Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε την Τετάρτη (10/12) ένα εκτεταμένο πακέτο απλοποίησης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, με στόχο –όπως υποστηρίζει– να μειώσει τη γραφειοκρατία και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας, χωρίς να χαλαρώσουν οι οικολογικές απαιτήσεις. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που φιλοδοξεί να εξοικονομήσει έως και 1 δισ. ευρώ ετησίως για επιχειρήσεις και αγρότες σε ολόκληρη την ΕΕ, σε μια περίοδο όπου ο ισορροπημένος συνδυασμός οικονομικής ανάπτυξης και πράσινης μετάβασης αποτελεί κεντρικό ζητούμενο για τις Βρυξέλλες.
«Δεν υπάρχει αντίθεση ανάμεσα σε υψηλά περιβαλλοντικά πρότυπα και ανταγωνιστικότητα. Είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος», τόνισε η Επίτροπος Περιβάλλοντος Γέσικα Ρόσβαλ παρουσιάζοντας το σχέδιο. Η αρμόδια αντιπρόεδρος της Κομισιόν για τη Δίκαιη, Καθαρή και Ανταγωνιστική Μετάβαση, Τερέσα Ριβέρα, υπογράμμισε πως το εγχείρημα «είναι σύνθετο» και πως υπάρχει «λεπτή γραμμή» ανάμεσα στην απλοποίηση και την ενδεχόμενη υποβάθμιση των κανόνων. «Οφείλουμε να συνδυάσουμε την ανταγωνιστικότητα με υψηλά πρότυπα περιβαλλοντικής προστασίας που ωφελούν την υγεία και τον πλανήτη», σημείωσε.
Στο πρώτο σκέλος του πακέτου, η Επιτροπή προτείνει πιο γρήγορη και ενιαία διαδικασία για τις περιβαλλοντικές αξιολογήσεις έργων, με προοπτική εξοικονόμησης 180 εκατ. ευρώ. Προβλέπεται «μονοθυρίδα» για άδειες, ταυτόχρονη προώθηση των απαιτούμενων διαδικασιών και σαφείς χρονικοί περιορισμοί για την υποβολή αντιρρήσεων, ώστε να αποφεύγονται οι ατέρμονες καθυστερήσεις που συχνά παγώνουν στρατηγικές επενδύσεις. Η πρωτοβουλία αυτή συνδέεται άμεσα με το παράλληλο πακέτο για την επιτάχυνση των αδειοδοτήσεων έργων ενεργειακών δικτύων, κρίσιμο για την πράσινη μετάβαση της Ευρώπης.
Το δεύτερο σκέλος αφορά τη μείωση της γραφειοκρατίας σε έξι καίριες οδηγίες και κανονισμούς — από τις μπαταρίες έως τη διαχείριση υδάτων. Προβλέπεται εναρμόνιση μεθόδων συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και περιορισμός των υποχρεωτικών αναφορών εκπομπών που πρέπει να καταθέτουν οι επιχειρήσεις: πλέον θα υποβάλλονται ενιαίως για ολόκληρη τη δραστηριότητα μιας εταιρείας, και όχι για κάθε επιμέρους μονάδα. Επιπλέον, η Κομισιόν επιδιώκει την αποφυγή διπλών επιθεωρήσεων και την απλούστευση των απαιτήσεων ενημέρωσης για συγκεκριμένους υποτομείς, όπως οι βιολογικές πτηνοτροφικές και χοιροτροφικές μονάδες. Προβλέπεται επίσης ότι, όπου αυτό είναι εφικτό, τα κράτη-μέλη θα παρέχουν απευθείας δεδομένα ώστε να απαλλάσσονται οι επιχειρήσεις από πρόσθετα βάρη.
Παράλληλα, το πακέτο επιχειρεί να μειώσει τις διαφορές και επικαλύψεις μεταξύ οριζόντιων περιβαλλοντικών κατηγοριών, που πολλές φορές διατυπώνονται με μικρές αλλά σημαντικές διαφορές σε διάφορα νομοθετικά κείμενα, δημιουργώντας σύγχυση στους εμπλεκομένους.
Η πρόταση θα εξεταστεί τώρα από το Συμβούλιο της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα οποία θα πρέπει να συμφωνήσουν σε κοινό κείμενο. Ωστόσο, σε ορισμένα νομοθετήματα που είχαν ήδη έντονο πολιτικό και κοινωνικό αποτύπωμα –όπως ο Κανονισμός για την Αποκατάσταση της Φύσης– υπάρχουν φόβοι ότι η διαδικασία «ανοίγει ξανά επικίνδυνους φακέλους». Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις επισημαίνουν πως παλιότερες «στοχευμένες απλοποιήσεις» κατέληξαν σε πολύ ευρύτερες χαλαρώσεις, όπως στα κριτήρια βιωσιμότητας, στη δέουσα επιμέλεια επιχειρήσεων ή στον κανονισμό κατά της εισαγόμενης αποψίλωσης, όπου η συμπόρευση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος με ακροδεξιές ομάδες άλλαξε τις ισορροπίες.
Οι αντιδράσεις των ΜΚΟ είναι έντονες. Η WWF κατηγόρησε την Επιτροπή ότι «αποδομεί δεκαετίες σκληρά κερδισμένων περιβαλλοντικών προστασιών, θέτοντας σε κίνδυνο τον αέρα, το νερό και τη δημόσια υγεία στο όνομα της ανταγωνιστικότητας». Η οργάνωση υποστηρίζει πως οι προτάσεις δεν αποτελούν «τεχνικούς και μεμονωμένους» εξορθολογισμούς, αλλά μέρος ενός «ευρύτερου σχεδίου αποδυνάμωσης» των περιβαλλοντικών κανόνων, από τη μάχη κατά της αποψίλωσης έως την πολιτική για χημικές ουσίες και φυτοφάρμακα. Στο ίδιο μήκος κύματος, το Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος κατηγορεί την Κομισιόν ότι «παραβιάζει τους ίδιους της τους κανόνες για να αποδυναμώσει νομοθεσίες που μας προστατεύουν». «Αυτό δεν είναι απλοποίηση – είναι αυτοϋπονόμευση», τονίζει.
Το μεγάλο πακέτο απλοποίησης της Κομισιόν ανοίγει πλέον έναν δύσκολο πολιτικό διάλογο: ανάμεσα στην ανάγκη για αποσυμφόρηση των επιχειρήσεων και στη διασφάλιση ότι η ΕΕ δεν θα κάνει βήματα πίσω σε μια στιγμή που η περιβαλλοντική κρίση απαιτεί, περισσότερο από ποτέ, ξεκάθαρες δεσμεύσεις και ενίσχυση της προστασίας.







