καμπίτες της

Αργολίδας, τον Νικόλαο Γρ(α)ίτζα, τον Νικόλαο Ράλη, τον Πέτρο Μπούα Σκλέπα

επιχειρούν στον Βραχίονα της Μάνης. Η εξέγερση στα παράλια και το εσωτερικό

της Πελοποννήσου είναι ραγδαία, τα περισσότερα εδάφη της χώρας βρίσκονται σε

ενετικά χέρια και οι Τούρκοι περιορίζονται στα λιγοστά κάστρα.

Η ανεπάρκεια εκσυγχρονισμένου πυροβολικού και οι υπέρογκες δαπάνες διατήρησης

των μισθοφορικών σωμάτων υποχρεώνουν την Γερουσία ν’ αναζητήσει ευρύτερες

συμμαχίες για αντιπερισπασμό. Όμως, η ατμόσφαιρα του «τουρκικού κινδύνου» δεν

απέδωσε, το σταυροφορικό πνεύμα είχε ξεθυμάνει στην άλωση χριστιανικών πόλεων.

Η συγκέντρωση στην Αγκόνα ματαιώνεται, μόνο η ουγγρική συμμαχία

πραγματοποιείται. Αποφασίζεται λοιπόν η οχύρωση του Ισθμού με το ξαναχτίσιμο

του «καταραμένου» Εξαμιλίου Τείχους για ν’ αποκοπεί ο ανεφοδιασμός των

τουρκικών κάστρων του εσωτερικού. Όμως μια απροσδόκητη εξέλιξη αλλάζει τον ρου

των γεγονότων: σε μια προσποιητή υποχώρηση Τούρκων ακιντζήδων (ιππέων) στον

Ακροκόρινθο, και παρά την διαφορετική εκτίμηση του Μιχαήλ Ράλλη, ο ενετικός

στρατός αποδεκατίζεται. Ανάμεσα στους 10.000 άνδρες που μετρούν οι ενετικές

αναφορές έπεσαν ο d’ Este και ο «ευγενής, ρωμαλέος Μιχαήλ Ράλ(λ)ης, απ’ τους

ασεβείς» (Cod. Miscell. 120, 15ος αι.).

Μεταγενέστερο οικόσημο της οικογένειας Μπούα, όπως δημοσιεύτηκε από τον Ι.

Τυπάλδο Λασκαράτο κ.ά. στο Δελτίο Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρίας Ελλάδος,

6 (1986), σ. 176.

Οι Οθωμανοί ξεχύνονται στο εσωτερικό της Πελοποννήσου σφάζοντας και

λεηλατώντας. Χιλιάδες Έλληνες και Αλβανοί καταφεύγουν στα οχυρά, στα κοντινά

νησιά και στα catafighi (δυσπρόσιτα ορεινά). Οι στρατιωτικές ομάδες που

διασώθηκαν, -του Πέτρου Μπούα (Buchia), του Κορκόδειλου Κλαδά, του Μιχαήλ

Ράλλη Δρίμη-, προσπάθησαν να συγκρατήσουν το αυξανόμενο κύμα λιποταξιών προς

τις τουρκικές γραμμές (που υπόσχονταν αμνηστία) ώσπου να φτάσει ο νέος capitan

generale Σιγισμούνδος Πανδόλφος Μαλατέστα. Ο άνεμος όμως είχε ήδη αλλάξει για

τα ενετικά όπλα.

Ο Μαλατέστα, αμφιλεγόμενου στρατιωτικού κύρους, ανήκε σε μια banda nera

(«εταιρεία») του Rimini, ήταν όμως «μια κάποια λύσις». Οι λιγοστές επιτυχίες

που σημείωσε με την απόβασή του στον Μοριά (20/5/1464) χρεώνονταν με

σοβαρότατες απώλειες. Προβλήματα οπλισμού, διενέξεις αξιωματικών και

απειθαρχία καθώς και ο λιμός που ενέσκηψε οδηγούσαν σε απόγνωση τους διοικητές

(rettori) της Πελοποννήσου. Ο Μιχαήλ Ράλλης Δρίμης ορίζεται governatore

Bracchii Mainae (1465) με έδρα την ευρύτερη περιοχή της Κορώνης και μισθό 100

δουκάτα. Έμειναν μόνο 1.500 stradioti (1.000 στο γενικό στρατόπεδο, 500 στα

φρούρια), άθλιοι και φοβισμένοι, αφού την ύπαιθρο όριζαν οι Τούρκοι. Νέα

τουρκική εισβολή στα λιγοστά αυτά οχυρά ματαιώνεται από τον λιμό. Η συσσώρευση

και η αδράνεια υπέρογκου πληθυσμού προκαλεί τις αντιδράσεις των αστών

(cittadini) που ζητούν ανακωχή και εμπορικές επαφές με τους όμορους Τούρκους.

Ο Πέτρος Μπούας με τον Μιχαήλ Ράλλη Δρίμη συντηρούν τις λεηλασίες με 100

stradioti. Ο Malatesta γυρνά τελικά στο φέουδό του στο Rimini που φαίνεται πως

κινδυνεύει (1465). Ο J. Barbarigo παραπονιέται για την φιλοχρηματία του άνδρα

που υποσχόταν πολλά κι έκανε ελάχιστα δαπανώντας υπέρογκα ποσά για άχρηστους

άνδρες («questi suo desutili»). Απολογισμός της παρουσίας του, η μεταφορά των

οστών του φιλοσόφου Πλήθωνα στο Rimini (Sathas).

Νέα εφόδια, στρατιώτες και γενικός αρχηγός ο Girolamo Novello Allegri da

Verona τάσσονται έναντι των ανανεωμένων τουρκικών μονάδων που εισρέουν στον

Μοριά. Όμως, μια απελπισμένη έφοδος στην Πάτρα, μετά από μήνες αποκλεισμού στα

κάστρα, θα στερήσει απ’ την Ενετία και τον νέο της capitano. Ο στρατός

αποδεκατίζεται στην Καλαμάτα (1466) ο ναύαρχος Capello πεθαίνει στην Χαλκίδα

που θα πέσει κι εκείνη στα 1470. Οι άνθρωποι του Ράλλη και του Πέτρου Μπούα,

Αρβανίτες του Βόμερου, Ωλένου, Χελιδονίου καταφεύγουν στη Ζάκυνθο απ’ όπου

διώκονται και πάλι το 1479 όταν το νησί λεηλατείται απ’ τους Τούρκους.

Ο πόλεμος που εξαπλώθηκε απ’ τον Μοριά ως τη Ρόδο και τον μυχό της Αδριατικής

ήταν πλέον εφιάλτης για την Δημοκρατία του Αδρία. Το 1479 αποδέχεται και ο

σουλτάνος την πρόταση ειρήνης ενώπιον επαναστατικών κινήσεων στον Πόντο.

Ανάμεσα στους όρους της συνθήκης περιλαμβανόταν, ρητά ή σιωπηρά, η εκκένωση

των «ευαίσθητων» περιοχών απ’ τους «ενοχλητικούς stradioti». Πράγματι, τα

σώματα stradioti θα διοχετευθούν στο Φρίουλι, στην Κύπρο, στην Κρήτη και στα

ιταλικά ιδίως κρατίδια. Ο Μιχαήλ Ράλλης Δρίμης θα πολεμήσει στην Φερράρα

αρχηγός (capo) 200 stradioti, ο Πέτρος Μπούας στις Δαλματικές Ακτές και στο

Φόρνοβο. Ανάμεσα στις διάφορες αιτιάσεις για την ήττα, ο proveditore Marco

Barbarigo θα γράψει στη Γερουσία πως «οι Έλληνες και οι Αρβανίτες δεν είναι

παρά ένας λαός που μισεί κάθε ξένο».

Η συνθήκη ειρήνης άφηνε τον Μοριά σε νέα αναστάτωση: πολλά τιμάρια stradioti

έπρεπε να παραδοθούν στους Τούρκους. Νέα επανάσταση φούντωσε με πρωταγωνιστές

τον Κορκόδειλο Κλαδά του Έλους (Γύθειο, 1425-1490), τον Θεόδωρο Μπούα και τον

Μέξα Μποζίκη. Αρχικά ως αυτόνομο κίνημα, ξεσήκωσε 16.000 αρματωμένους

σαστίζοντας την Γερουσία που προσπαθούσε να εξηγήσει γιατί μαζί με το δικέφαλο

μπαϊράκι ο Κλαδάς σήκωνε και το λιοντάρι του Αγίου Μάρκου… Και μπορεί και ο

Κλαδάς με την σειρά του να απομακρύνθηκε επιδέξια από την Μάνη όσο η Βενετία

δεν τον χρειαζόταν εκεί, μα πάντα το βλέμμα του ήταν στραμμένο στον ελληνικό

χώρο, όπως όλων των stradioti των ξένων δυνάμεων, -ιδίως στο προγονικό του

τιμάριο!

Τα πρώτα επαναστατικά κινήματα μετά την Άλωση συνδεδεμένα με ξένες δυνάμεις

κατανοούνται περισσότερο στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ιστορίας, παρά ως κινήματα

αυτοδιάθεσης των λαών της χερσονήσου. Η πανσπερμία των ιδιαίτερων τοπικών

χαρακτηριστικών και η αδυναμία χειραφέτησης ομάδων που είχαν μια σχετική

δύναμη (όπως ήταν οι stradioti) αποδυνάμωνε οποιοδήποτε αυτόνομο κίνημα

εναντίον του κατακτητή. Άλλωστε, η ίδια αδυναμία συντονισμού παρουσιαζόταν και

στις δυτικές δυνάμεις, εκπορευόμενη από τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα της

κάθε μιας. Το σύνηθες αποτέλεσμα ήταν ν’ αφήνεται η πρωτοβουλία των κινήσεων

στους Τούρκους που έκλειναν τα διαδοχικά μέτωπα και χτυπούσαν οργανωμένοι,

έχοντας έτσι περισσότερες πιθανότητες νίκης.

Βιβλιογραφία

1. Κ. Ν. Sathas, Documents inédits relatifs à l’

histoire de la Grèce au Moyen Äge, publiés sous les

auspices de la Chambre des députés de Grèce. Tom. VI:

Jacomo Barbarigo, Dispacci della guerra di Peloponneso (1465-6), Paris,

1880-90, σ. 1-116.

2. R. Lopez, Il principio della guerra veneto-turca nel 1463.

«Archivio Veneto», 5 serie, 15(1934), σ. 47-131.

3. Αντ. Χ. Χατζή, Οι Ραούλ, Ράλ, Ράλαι 1080-1800. Ιστορική

Μονογραφία, Μόναχο, 1909, σ. 48-50

4. Αντ. Γ. Μομφερράτου, Σιγισμούνδος Πανδόλφος Μαλατέστας. Πόλεμος

Ενετών και Τούρκων εν Πελοποννήσω κατά 1463-6. Αθήνα, 1914.

Η Κατερίνα Β. Κορρέ είναι Ιστορικός­ Ερευνήτρια