Η Μόσχα συνεχίζει να υπονομεύει καθημερινά την ειρηνευτική πρωτοβουλία του Ντόναλντ Τραμπ για την Ουκρανία, επιμένοντας ότι πρέπει να έχει βέτο σε οποιαδήποτε μεταπολεμική υποστήριξη προς τη χώρα, καθώς οι δυνάμεις της πραγματοποίησαν μία από τις μεγαλύτερες πυραυλικές επιδρομές κατά τη διάρκεια της νύχτας με 574 drones και 40 πυραύλους – μεταξύ άλλων επλήγη και ένα αμερικανικό εργοστάσιο ηλεκτρονικών στη Δυτική Ουκρανία.

Αμήχανος ο Τραμπ επέλεξε να επικρίνει πάλι τον προκάτοχό του και να συγκρίνει την Ουκρανία με μια «ομάδα που πρέπει να παίξει καλή επίθεση». «Είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να κερδίσεις έναν πόλεμο χωρίς να επιτεθείς στην εισβάλλουσα χώρα. Είναι σαν μια σπουδαία ομάδα που έχει φανταστική άμυνα, αλλά δεν μπορεί να παίξει επιθετικά. Δεν υπάρχει καμία πιθανότητα νίκης!», έγραψε ο Ντόναλντ Τραμπ στο Truth Social. «Ετσι έγινε με την Ουκρανία και τη Ρωσία. Ο διεφθαρμένος και ανίκανος Τζο Μπάιντεν δεν επέτρεψε στην Ουκρανία να επιτεθεί, μόνο και μόνο για να αμυνθεί», τόνισε, προσθέτοντας ότι «έρχονται ενδιαφέρουσες στιγμές» για να δημιουργήσει κάποια αισιοδοξία.

Αισιοδοξία που όμως δεν προκαλείται από τις σκληροπυρηνικές δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ, ο οποίος τόνισε ότι οι ευρωπαϊκές προτάσεις για την ανάπτυξη στρατευμάτων στην Ουκρανία έπειτα από μια διευθέτηση θα ισοδυναμούσαν με «ξένη επέμβαση», την οποία χαρακτήρισε απολύτως απαράδεκτη για τη χώρα του. Προσπάθησε και πάλι να βάλει στο παιχνίδι την Κίνα, επαναλαμβάνοντας ότι η Ρωσία θέλει να επιστρέψει στη συζήτηση πλαισίου που προτάθηκε στις ειρηνευτικές συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη το 2022, βάσει του οποίου η Μόσχα και το Πεκίνο θα βοηθούσαν στην εγγύηση της ασφάλειας της Ουκρανίας παράλληλα με τους ευρωπαίους συμμάχους – όροι που το Κίεβο θεωρεί απαράδεκτους. «Οτιδήποτε άλλο… είναι μια απολύτως μάταιη επιχείρηση», είπε ο Λαβρόφ, ο οποίος αμφισβήτησε για άλλη μία φορά το κατά πόσο ο Ζελένσκι έχει τη νομιμοποίηση να υπογράψει οποιαδήποτε μελλοντική ειρηνευτική συμφωνία – άλλο ένα δείγμα ότι ο Πούτιν δεν προτίθεται να συναντηθεί μαζί του, ό,τι κι αν είπε στον Τραμπ.

Η αισιοδοξία δεν υποστηρίζεται ούτε από τους όρους που φαίνεται να έθεσε ο Βλαντίμιρ Πούτιν στον Ντόναλντ Τραμπ κατά τη συνάντησή τους στην Αλάσκα και περιέγραψαν τρεις πηγές στο πρακτορείο Ρόιτερ. Οι όροι είναι: να εγκαταλείψει η Ουκρανία ολόκληρη την περιοχή του Ντονμπάς, να παραιτηθεί από την προοπτική ένταξης στο ΝΑΤΟ, να παραμείνει ουδέτερη και να αποκλείσει την παρουσία δυτικών στρατευμάτων στο έδαφός της.

Mπροστά στις απαιτήσεις αυτές αναρωτιέται κάποιος ποιες συμβιβαστικές λύσεις μπορεί να βρεθούν για τις εγγυήσεις ασφαλείας που τόσο απεγνωσμένα χρειάζεται η Ουκρανία. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο συγκάλεσε σύνοδο των συμβούλων εθνικής ασφάλειας των ευρωπαίων εταίρων για το θέμα αυτό. Θα πρέπει, σύμφωνα με τους «New York Times», να εξισορροπήσει την επιμονή του Τραμπ να μη σταθμεύουν αμερικανικά στρατεύματα στην Ουκρανία με την ανάγκη να καθησυχάσει τον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι ότι η χώρα του θα έχει υποστήριξη σε περίπτωση που ο Πούτιν παραβιάσει οποιαδήποτε ειρηνευτική συμφωνία και επιτεθεί ξανά.

Οι ευρωπαίοι ηγέτες διερευνούν πιθανές εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία μετά τον πόλεμο, βασιζόμενοι στην υπόσχεση του Τραμπ να υποστηρίξει τη χώρα σε οποιαδήποτε συμφωνία με τη Ρωσία. Η Γαλλία, η Βρετανία και η Εσθονία έχουν δηλώσει ότι θα μπορούσαν να στείλουν στρατεύματα σε μια μεταπολεμική Ουκρανία, ενώ πολλά άλλα έθνη δήλωσαν ότι θα μπορούσαν να συμμετάσχουν, αν και πολλά εξαρτώνται από τη συμμετοχή των ΗΠΑ.

Οι συζητήσεις των συμμάχων για την αποστολή ευρωπαϊκών ειρηνευτικών δυνάμεων για την προστασία της Ουκρανίας έχουν προκαλέσει αντιδράσεις στη Γερμανία, μια χώρα που δεν μπορεί να ξεχάσει το μιλιταριστικό ναζιστικό παρελθόν της. Ο καγκελάριος Μερτς δηλώνει ανοιχτός στη συμμετοχή της χώρας του σε πιθανή ειρηνευτική αποστολή, σημειώνει όμως ότι για κάτι τέτοιο απαιτείται εντολή της Μπούντεσταγκ. Ακόμα και ο υπουργός Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεφουλ προειδοποίησε ότι η αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία «πιθανώς θα δημιουργήσει προβλήματα». Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Forsa, το 49% των Γερμανών θα υποστήριζε την αποστολή γερμανών στρατιωτών σε μια ευρωπαϊκή ειρηνευτική δύναμη, αλλά το 45% αντιτίθεται – σε σύγκριση με πολύ ισχυρότερες πλειοψηφίες «υπέρ» στη Βρετανία και τη Γαλλία. Ο σκεπτικισμός είναι ιδιαίτερα έντονος στην Ανατολική Γερμανία, όπου τρία κρατίδια θα διεξαγάγουν εκλογές τον επόμενο χρόνο.