Αντιμέτωπη με την… κατάρα των ημιτελικών, απέναντι σε έναν αντίπαλο που δεν τον έχει κερδίσει ποτέ σε κρίσιμο παιχνίδι και από τον οποίο μετράει μόνο ήττες σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα και βεβαίως -από την αρχή του τουρνουά- χωρίς έναν βασικότατο και κομβικό παίκτη.

Ό,τι και να λέει η «ψυχρή αλήθεια» των αριθμών, η Εθνική υδατοσφαίρισης των ανδρών έχει αύριο (27/7, 11:00), στη Φουκουόκα, μία «χρυσή» και… πολλαπλή ευκαιρία: να ξορκίσει τις «κατάρες» και τους «δαίμονες», να πάρει ρεβάνς από τη Σερβία για την ήττα στον τελικό του Τόκιο, να περάσει για πρώτη φορά σε τελικό Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, να προκριθεί από τώρα στους Ολυμπιακούς του Παρισιού και να βρεθεί ένα βήμα μακριά από τον (εκπεφρασμένο πλέον) απώτατο στόχο: την κατάκτηση της κορυφής.

Πόσο μεγάλη είναι η ευκαιρία; Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι η Σερβία μοιάζει με… απρόσκλητο επισκέπτη στην τελική τετράδα του 20ου Παγκοσμίου Πρωταθλήματος. Με μόλις πέντε παίκτες από τη 13άδα που κατέκτησε το χρυσό στο Τόκιο, χωρίς τον ποιοτικότερο εναπομείναντα παίκτη της (Ντούσαν Μάντιτς), με νέο προπονητή τον Ούρος Στεφάνοβιτς, που αντικατέστησε φέτος τον Ντέγιαν Σάβιτς, προερχόμενη από διαδοχικές και ηχηρότατες… σφαλιάρες, τόσο στο περσινό Ευρωπαϊκό του Σπλιτ (έχασε από τη Γαλλία και έμεινε εκτός οκτάδας), όσο και στο πρόσφατο World Cup (κατετάγη έβδομη, χάνοντας από τις ΗΠΑ και τη Ρουμανία που δεν μετέχει καν στη Φουκουόκα).

Μία σχετικά άπειρη ομάδα, με πολύ ταλέντο μεν, αλλά χωρίς τις τεράστιες προσωπικότητες του πρόσφατου παρελθόντος (Φιλίποβιτς, Πρλαΐνοβιτς, Πιγέτλοβιτς και όχι μόνο), η οποία πήγε στην Ιαπωνία σαν αουτσάιντερ και κατάφερε να «τρυπώσει» στα ημιτελικά, κερδίζοντας δύο ματς στα πέναλτι.

Αυτός είναι ο πραγματικός αντίπαλος που θα αντιμετωπίσει εντός πισίνας η εθνική και όχι τα «φαντάσματα» του παρελθόντος. Αν οι παίκτες του Θοδωρή Βλάχου το συνειδητοποιήσουν, δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Επιπλέον, οι δύο οριακές νίκες που προηγήθηκαν (επί των ΗΠΑ στον όμιλο και επί του Μαυροβουνίου στον προημιτελικό) έχουν ενισχύσει την πεποίθηση ότι αυτή η εθνική ομάδα δεν συμβιβάζεται με την ήττα και μάχεται ως το τέλος, ακόμη κι αν η απόδοσή της δεν είναι η καλύτερη δυνατή. Σε έναν ημιτελικό μεγάλης διοργάνωσης, άλλωστε, το μόνο που μετράει είναι το αποτέλεσμα.

Οι «πλάβι» ξεκίνησαν το τουρνουά με ήττα 16-14 από την Ισπανία, σε ένα ματς όπου απειλήθηκαν με συντριβή και «μάζεψαν» τη διαφορά στο τέλος. Συνέτριψαν 30-5 την αδύναμη Νότια Αφρική και νίκησαν στα πέναλτι (17-15) το Μαυροβούνιο, για να τερματίσουν στη δεύτερη θέση του Δ΄ ομίλου και να αποφύγουν το ντέρμπι με την Κροατία στα χιαστί.

Ξεπέρασαν σχετικά εύκολα το εμπόδιο της Ιαπωνίας (16-10), αλλά λίγοι τους έδιναν τύχη στον προημιτελικό με τη σκληροτράχηλη Ιταλία του Σάντρο Καμπάνια. Εκεί οι Σέρβοι έκαναν το καλύτερο παιχνίδι τους την τελευταία διετία και κατάφεραν να πάρουν τη νίκη, έστω και στα πέναλτι (15-14), για να επιστρέψουν στην τετράδα για πρώτη φορά από το 2017.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι επτά από τους 15 παίκτες της σερβικής αποστολής στη Φουκουόκα είναι κάτω των 25 ετών και από αυτούς μόνο ο Μάρκο Ραντούλοβιτς (που προέρχεται από πολύμηνη απραξία, καθώς η Νόβι Μπέογκραντ έσπευσε να τον «αρπάξει» από τη Ραντνίτσκι στα μέσα της σεζόν, χωρίς όμως να μπορεί να τον χρησιμοποιήσει) και ο Τζόρτζε Βούτσινιτς έχουν επαρκείς παραστάσεις σε διεθνές επίπεδο. 44

Μοιραία, οι μεγαλύτεροι είναι αυτοί που σηκώνουν το βάρος: ο Στραχίνια Ράσοβιτς προσπαθεί να καλύψει και το κενό του Μάντιτς και μέχρι τώρα είναι πρώτος σκόρερ του τουρνουά με 21 γκολ, με τον Νίκολα Γιάκσιτς να ακολουθεί από κοντά με 19. Ο πρόσφατα μεταγραφείς στη Βουλιαγμένη Νεμάνια Ούμποβιτς και ο Τζόρτζε Λάζιτς της Μπρέσια δίνουν τις μάχες στα 2μ. της επίθεσης (ο Ούμποβιτς μάλιστα ήταν αυτός που έστειλε στα πέναλτι τον προημιτελικό με την Ιταλία) και ο Σάβα Ραντζέλοβιτς στα 2μ. της άμυνας, ενώ κάτω από τα δοκάρια δεσπόζει ο 38χρονος Μπράνισλαβ Μίτροβιτς, ο μοναδικός από τη «χρυσή γενιά» που δεν αποχώρησε μετά το Τόκιο.

Η παράδοση λέει ότι η ελληνική ομάδα μετράει πέντε ήττες σε ισάριθμους ημιτελικούς Παγκοσμίου Πρωταθλήματος και τέσσερις ήττες σε ισάριθμα παιχνίδια με τη Σερβία, από τότε που η τελευταία διαχωρίστηκε με το Μαυροβούνιο (όχι ότι την είχε κερδίσει ποτέ νωρίτερα).

Λέει επίσης ότι οι «πλάβι» νίκησαν την εθνική όποτε η μεταξύ τους αναμέτρηση έκρινε μετάλλιο: στον ημιτελικό των Ολυμπιακών της Αθήνας, στον «μικρό» τελικό του Παγκοσμίου Πρωτάθληματος του 2003 (αυτά τα δύο ως Σερβία/Μαυροβούνιο), στον ημιτελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 2016, στον «μικρό» τελικό του Παγκοσμίου το 2017 και φυσικά στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο.

Λέει, τέλος, ότι η «γαλανόλευκη» σε όλη τη διαδρομή της έχει καταφέρει να ξεπεράσει μόλις δύο φορές το «σκόπελο» των ημιτελικών: το… ξεχασμένο 1997, στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αθήνας, και το 2021 στο Τόκιο, νικώντας και στις δύο περιπτώσεις την Ουγγαρία. Πάντως, στην τελευταία αναμέτρησή του με τη Σερβία, το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα επικράτησε 16-14 τον Μάρτιο στην Ποντγκόριτσα, στα προκριματικά του World Cup. Ήταν μόλις η έβδομη ελληνική νίκη, σε 35 αγώνες με τους «πλάβι» (3 ισοπαλίες, 25 ήττες).

Στον δεύτερο χρονικά ημιτελικό της διοργάνωσης, στις 12:30 μ.μ., η κάτοχος του τίτλου Ισπανία θα αντιμετωπίσει την Ουγγαρία, με τον νικητή να παίρνει επίσης το εισιτήριο για τους Ολυμπιακούς του 2024. Η «ρόχα» ξεκίνησε τη διοργάνωση ως το μεγάλο φαβορί και στον δύσκολο Δ΄ όμιλο φάνηκε να δικαιώνει τα προγνωστικά, αλλά η πολύ δύσκολη νίκη της με 7-6 επί του απόλυτου αουτσάιντερ (Γαλλία) στον προημιτελικό, «θόλωσε» λίγο την εικόνα. Με το απόλυτο νικών έφτασαν στην τετράδα και οι Μαγυάροι, που νίκησαν την Κροατία στο ντέρμπι της Α΄ φάσης και με μεγάλη δυσκολία τις ΗΠΑ στα προημιτελικά.