Ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility, RRF) και το σχετικό Ταμείο που δημιουργήθηκε αποτελούν μια μοναδική ευκαιρία ουσιαστικής αναβάθμισης και αναμόρφωσης του παραγωγικού μοντέλου των χωρών της ΕΕ. Συστάθηκε με σκοπό τον μετασχηματισμό των οικονομιών και την αντιμετώπιση των προκλήσεων που δημιουργήθηκαν από την πανδημία του Covid-19. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία για την εις βάθος ανάκαμψη της οικονομίας. Μια ανάκαμψη που είναι απολύτως απαιτητή ύστερα από μία δεκαετία στην οποία το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε πάνω από 25% (€224 δισ. το 2010, €165 δισ. το 2020), οι επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου περιορίστηκαν στα €18,4 δισ. το 2020 (από €37,1 δισ. που ήταν το 2010), ενώ το ανοικτό υπόλοιπο της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις συρρικνώθηκε στα €66 δισ. το 2020 (από €116 δισ. που ήταν το 2010). Στο πλαίσιο αυτό, η ταχεία διοχέτευση των πόρων του Ταμείου σε παραγωγικές επενδύσεις είναι βέβαιο ότι θα συνεισφέρει ουσιαστικά στην κάλυψη αυτού του επενδυτικού κενού που προκάλεσε η οικονομική αλλά και η υγειονομική κρίση. Ο βαθμός, ωστόσο, συνεισφοράς θα επηρεαστεί προφανώς από τον τρόπο αξιοποίησης και τις επιμέρους παραμέτρους εφαρμογής. Δεδομένου ότι το Ταμείο Ανάκαμψης απαρτίζεται από δύο σκέλη, τις επιχορηγήσεις και επιδοτήσεις ύψους €18 δισ. και τα χαμηλότοκα δάνεια ύψους €13 δισ., ο τρόπος αξιοποίησης των πόρων αυτών θα καθορίσει εν τέλει τον βαθμό επίδρασής τους στην οικονομία. Κρίσιμο στοιχείο αποτελεί συγχρόνως ο βαθμός συνέπειας των επενδύσεων με τη στοχοθεσία τόσο του κανονιστικού πλαισίου του Ταμείου Ανάκαμψης όσο και της εγχώριας στρατηγικής και πολιτικής κατεύθυνσης.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ