Η απόπειρα πραξικοπήματος κατά του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις 15 Ιουλίου 2016 σηματοδοτεί τη μετάβαση στην Τουρκία που γνωρίζουμε σήμερα, δηλαδή μια χώρα πλήρως συνυφασμένη με τις ιδεολογικές προκαταλήψεις και το όραμα του ηγέτη της, όπως και με την τάση ανασυγκρότησης του κόσμου με όρους ταυτότητας και θρησκευτικών πεποιθήσεων.

Εντός του πλαισίου της Τουρκίας, οι εξελίξεις του 2016 δεν σηματοδοτούν ιδιαίτερη έκπληξη αναφορικά με τις εκκαθαρίσεις δημοσίων υπαλλήλων ή το κυνήγι μαγισσών εναντίον πραγματικών ή φανταστικών αντιπάλων και εχθρών. Για παράδειγμα, ως αποτέλεσμα της απόπειρας πραξικοπήματος, περισσότεροι από 500.000 άνθρωποι τέθηκαν υπό προσωρινή κράτηση, ενώ σχεδόν 200.000 κρατικοί λειτουργοί απολύθηκαν ή τέθηκαν σε διαθεσιμότητα. Ενώ ποτέ άλλοτε τόσο πολλοί δημόσιοι λειτουργοί δεν εκδιώχθηκαν σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, η χρησιμοποίηση εκκαθαρίσεων από τα κόμματα εξουσίας ως μεθόδου διαχείρισης του διοικητικού μηχανισμού δεν είναι πρωτοφανής. Αυτή η μέθοδος έχει χρησιμοποιηθεί εκτεταμένα στο παρελθόν με κάθε αλλαγή κόμματος εξουσίας.

Το καινοτόμο είναι ότι για πρώτη φορά μετά τις αρχές της δεκαετίας του 1950, όταν το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα που ίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ το 1923 έχασε το μονοπώλιο να ελέγχει τον κρατικό μηχανισμό, ένα κόμμα από τα πολλά στο σημερινό πολυκομματικό σύστημα της χώρας – δηλαδή το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) – έχει καταφέρει να επιβληθεί πλήρως στους κρατικούς θεσμούς, συμπεριλαμβανομένων και των δυνάμεων ασφαλείας, που φαίνεται να έχουν συμμορφωθεί με τις επιταγές του κυβερνώντος κόμματος.

Με άλλα λόγια, η απώθηση των πραξικοπηματιών έδωσε την ευκαιρία στον πρόεδρο Ερντογάν και των πολιτικών, κοινωνικών, και οικονομικών δυνάμεων που τον στηρίζουν να επιβληθούν σχεδόν ολοκληρωτικά στον δημόσιο βίο, ανεξαρτήτως των κακουχιών διαρκείας, όπως η εκτεταμένη οικονομική κρίση, που πλήττουν τη χώρα.

Ως εκ τούτου, τα γεγονότα του Ιουλίου του 2016 επιτάχυναν και δυνάμωσαν την ήδη από τον Ιούνιο του 2015 πολιτική προσέγγιση μεταξύ του AKP και του ακροδεξιού Κόμματος Εθνικής Δράσης (MHP) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Αυτή η απόπειρα νέας σύνθεσης εξουσίας που διαρκεί μέχρι σήμερα, όπου υπό την ίδια πολιτική σκεπή συστεγάζονται το πολιτικό Ισλάμ που προβάλλει το AKP με τον υπερεθνικισμό και τον αντιδυτικισμό του MHP, έχει οδηγήσει τη χώρα σε μια περιπέτεια στρατηγικής αυτονόμησης από τη Δύση και τους θεσμούς της.

Δηλαδή, εντάθηκε ο ήδη υπάρχων σκεπτικισμός της Τουρκίας απέναντι στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αναφορικά με μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής και αιχμή την ήπια αντίδραση κατά της απόπειρας πραξικοπήματος από δυτικούς παράγοντες, με την τουρκική ηγεσία σε να αναδιαμορφώνει την εξωτερική της πολιτική και πολιτική ασφάλειας. Ως αποτέλεσμα, η συμμαχία του AKP και του MHP έδωσε έμφαση στη μείωση της εξάρτησης της Τουρκίας από τους αμερικανούς και τους ευρωπαίους δρώντες.

Η αιχμή του δόρατος της νέας αυτής προσέγγισης οδήγησε στην τόνωση και γιγάντωση της ανάπτυξης της εγχώριας στρατιωτικής βιομηχανίας, όπως και στη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, με την προώθηση εξερεύνησης πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο και την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, μεταξύ άλλων.

Με άλλα λόγια, η χώρα οδηγήθηκε στην ανάπτυξη και προβολή πολιτικών όπως η Γαλάζια Πατρίδα και την εφαρμογή του δόγματος της «Νέας Τουρκίας» (Yeni Turkïye) που προβάλλει μια μη εξαρτημένη Τουρκία με μια ανεπτυγμένη οικονομία, μια εφημερεύουσα κοινωνία, και μια ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική. Στο εσωτερικό, η πρόθεση είναι η εκπόνηση ενός νέου «δημοκρατικού» Συντάγματος που δεν έχει επιβληθεί στο πολιτικό σύστημα από μη εκλεγμένες δυνάμεις όπως ο στρατός, που στο παρελθόν επενέβαινε για να επιβάλει την πολιτική τάξη και τη σταθερότητα κατά το δοκούν.

Σήμερα, η απόπειρα χειραγώγησης του πολιτικού συστήματος προέρχεται από τα ίδια τα κόμματα που ελέγχουν τους αρμούς της εξουσίας. Με άλλα λόγια, οι εξελίξεις του καλοκαιριού του 2016 έδωσαν το έναυσμα και την ευκαιρία στον πρόεδρο Ερντογάν να θεμελιώσει το δικό του όραμα για το μέλλον της χώρας του, έχοντας καταφέρει να ανατρέψει την αποκαθήλωσή του αφήνοντας το αποτύπωμά του στο εσωτερικό της Τουρκίας όπως στην άμεση γειτονία της.

Παρά ταύτα, κάποια ερωτήματα παραμένουν. Θα δεχθούν οι τούρκοι πολίτες το νέο πολιτικό σκηνικό που τους επιβάλλεται; Εχουν τη δυνατότητα αντίδρασης; Πόσο εφικτή ή επιθυμητή για την ίδια την Τουρκία είναι η παράλληλη προώθηση της στρατηγικής αυτονομίας της με την προσέγγιση της ίδιας της Δύσης την οποία δεν εμπιστεύεται για την περαιτέρω πρόσβαση στις αγορές της, την τεχνολογία της, και την άμυνά της; Ο χρόνος θα δείξει.


← Επιστροφή στο μενού του αφιερώματος


Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.