Ο ένας απευθύνεται στον λαό και του λέει: «Ας είμαστε ειλικρινείς, αποτύχαμε». Ο άλλος απευθύνεται στην αγάπη του και της λέει: «Είσ’ η μία, ο κόσμος μου είσ’ εσύ / Απλά υποσχέσου μου ποτέ μας να μη γίνουμ’ αυτοί».

«Η αισιοδοξία είναι καθήκον», έλεγε ο Καρλ Πόπερ. «Το μέλλον είναι ανοιχτό. Δεν είναι προκαθορισμένο. Κανείς δεν μπορεί να το προβλέψει, παρά μόνο συμπτωματικά. Ολοι συμβάλλουμε στον καθορισμό του με τις πράξεις μας. Ολοι είμαστε εξίσου υπεύθυνοι για την επιτυχία του». Αλλά οι νέοι της Ελλάδας – και όχι μόνο της Ελλάδας, όμως ας μείνουμε σ’ αυτούς – δεν συμφωνούν. Δεν πιστεύουν ότι συμβάλλουν με τις πράξεις τους στον καθορισμό του μέλλοντος. Δεν είναι αισιόδοξοι. Και τραγουδούν μαζί με τον ΛΕΞ «Η ζωή μας είναι ζάρι, πέσιμο στον Βαρδάρη / Αμάξι που μαρσάρει δέκα μέτρα πριν στουκάρει».

Βαριά λέξη το «αποτύχαμε». Γενναία. Υπό τον όρο βέβαια να ακολουθείται από κάτι πειστικό και όχι από κλισέ του τύπου «έφτασε η ώρα το απόστημα να σπάσει». Τώρα έφτασε; Τα έξι προηγούμενα χρόνια ήταν μια διερευνητική διαδικασία, μια ανίχνευση εδάφους; Και η απόδειξη της τομής που θα κάνει επιτέλους τώρα ο Πρωθυπουργός είναι η αντικατάσταση του Βορίδη από τον Πλεύρη;

Είναι μύθος ότι οι νέοι δεν ενδιαφέρονται για την πολιτική. Μπορεί στην ηλικιακή κατηγορία 19-29 ετών αυτοί που ενδιαφέρονται «σε μεγάλο βαθμό» για τα κοινά να μην υπερβαίνουν το 20%, αλλά μαζί μ’ αυτούς που «μάλλον ενδιαφέρονται» ή είναι «κάπου στη μέση» ξεπερνούν το 75%. Και οι έρευνες, άλλωστε, δείχνουν ότι στις τελευταίες εκλογές ψήφισαν πάνω από 7 στους 10 πολίτες αυτής της ηλικίας. Το ζήτημα είναι τι εισπράττουν από την ενασχόλησή τους με την πολιτική. Πόσο νιώθουν ότι προχωρούν τα πράγματα, σε σχέση με τον εαυτό τους και τη χώρα.

Να το πούμε διαφορετικά: για να πειστεί η νέα γενιά ότι οι απίστευτοι διάλογοι που έρχονται αυτές τις μέρες στη δημοσιότητα με αφορμή το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ αποτελούν κατάλοιπα του παρελθόντος, εστίες αντίστασης στην καθημερινή μάχη που δίνει η μεταρρυθμιστική μας κυβέρνηση με το βαθύ κράτος, θα πρέπει να διαπιστώνει μια σταθερή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων σε άλλα πεδία. Αντί γι’αυτό, βλέπει μια ανακύκλωση παλιών πρακτικών και μια διαιώνιση ξεπερασμένων αντιπαραθέσεων, που στην καλύτερη περίπτωση διακόπτονται από ατομικές προσπάθειες σε μεμονωμένους τομείς. Ελκεται προς στιγμήν από τον καταγγελτικό λόγο της αντιπολίτευσης, γρήγορα όμως καταλαβαίνει ότι κι η δική της αξιοπιστία δεν είναι μεγαλύτερη από εκείνη της κυβέρνησης.

Κι έτσι τρέχει στο στάδιο, σηκώνει τα χέρια ψηλά και τραγουδά μαζί με τον ΛΕΞ «Μη ρωτάς τι κάνω, γιατί σου το είπα μόλις / Σέρνω το κουφάρι μου μες στις μεγαλουπόλεις», όχι επειδή πάσχει από κανέναν μηδενισμό ή καμιά κατάθλιψη, αλλά επειδή νιώθει ασφυξία και καίγεται να εκφραστεί.