Εντονη κριτική έχει δεχθεί ο γνωστός ως «νόμος Παρασκευόπουλου» που αφορά έκτακτες αποφυλακίσεις κρατουμένων, καθώς σε πολλές περιπτώσεις κρατούμενοι που ευεργετήθηκαν από τις διατάξεις του επίμαχου νόμου μόλις βρέθηκαν σε καθεστώς ελευθερίας υπέπεσαν εκ νέου σε βαριά αδικήματα, στερώντας ακόμα και ζωές συνανθρώπων μας.

Από το 2015 που τέθηκε σε ισχύ και παρά τις τροποποιήσεις που επέφερε ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής, εισάγοντας εξαιρέσεις στον νόμο, υπολογίζεται ότι έχουν αποφυλακιστεί 12.593 κρατούμενοι.

Η ανάγκη ύπαρξης ενός τέτοιου νομοθετήματος συνδέθηκε με τον υπερπληθυσμό των φυλακών και την επιχείρηση αποσυμφόρησής τους, καθώς οι συνθήκες που επικρατούν στα σωφρονιστικά καταστήματα έχουν οδηγήσει τη χώρα μας πολλές φορές σε καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Ωστόσο, πηγές από τον χώρο της Δικαιοσύνης επισημαίνουν ότι το «πρόβλημα των φυλακών δεν αντιμετωπίζεται με έκτακτα νομοθετήματα, αλλά αυτό που χρειάζεται είναι ο άμεσος εξορθολογισμός των ποινών και ο επανασχεδιασμός του σωφρονιστικού συστήματος ώστε να επιτυγχάνεται στην πράξη ο στόχος της κοινωνικής επανένταξης των κρατουμένων».

Περιορισμοί. Από την πλευρά του ο Σταύρος Κοντονής ανακοίνωσε ότι τον ερχόμενο Σεπτέμβριο που λήγει η ισχύς του νόμου θα εξετάσει το ενδεχόμενο της επέκτασής του θέτοντας νέους περιορισμούς για την αποφυλάκιση κρατουμένων.

Σύμφωνα με τον Κοντονή, τότε θα εξεταστεί το ενδεχόμενο να μπουν περισσότεροι περιορισμοί όπως αυτοί του αδικήματος που γίνεται σε ιδιωτική περιουσία του πολίτη (σε κατοικία ή κατάστημα).

Τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης για το 2017 (υπολογίζεται ότι κάθε μήνα αφέθηκαν ελεύθεροι περίπου 450 κρατούμενοι), κάνουν λόγο για 320 αποφυλακισθέντες με καταδίκες για ληστείες και 1.137 για κλοπές, ενώ ο αριθμός των καταδικασθέντων για παραβάσεις του νόμου περί ναρκωτικών που πήραν εξιτήριο από τις φυλακές κάνοντας χρήση των ευεργετικών διατάξεων του νόμου ανέρχεται σε 698.

Τον τελευταίο καιρό σε πολλές υποθέσεις βαριάς εγκληματικότητας που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας (υπόθεση θανάσιμου τραυματισμού του 27χρονου κοσμηματοπώλη Θ. Παπαδόπουλου μέσα στο κατάστημά του, στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης, ο βασανισμός μέχρι θανάτου του 67χρονου εστιάτορα Μανώλη Οικονόμου στη Υδρα, η δολοφονία της εφοριακού Δώρας Ζέμπερη) διαπιστώθηκε ότι δράστες των αξιοποίνων πράξεων ήταν πρώην κρατούμενοι οι οποίοι κατάφεραν να αποφυλακιστούν χάρη στις ευνοϊκές διατάξεις του επίμαχου νόμου.

Γεγονός που έχει προκαλέσει αντιδράσεις στην κοινή γνώμη, αλλά και πολιτικές επικρίσεις εις βάρος της κυβέρνησης θέτοντας επί τάπητος το ζήτημα της εφαρμογής του νόμου, για τον οποίο είχε από την αρχή διατυπώσει επιφυλάξεις η Ενωση Εισαγγελέων Ελλάδος. Οι ρυθμίσεις αυτές, έλεγαν από τότε οι εισαγγελείς, «ισοδυναμούν με ακύρωση των δικαστικών αποφάσεων και αναιρούν το γενικό και ειδικό προληπτικό αποτέλεσμα της επιβληθείσας ποινής».

Είναι αλήθεια ότι και στο παρελθόν είχαν γίνει νομοθετικές ρυθμίσεις με στόχο την αποσυμφόρηση των φυλακών –από το 2008 ώς το 2015 ψηφίστηκαν συνολικά 6 νομοθετήματα –αλλά οι ενστάσεις που συγκεντρώνει ο συγκεκριμένος νόμος έγκεινται στο γεγονός ότι με αυτόν διευρύνθηκε η βάση των προϋποθέσεων και όρων πρόωρης αποφυλάκισης χωρίς την εξαρχής εξαίρεση για ειδεχθή εγκλήματα όπως είχε γίνει στο παρελθόν.