Οταν ανακοινώνει μια επιθετική πολιτική, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ συνήθως προσφέρει κάποια γκροτέσκα δικαιολόγησή της – μια παράλογη επινόηση που υποτίθεται πως πρέπει να χαραχτεί στη μνήμη μας ως αιτιολόγηση της βίας. Οσο περισσότερο καταπίνουμε αυτά τα ψέματα τώρα τόσο δυσκολότερο θα είναι να αμφισβητήσουμε μελλοντικά ψεύδη. Αυτή είναι η μαγεία του Μεγάλου Ψέματος, όπως εξήγησε ο Χίτλερ στο έργο του «Ο αγών μου»: Πες ένα τερατώδες ψέμα τόσο εξωφρενικό, ώστε οι άνθρωποι να μην μπορούν να πιστέψουν ότι δεν είναι αλήθεια. Το μεγαλύτερο ψέμα του Χίτλερ ήταν ο ισχυρισμός ότι μια διεθνής εβραϊκή συνωμοσία ήταν η πηγή των δεινών της Γερμανίας – ένας αποδιοπομπαίος τράγος στον οποίο μπορούσαν να αποδοθούν όλα τα προβλήματα, απαλλάσσοντας τους υπόλοιπους από κάθε ευθύνη.

Τα μεγάλα ψέματα του Τραμπ είναι σχεδόν αμέτρητα. Ισως το πιο ευέλικτο από αυτά είναι ότι η πολιτική του εστιάζει στην καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου φαιντανύλης. Στις αρχές της δεύτερης θητείας του, ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι ο Καναδάς επιτέθηκε πρώτος στις Ηνωμένες Πολιτείες επιτρέποντας στη φαιντανύλη να ρέει ελεύθερα πέρα από τα σύνορα. Και πραγματικά, δεν θα έπρεπε να γίνει η 51η Πολιτεία των ΗΠΑ; Αυτό το παράπονο αποτέλεσε πρόσχημα για την επιβολή δασμών στις καναδικές εξαγωγές. Ομως όταν ο Τραμπ βάζει τον Καναδά και το Μεξικό στο ίδιο τσουβάλι και ισχυρίζεται ότι η φαιντανύλη «ξεχειλίζει» από τα σύνορα και των δύο χωρών, λέει ψέματα. Το 2024, μόλις περίπου 0,2% της φαιντανύλης που κατασχέθηκε από τις αμερικανικές συνοριακές Αρχές προερχόταν από τον Καναδά, κάτι μάλιστα που δεν αναφερόταν καν στην Εθνική Εκτίμηση Απειλής από τα Ναρκωτικά για το 2024 της Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών των ΗΠΑ (DEA).

Τους τελευταίους, όμως, μήνες η κυβέρνηση Τραμπ έχει κατασκευάσει μια ακόμη πιο σκοτεινή γεωπολιτική φαντασίωση: ότι τα στρατιωτικά πλήγματα εναντίον μικρών σκαφών σε διεθνή ύδατα είναι αναγκαία για την αποτροπή του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Αν και είναι ευρέως αναγνωρισμένο ότι οι επιθέσεις αυτές δεν θα σταματήσουν τη ροή φαιντανύλης προς τις ΗΠΑ, ο Τραμπ δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα συνεχίσει «να σκοτώνει ανθρώπους που φέρνουν ναρκωτικά στη χώρα μας».

Παρόλο που τα βίντεο των επιθέσεων προσφέρουν υλικό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι οι στόχοι ήταν διακινητές ναρκωτικών.

Η τραγωδία είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν το υψηλότερο ποσοστό θανάτων από οπιοειδή στον κόσμο, κυρίως λόγω του συστήματος Υγείας που κινείται με βάση το κέρδος, κατευθύνοντας τους ανθρώπους προς τη φαρμακευτική ανακούφιση του πόνου, αλλά δεν προσφέρει τα κίνητρα για την εντατική, μακροχρόνια φροντίδα που απαιτείται για την αντιμετώπιση του εθισμού. Η κρίση άρχισε από ένα σχέδιο κερδοσκοπίας της Purdue Pharma, της αμερικανικής φαρμακευτικής εταιρείας που ανέπτυξε και προώθησε επιθετικά το δημοφιλές οπιοειδές αναλγητικό OxyContin.

Οι Αμερικανοί που ζουν στο επίκεντρο της κρίσης εθισμού τείνουν να ψηφίζουν Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Χωρίς τη στήριξή τους, ο Τραμπ δεν θα είχε ποτέ εκλεγεί. Τραμπ και Βανς είναι ευαίσθητοι απέναντι στην επιδημία των οπιοειδών, με την έννοια ότι βλέπουν αυτή την πηγή δυστυχίας ως πολιτικό κεφάλαιο που μπορεί να στραφεί εναντίον ενός εχθρού της επιλογής τους – είτε πρόκειται για έναν σύμμαχο, όπως ο καναδός πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνεϊ, είτε για έναν αντίπαλο, όπως ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο.

Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε την ψυχολογία που εκμεταλλεύονται ο Τραμπ και ο Βανς. Οι εθισμένοι τείνουν να κατηγορούν άλλους για την κατάστασή τους. Τα ψέματα λειτουργούν επειδή μεταθέτουν την ευθύνη. Το να κατηγορούνται άλλες χώρες για την κρίση των οπιοειδών αποτελεί ελκυστική μορφή ηθικής εκχώρησης ευθύνης για τους Αμερικανούς. Οι πόλεμοι αρχίζουν με λόγια, πράγμα που σημαίνει ότι τα λόγια πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη πριν ξεσπάσει η σύγκρουση.

Ο Τίμοθι Σνάιντερ είναι καθηγητής Σύγχρονης Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Munk School of Global Affairs and Public Policy του Πανεπιστημίου του Τορόντο και μόνιμος συνεργάτης του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Επιστημών στη Βιέννη