Παναγής Πάνδωρας. Ψυχίατρος, γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας που είναι μέσα στα «πράγματα» (με πατέρα καναλάρχη και ιδιοκτήτη εκδοτικού οίκου, παρακαλώ), ο οποίος σε μια κοινωνική εκδήλωση στο πολιτιστικό κέντρο του πατέρα του γνωρίζει μια νεαρή και φιλόδοξη απόφοιτο της σχολής του Εθνικού, την Τζωρτζίνα Τζελέπη (Φιόνα Γεωργιάδη), και ξεκινάει, κόντρα στα προγνωστικά, έναν «άνισο» έρωτα. Πίσω από την ιστορία αυτή κρύβεται ένας από τους νέους ρόλους του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, ο οποίος πρωταγωνιστεί στην επερχόμενη ταινία του Νίκου Περάκη «Success story» και επαναλαμβάνει το πείραμα της παραγωγικής παρουσίας σε κινηματογράφο και θέατρο. Το «Success story» (σε σενάριο της Κατερίνας Μπέη), με το οποίο ο Περράκης επιστρέφει στο σινεμά έξι χρόνια μετά το προηγούμενο φιλμ του («Λούφα και παραλλαγή: Σειρήνες στη στεριά») είναι ένα χρονικό προδοσίας, συνωμοσίας και ίντριγκας, μια «γκρίζα» κωμωδία στα πρώτα χρόνια της κρίσης και ένα σκοτεινό παιχνίδι με πανίσχυρους παίκτες. «Η ιστορία παρατηρεί τους ήρωές της ενώ η Ελλάδα γίνεται μια άλλη χώρα. Βλέπουμε μέσα από τους χαρακτήρες της υπόθεσης την Ελλάδα από το 2007 έως το 2014. Ο Πάνδωρας είναι ευνοημένο μέλος της κοινωνίας, με ικανότητα για το καλύτερο και το χειρότερο, όμως φτάνει στο χείλος της καταστροφής και για να βρει διέξοδο αποφασίζει να κατέβει στην πολιτική» περιγράφει το πλαίσιο και τον ήρωά του ο Μαρκουλάκης. ««Βλέπουμε», συνεχίζει, «στο κάδρο της ταινίας όλες τις παθογένειες του τρόπου μιας μεγάλης κοινωνικής ομάδας, πολύ αναγνωρίσιμης».

Στο μεταξύ, τον Οκτώβριο θα συστήσει, ως σκηνοθέτης, το –άπαιχτο στην Ελλάδα –έργο «The seafarer» του Ιρλανδού Κόνορ ΜακΦέρσον (βραβευμένο με Βραβείο Λόρενς Ολίβιε ως καλύτερο έργο της χρονιάς το 1995), σε μετάφραση Μιρέλλας Παπαοικονόμου, με τους Δημήτρη Καταλειφό και Λουκία Μιχαλοπούλου, στο Θέατρο Αθηνών και τον Ιανουάριο θα παρουσιάσει το «Skylight» του Βρετανού Ντέιβιντ Χέαρ στο θέατρο Εμπορικό, στο οποίο θα μοιράζεται τη σκηνή με τους Αιμίλιο Χειλάκη, Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο, Νίκο Ψαρρά και Προμηθέα Αλειφερόπουλο –εξαιρετική διανομή –στους πέντε ρόλους του έργου.

Πολιτικά πού συναντιέστε με τον ήρωα Πάνδωρα, δεδομένου ότι στις ευρωεκλογές του 2009 ήσασταν υποψήφιος με τη Δράση του Στέφανου Μάνου και πρόσφατα στηρίξατε Το Ποτάμι;

Ο Πάνδωρας δεν «βρίσκει» τον Μαρκουλάκη αλλά άλλα πρόσωπα της εποχής εκείνης, όπως για παράδειγμα ήταν ο Ανδρέας Βγενόπουλος, που τότε είχε εμφανιστεί ως επιδραστικός άνθρωπος. Σε μένα τα πράγματα υπήρξαν διαφορετικά. Δεν υπήρχε τότε ατζέντα στη Δράση, αλλά μια ομάδα ανθρώπων που συνδέονταν με κοινά πράγματα. Για εκείνα παλεύαμε τότε που φάνταζαν στα μάτια κάποιων εκτός εποχής. Αργότερα όμως, σήμερα, κάποια έχουν τεθεί στον δημόσιο διάλογο. Αλλά τότε έμοιαζαν με απόψεις του διαβόλου.

Η πολιτική προσέγγιση του Πάνδωρα είναι ταυτόσημη έστω σε κάποια σημεία;

Αντιθέτως. Ο Πάνδωρας είναι περίπτωση ανθρώπου έξυπνου και ικανού, αλλά τα κίνητρά του είναι εντελώς διαβλητά. Είναι από εκείνους που μπορεί να φτάσουν πολύ ψηλά, αλλά που όμως θέλουμε να αποφύγουμε διότι είναι αδίστακτος. Τα κίνητρά του δεν είναι ευγενικά –για το κοινωνικό καλό.

Οι σημερινοί πολιτικοί είναι Πάνδωρες;

Δεν μου αρέσουν οι γενικεύσεις. Μας έβλαψε πολύ η φυσική θυμωμένη τάση μας να κάνουμε πολύ επικίνδυνες γενικεύσεις, οι οποίες οδήγησαν στο κίνημα των Αγανακτισμένων και στη θέση «να καεί, να καεί το μπορδέλο η Βουλή». Δεν είναι έτσι οι πολιτικοί μας. Ο τύπος του Πάνδωρα είναι αναγνωρίσιμο είδος ανθρώπων στην Ελλάδα. Το ενδιαφέρον είναι ότι ενώ έχουν όλα αυτά τα αρνητικά χαρακτηριστικά και το γνωρίζουν, κάνουν αυτό που ξέρουν. Τόσο ξέρουν, αυτό κάνουν.

Εποµένως το θέµα της πολιτικής έχει «κλείσει» για εσάς και τι θα σας έκανε να ασχοληθείτε πάλι;

Για κάποιον, όπως εγώ, που κάνει δημιουργική δουλειά είναι πολύ δύσκολο. Είναι επίσης πολύ δύσκολη δουλειά και η πολιτική. Απαιτεί πολλές ικανότητες, πνευματικές και ψυχικές. Αλλά και οι πολιτικοί είναι κατώτεροι των περιστάσεων. Η πολιτική θέλει μια σειρά από αρετές που δεν είναι σίγουρο ότι θα τις βρει κάποιος σε αυτήν. Και δεν είναι σίγουρο ότι κατεβάζοντας τον πήχη θα τις βρούμε. Οπως έχουμε αθλητές και καλλιτέχνες – σύμβολα, θα έπρεπε να έχουμε και πολιτικούς – σύμβολα. Ο πολιτικός θα έπρεπε να έχει αρετές ώστε ο κόσμος να θέλει να του μοιάσει. Στο παρελθόν υπήρχε πολιτικός πολιτισμός και ένα άλλο επίπεδο. Ο «εκδημοκρατισμός», η εξίσωση πάντων, φέρνει μεν κάποια καλά αλλά κατεβάζει τον πήχη. Κατά τη γνώμη μου, η Βουλή θα έπρεπε να έχει στυλιστικούς κώδικες. Πιστεύω στους κώδικες, στους νόμους, στις συμφωνίες της κοινωνίας και τις γραπτές και τις άγραφες. Δηλαδή, αν και δεν είμαι πολιτικός, έχω δημόσιο λόγο που τον εκφράζω αυτοβούλως. Δεν σημαίνει όμως ότι μπορώ να λέω ό,τι θέλω όπως θέλω. Θεωρώ ότι η σκέψη πρέπει να φιλτράρεται και να εκπέμπει σήμα στον κόσμο. Ειδικά σήμερα.

Τα πολλά επαγγελµατικά σχέδια που αναλαµβάνετε καλύπτουν κάποιο είδος δημιουργικής ανάγκης;

Τα συγκεκριμένα είναι μάλλον λίγα. Πέρυσι, για παράδειγμα, ήταν μια φορτωμένη περίοδος. Εμείς που ασκούμε αυτή τη δουλειά βιοποριζόμαστε, αλλά ασκούμε και μια τέχνη. Διατρέχει τη ζωή μου και δεν τη διαχωρίζω σε ώρες εργασίας και ώρες σκόλης.

Στο «Seafarer» του Κόνορ ΜακΦέρσον τον προσέλκυσε το στοιχείο ότι πρόκειται για έργο χαρακτήρων, το γεγονός ότι δεν κατατάσσεται σε κάποια κατηγορία, αλλά και για την ντρίμπλα που βάζει ο συγγραφέας να κάνει η ζωή στον θάνατο. «Αν λέει κάτι το έργο, αυτό είναι ότι αν είσαι ζωντανός και έχεις επαφή με τους ανθρώπους, έχεις πάντα μια ευκαιρία. Δεν είναι πότε αργά για κανέναν. Είναι άλλωστε πεποίθησή μου και γι’ αυτό είμαι ενθουσιασμένος που μπορώ να τη διατυπώσω με αυτό το έργο».

Στο έργο το οποίο σκηνοθετεί συνεργάζεται με τέσσερις συναδέλφους του ίδιου εκτοπίσματος, όπως στον προπέρσινο «Πουπουλένιο» του (που σκηνοθέτησε και πρωταγωνιστούσε με τους Νίκο Κουρή, Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο και Γιώργο Πυρπασόπουλο). Στο αταξινόμητο, όπως χαρακτηρίζει το έργο του ΜακΦέρσον, θα μοιραστεί τη σκηνή με τους Αιμίλιο Χειλάκη –πρώτη φορά θα συνεργαστούν στο θέατρο, κάτι που ήθελαν χρόνια τώρα και διότι είναι καλοί φίλοι -, Προμηθέα Αλειφερόπουλο, Νίκο Ψαρρά και Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο. «Είναι ωραίο να μπορείς να αντλείς υλικά από την ίδια δεξαμενή» λέει.

Το «Skylight», από την άλλη, έχει ως επίκεντρό του δύο ανθρώπους που κάποτε ήταν ζευγάρι και προσπαθούν να συνυπάρξουν ξανά, ύστερα από πολλά χρόνια, αν και είναι αταίριαστοι. Η «Γκάρντιαν» το έχει περιγράψει ως θεατρικό έργο όπου η πολιτική και το πάθος είναι τόσο στενά συνυφασμένα, ώστε να μην μπορεί κάποιος να τα ξεχωρίσει. «Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια σύγκρουση χαρακτήρων, συναισθημάτων και αντιλήψεων, που όμως το έργο σε κάνει να συνταχθείς και με τους δύο. Διότι η πραγματικότητα είναι μεγαλύτερη από την αντίληψή μας και η αλήθεια υπεκφεύγει. Ποτέ δεν είναι στα χέρια ενός μόνο. Γι’ αυτό άλλωστε και όλες οι ιδεολογίες, μεταφυσικές ή πολιτικές, που διατηρούν για τον εαυτό τους το απόλυτο της αλήθειας πέφτουν έξω. Ολα τα δόγματα είναι προβληματικά διότι δεν υπολογίζουν ότι η αλήθεια μπορεί να είναι λίγο διαφορετική από ό,τι έχουν σκεφτεί». Σε αυτούς τους συγκρουσιακούς χαρακτήρες επέλεξε ο Μαρκουλάκης να δώσουν πνοή στη θεατρική σκηνή ο Δημήτρης Καταλειφός και η Λουκία Μιχαλοπούλου, θεωρώντας τιμητικό το «ναι» που πήρε και από τους δύο στην πρότασή του.

Στην πολιτική λέμε συνήθως ότι λείπει το πάθος για το κοινό καλό, αλλά αντίθετα αναδίδεται οσμή πτωμαΐνης. Εσείς τι λέτε;

Οτιδήποτε λέμε που απαξιώνει συνολικά τον δημόσιο χώρο πρέπει να το αποφεύγουμε διότι δεν είναι αλήθεια. Αλήθεια όμως είναι ότι διαστρωματοποιημένα ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας δεν έχει μετακινηθεί από εκείνο που ήξερε πριν από χρόνια. Από αυτό που πίστευε ότι ήταν πραγματικότητα. Η σύγκρουση μαζί της δεν του άλλαξε μυαλά. Αλλά οι κοινωνίες αλλάζουν με ρυθμούς πιο αργούς από εκείνους της δικής μας ζωής. Πολύ κόσμος είναι ακόμη στο πρώτο στάδιο της απώλειας, την άρνηση. Εκεί αναπτύσσονται συγκρούσεις. Για παράδειγμα, με τους ανθρώπους που διασπείρουν ψευδείς ειδήσεις για την κλιματική αλλαγή έχουμε πόλεμο ιδεών. Τον οποίο τον κερδίζεις με ιδέες, τις οποίες όμως διατυπώνεις με διαύγεια και όχι με φωνές και πυροτεχνήματα.

Η συνεργασία µε τη Μιρέλλα Παπαοικονόµου είναι προάγγελμα ίσως και τηλεοπτικής επανένωσης;

Εχουμε κάνει κάποιες συζητήσεις να ξαναδούμε την παρέα του «Λόγω τιμής», αλλά αρκετά μετά από εκεί που την αφήσαμε και έχουμε όλοι συμφωνήσει επί της αρχής. Είναι παραπάνω από μια ιδέα. Η Μιρέλλα έχει ήδη γράψει το σενάριο του πρώτου επεισοδίου.

Γιατί η τηλεόραση αποτελεί εξαίρεση για εσάς;

Δεν είναι. Απλώς δεν έχει τύχει. Τελευταία φορά που έκανα τηλεόραση ήταν στην τηλεοπτική μεταφορά του «Γιούγκερμαν», πριν από 10 χρόνια δηλαδή, σειρά που έκοψε ο Ant1.

Με ένα «Survivor» στο ενεργητικό σας πώς αξιολογείτε τη νέα εκδοχή του;

Είναι ένα πολύ καλό προϊόν και διότι εμφανίζεται σε μια εποχή που δεν υπάρχει κάτι άλλο.