«Το χάσαμε το plasma, πατριώτη»… Η τεχνολογία που πριν από περίπου μία δεκαετία ήταν συνώνυμο της υψηλής ευκρίνειας στις τηλεοράσεις περνά πλέον στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Η απόφαση της Panasonic να σταματήσει την παραγωγή τηλεοράσεων plasma είναι η τελευταία πράξη σε ένα έργο που καθόρισε για περίπου δέκα χρόνια τον τρόπο με τον οποίο βλέπαμε τηλεόραση. Η ιαπωνική εταιρεία, που ήταν ουσιαστικά η τελευταία που κρατούσε ψηλά το λάβαρο των plasma συσκευών, αποφάσισε ότι είναι καιρός να ρίξει την αυλαία στη συγκεκριμένη τεχνολογία. Από τον Μάρτιο του 2014, όταν τελειώνει και το οικονομικό της έτος, θα σταματήσει την παραγωγή αλλά και την τεχνολογική εξέλιξη των… plasmaτων. Αρχικά, στα σχέδιά της ήταν να παρατείνει την παραγωγή μέχρι και το 2015, αλλά μετά τις ζημιές 1 δισ. ευρώ που κατέγραψε η συγκεκριμένη επιχειρηματική της μονάδα η διοίκηση έσπευσε να επιταχύνει τις εξελίξεις.
Τον δρόμο της Panasonic είχε ακολουθήσει ήδη από το 2009 η πρώτη διδάξασα στο κομμάτι των plasma τηλεοράσεων, Pioneer. Τότε ανακοίνωσε ότι μέχρι τον Μάρτιο του 2010 θα αποχωρούσε από την ανάπτυξη και την πώληση των plasma τηλεοράσεων, ώστε να αφοσιωθεί σε συσκευές ήχου, στις οποίες ακόμα κατέχει σημαντική θέση με ξεχωριστή τεχνογνωσία. Η Pioneer είχε ανεβάσει κατακόρυφα τον πήχη της ποιότητας στην τεχνολογία plasma χάρη στη σειρά των μοντέλων της με την ονομασία Kuro, η οποία στα ιαπωνικά σημαίνει «μαύρο». Και όντως, η απεικόνιση του μαύρου στα μοντέλα της Pioneer ήταν εντυπωσιακή, βάζοντας τα γυαλιά στις τηλεοράσεις LCD, καθώς το 2008, όταν παρουσιάστηκε και το τελευταίο μοντέλο της σειράς, η διαφορά μεταξύ τους ήταν κεφαλαιώδης. Και όμως, στα χρόνια που ακολούθησαν, οι πωλήσεις των τηλεοράσεων plasma σημείωσαν κατακόρυφη πτώση, με τα μοντέλα LCD και στη συνέχεια LED να παίρνουν τη μερίδα του λέοντος στα σαλόνια των καταναλωτών ανά τον κόσμο.
Θεωρητικά, στον κόσμο των plasma τηλεοράσεων υπάρχουν ακόμη η Samsung και η LG. Ομως και οι δύο κορεατικές εταιρείες δίνουν πλέον έμφαση στην τεχνολογία LCD, παρουσιάζοντας κυρτές τηλεοράσεις αλλά και τα νέα μοντέλα υπερυψηλής ευκρίνειας (4K), και ουσιαστικά δεν αναπτύσσουν πλέον καθόλου την τεχνολογία plasma.

Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 οι φίλοι της εικόνας ένιωθαν πολύ χαρούμενοι αν κατάφερναν να έχουν ένα plasma 40 ιντσών στο σαλόνι τους. Η νέα τεχνολογία υποσχόταν εικόνα υψηλής ποιότητας σε μία λεπτή συσκευή, με όγκο πολύ χαμηλότερο σε σύγκριση με τις κλασικές τηλεοράσεις καθοδικού σωλήνα (CRT) που ήταν το δεδομένο για την αγορά.

Τι κι αν οι τηλεοράσεις τεχνολογίας plasma έβγαζαν ζέστη σαν καλοριφέρ και ήθελαν έναν ολόκληρο υποσταθμό της ΔΕΗ για να τραβήξουν το ρεύμα που χρειάζονταν για να λειτουργήσουν!

Ηταν το μέλλον στην εικόνα, το μαύρο τους ήταν εντυπωσιακό και κατάφεραν να κάνουν το home cinema πραγματικότητα ακόμη και για εκείνους που δεν μπορούσαν να διαθέσουν μια περιουσία.

Τότε, μεσούσης της μάχης ανάμεσα στις τεχνολογίες plasma και LCD, οι πρώτες ήταν οι αδιαφιλονίκητες νικήτριες στις μεγάλες διαστάσεις. Στις 40, στις 44 ή και στις 50 ίντσες (για τους λίγους τότε) η διαφορά της τιμής ανάμεσα στις τηλεοράσεις plasma και LCD ήταν κολοσσιαία και η αγορά μιας plasma ήταν μονόδρομος για τους κοινούς θνητούς.

Με κόστος κοντά στα 1.500 με 2.000 ευρώ μπορούσε κανείς να αποκτήσει τηλεόραση High Definition Ready και στη συνέχεια Full High Definition, απολαμβάνοντας έτσι πλήρως τα αγαπημένα του DVD αλλά και τα παιχνίδια του Playstation 3 ή του X-box 360 που μόλις είχαν κυκλοφορήσει.

Στη σκέψη των φίλων της τεχνολογίας επικρατούσε η άποψη ότι οι τηλεοράσεις plasma κυριαρχούσαν στις 40 ίντσες και πάνω, ενώ οι LCD ήταν καλές (και οικονομικές) μόνο για μικρότερα μοντέλα. Ειδικά ανάμεσα στους σινεφίλ, η ικανότητα των τηλεοράσεων plasma να απεικονίζουν βαθύτερες αποχρώσεις του μαύρου έκαναν την παρακολούθηση ταινιών σαφώς πιο απολαυστική σε σχέση με τις τηλεοράσεις LCD.

ΤΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ. Βέβαια, οι plasma είχαν και αυτές τα μειονεκτήματά τους. Η κατανάλωση ενέργειας και η θερμοκρασία ήταν βασικά προβλήματα, όμως αυτό που «στιγμάτισε» την τεχνολογία ήταν ότι αν η εικόνα έμενε σταθερή για πολλή ώρα υπήρχε κίνδυνος να «καεί» κομμάτι της οθόνης και να εμφανίζεται πάντα ως είδωλο.

Αν, για παράδειγμα, κάποιος είχε ξεχάσει όλο το βράδυ την τηλεόραση ανοιχτή στην αρχική οθόνη της παιχνιδομηχανής, τότε η εικόνα αυτή θα έμενε ανεξίτηλη στην τηλεόραση. Το πρόβλημα αυτό αντιμετωπίστηκε στη συνέχεια, όμως η ζημιά είχε γίνει.

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ LCD. Παράλληλα, οι μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής τηλεοράσεων έστρεψαν τα κονδύλια έρευνας και ανάπτυξης στην τεχνολογία LCD.

Ξεκινώντας από τις σχετικά μικρότερες ίντσες, είτε επρόκειτο για οθόνες υπολογιστών είτε για τηλεοράσεις, οι LCD οθόνες ήταν κυρίαρχες στην αγορά μέχρι τις 32 ίντσες. Ετσι, και οι τιμές τους έπεσαν αλλά και η τεχνολογία έκανε άλματα, υπερσκελίζοντας τα πλεονεκτήματα των μοντέλων plasma.

Η Sony, η Samsung, η LG, η Philips και η Sharp έριξαν το βάρος των τεχνολογικών τους τμημάτων – αλλά και του marketing – στην προώθηση της τεχνολογίας LCD και στις μεγαλύτερες ίντσες.

Ηταν μια άνιση μάχη για την Pioneer και την Panasonic, που υποστήριζαν από την πλευρά τους φανατικά την τεχνολογία plasma. Τι και αν το «μαύρο» ήταν εντυπωσιακό, κερδίζοντας κατά κράτος τις επιδόσεις των LCD εκείνης της εποχής; Το ποτάμι της τεχνολογίας είχε ήδη αλλάξει ρότα.

ΠΩΣ ΧΑΘΗΚΕ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Οι μεγαλύτερες διαστάσεις, το λεπτότερο πλαίσιο και κυρίως η μείωση των τιμών έκαναν τις LCD να κερδίσουν τον πόλεμο. Βέβαια, για κάποια χρόνια ακόμη οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής και πώλησης τηλεοράσεων έπαιζαν και στα δύο ταμπλό.

Και, λόγω της μεγάλης πίεσης, οι τιμές των plasma μειώνονταν συνεχώς. Το 2008, για παράδειγμα, μπορούσε κανείς να αγοράσει – σε προσφορά – στην Ελλάδα μοντέλο plasma με ανάλυση Full HD και διαγώνιο 50 ιντσών αντί 700 ευρώ.

Το μεγαλύτερο plasma του κόσμου – με διαγώνιο 152 ιντσώνκαι δυνατότητα τρισδιάστατης απεικόνισης – παρουσιάστηκε

από την Panasonic στην έκθεση Consumer Electronic Show του Las Vegas το 2008, δεν ήταν όμως παρά το κύκνειο άσμα μιας τεχνολογίας που είχε χάσει τη μάχη. Το τέλος των plasmaτων ήταν προδιαγεγραμμένο.

Το 2010 οι συνολικές πωλήσεις των LCD τηλεοράσεων είχαν φτάσει να είναι δεκαπλάσιες σε σύγκριση με αυτές των plasma. Οι πρώτες είχαν κυριαρχήσει σε όλες τις ίντσες, από τις 20 μέχρι και τις 60, ενώ οι νέες τεχνολογίες, όπως η LED και η τρισδιάστατη απεικόνιση, γέμιζαν συνεχώς με νέα όπλα τη φαρέτρα τους.

Είτε λόγω πλημμελούς ανάπτυξης είτε λόγω κακού μάρκετινγκ, η plasma δεν κατάφερε να κυριαρχήσει απέναντι στην LCD. Τα τεχνολογικά της πλεονεκτήματα υπερκαλύφθηκαν σύντομα, οικονομικά έφτασε να είναι ακριβότερη και, κυρίως, στη συνείδηση του κόσμου θεωρήθηκε υποδεέστερη.

Ετσι τα plasmaτα έδωσαν τη θέση τους στις κυρτές τηλεοράσεις OLED, αποδεικνύοντας ότι ο κόσμος προτίμησε τις καμπύλες…