Τραγούδια της τάβλας*
Ενα πολιτικό τραπέζωμα εν μέσω πανδημίας. Με 15, 20 ή 30 άτομα. Και με επίσημο καλεσμένο τον Πρωθυπουργό. Φαντάζομαι ότι στο σπίτι της οικογένειας του βουλευτή Στεφανάδη θα ήταν στο πόδι τουλάχιστον μία εβδομάδα. Δεν είναι και απλό να φιλέψεις κοτζάμ πρωθυπουργό. Και να οι σαλάτες, και να τα ορεκτικά, και να τα ψάρια, διότι το Σάββατο το μεσημέρι το θέλει το ψάρι του – σου λέει, το κρέας θα βαριοκάτσει, έχει και ταξίδι μετά (η καλή νοικοκυρά βέβαια οφείλει να έχει στο πλάι και ένα ελαφρύ κρεατάκι διά παν ενδεχόμενο). Ασε τις γενικές καθαριότητες και τα σερβίτσια τα επίσημα που πρέπει να πλυθούν και να σκουπιστούν, δεν λέει να πίνουν αξιωματούχοι της κυβέρνησης σε θαμπά ποτήρια. Δεν είναι και το σπίτι μεγάλο, πρέπει να χωρέσουνε τρία τραπέζια, αν τραβήξουμε λίγο τον γωνιακό καναπέ θα ανοίξει ο χώρος, η ροτόντα των χαρτιών, η σπαστή, η τσόχινη, μια χαρά θα είναι με ένα τραπεζομάντιλο.
Βεβαίως, η παραπάνω παράγραφος είναι φανταστική όσον αφορά την περιγραφή της προεόρτιας ατμόσφαιρας, πολύ κοντά όμως στο τι συμβαίνει όταν στο μέσο ελληνικό σπίτι περιμένουν υψηλούς μουσαφιραίους. Πολύ περισσότερο όταν ο βουλευτής ενός μικρού νησιού περιμένει τον πρωθυπουργό. Πρόκειται εδώ για τη λαγνεία προς τους φορείς της εξουσίας – εθνικό χαρακτηριστικό μας με πιθανές αναγωγές σε πολλές περιόδους της ιστορίας μας. Και τέλος πάντων όλοι έχουμε δει το «Τζένη Τζένη» των Πρετεντέρη – Γιαλαμά, σε σκηνοθεσία Δημόπουλου. Α ρε καημένε Γκόρτζο, τι όνειρο να είδες χθες.
Ικαριώτικος
Επί της ουσίας τώρα για τα όσα συνέβησαν το Σάββατο στην Ικαρία. Και στην προκειμένη περίπτωση η ουσία συμπίπτει με τους τύπους. Ηταν λάθος του Κυριάκου Μητσοτάκη να παραβρεθεί στο τραπέζωμα; Ηταν. Επικοινωνιακό μεν, αλλά εν μέσω περιοριστικών μέτρων η επικοινωνία είναι η ουσία. Και τα «κέρδη» πιστώνονται άμεσα. Τα αποτελέσματα της εξαιρετικής επικοινωνιακής πολιτικής στο πρώτο κύμα του Covid καταγράφηκαν στις δημοσκοπήσεις και έδωσαν στο κυβερνών κόμμα ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά στην ιστορία του.
Ούτε ξέρω ούτε με ενδιαφέρει γιατί έπεσε τόσο πολύ ο πήχης όσον αφορά τα μηνύματα της κυβέρνησης στο δεύτερο κύμα. Προσωπικά δεν πιστεύω και τόσο πολύ στη δύναμη του παραδείγματος. (Εχω την εντύπωση ότι ο μέσος Ελληνας θέλει από τους άρχοντές του να δίνουν το καλό παράδειγμα για να τακτοποιήσει έτσι τα ενοχικά του και να μπορεί ο ίδιος να παρανομεί και να ξεσαλώνει αβέρτα). Οι εικόνες όμως από την Ικαρία, και ό,τι αυτές σηματοδοτούν, μας γυρίζουν πίσω σε μια εποχή που τα απόνερά της μας βρέχουν ακόμη τα πόδια. Στην εποχή των «Γκόρτζων» και της κομματικής ομερτά, σε μια εποχή που τα γλεντοκόπια του Πολάκη και τα πάρτι γενεθλίων του Βερβεσού ήταν απολύτως αποδεκτά. Ως αισθητική εννοώ, διότι αυτή είναι από τις περιπτώσεις όπου η αισθητική ταυτίζεται απόλυτα με την ηθική.
Αθάνατη Ελλάδα,
γεια σου, με τα ωραία φαγητά σου
Στα όσα έγιναν και στα όσα απαθανατίστηκαν στην Ικαρία αποτυπώνονται όμως και πολλά εθνικά κουσούρια μας. Το σπίτι του βουλευτή με τις προφανείς αυθαιρεσίες – εκείνο το κομμάτι της κεραμοσκεπής που έγινε βεραντάκι πρέπει να έχεις, νομίζω, την κουτοπονηριά έλληνα εργολάβου σε συνδυασμό με ευρηματικότητα επιπέδου Ρεμ Κούλχαας για να το φτιάξεις. Ο επίσης μεγάλος συνωστισμός λίγα μέτρα παρακάτω των μαινόμενων – χωρίς λόγο – αντιφρονούντων. Η κυρία που βιντεοσκόπησε τη συγκέντρωση στο σπίτι και την ανάρτησε, βρίζοντας τον Πρωθυπουργό με τη γνωστή λέξη που αρχίζει από «παλιό» και τελειώνει με αναφορά σε ομοφυλοφιλική επιλογή, ενώ στο προφίλ της έχει μηνύματα στη μνήμη του Ζακ Κωστόπουλου. Η υστερία ότι το πρωθυπουργικό λάθος διορθώνεται μόνο με… παραίτηση. Και η σωρεία των «επικοινωνιολόγων για ένα Σου-Κου» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.







