Ηταν από την πρώτη στιγμή φανερό ότι η απόφαση της κυβέρνησης να καταργήσει τη Δημοτική Αστυνομία ήταν βεβιασμένη και παντελώς ασχεδίαστη και για τον λόγο αυτό εκφράσαμε εξαρχής την αντίθεσή μας.

Αντίθεση που δεν εδράζεται σε κάποια ιδιότυπη συντεχνιακή λογική, αναφορικά με το εύρος των εξουσιών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά στη λογική των τυφλών καταργήσεων χωρίς αξιολόγηση, προκειμένου να καλυφθεί όπως όπως η πολύχρονη αδράνεια, κυρίως όμως λόγω της σκληρής πραγματικότητας, που ήδη κάνει εμφανή τα σημάδια της στο κέντρο της Αθήνας.

Βασική θέση της δημοτικής μας Αρχής, ευθύς εξαρχής, ήταν η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της Δημοτικής Αστυνομίας. Οι προσδοκίες που καλλιεργούσε ο θεσμός ήταν δυσανάλογα μεγάλες με τις νομικές του δυνατότητες, δυσαναλογία που συχνά έχει προκαλέσει αρνητική δημοσιότητα, όχι μόνο για τον Δήμο Αθηναίων αλλά και για τους ίδιους τους δημοτικούς αστυνομικούς που έχουν πέσει θύμα ενός άδικου στερεοτύπου («τα παιδιά με τον φραπέ στο χέρι»).

Περιπτώσεις εξόφθαλμης αναρμοδιότητας για τη Δημοτική Αστυνομία, όπως η πάταξη του εμπορίου και της δημόσιας χρήσης ναρκωτικών ουσιών, είναι, λόγω ελλιπούς ενημέρωσης, ενίοτε όμως και σκοπιμότητας, στην «ημερήσια διάταξη» των παραπόνων των κατοίκων της πόλης.

Αντιθέτως, η θετική συμβολή των δημοτικών αστυνομικών στην ευταξία της πόλης, όπως οι επιδόσεις τους στις βεβαιώσεις παραβάσεων παράνομης και αντικοινωνικής στάθμευσης ή η συμβολή τους στον εντοπισμό περισσότερων των 200 αποθηκών παρεμπορίου, τα τελευταία τρία χρόνια, καθώς και στην απομάκρυνση αυθαίρετων κατασκευών που περιόριζαν τον δημόσιο χώρο, περνούσαν στα «ψιλά» της επικαιρότητας.

Παράλληλα, η αποκέντρωση των δημοτικών αστυνομικών τμημάτων στις επτά δημοτικές κοινότητες της Αθήνας είχε αρχίσει ήδη να δημιουργεί νέα ώσμωση με τους κατοίκους, κυρίως των πολύ επιβαρημένων, από παραβατικότητα, περιοχών. Μάλιστα, δεκάδες στελέχη της Δημοτικής Αστυνομίας παρακολούθησαν ειδικά σεμινάρια, σε συνεργασία με το Πάντειο Πανεπιστήμιο, για τις ιδιαιτερότητες στη μεταχείριση μεταναστών, ενώ καινοτομία, που έγινε δεκτή με ικανοποίηση από επαγγελματίες και πολίτες, ήταν οι εποχούμενες περιπολίες με 17 ποδηλάτες δημοτικούς αστυνομικούς, σε πεζόδρομους και περιοχές περιβαλλοντικής ή αρχιτεκτονικής αξίας.

Είναι πραγματικά δυσάρεστο που η χρησιμότητα της Δημοτικής Αστυνομίας διαπιστώνεται, πλέον, μόνο από την απουσία της. Τις τελευταίες εβδομάδες –και πάντως μετά τις κυβερνητικές ανακοινώσεις περί κατάργησης της Δημοτικής Αστυνομίας -, η κατάσταση στο κέντρο της Αθήνας, δυστυχώς, εμφανίζει σημάδια ελεγκτικής παραλυσίας, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει να χαθεί οριστικά η μεγάλη προσπάθεια που κατέβαλαν δημοτική Αρχή και εργαζόμενοι την τελευταία τριετία.

Τα κυκλώματα παρεμπορίου δρουν ανενόχλητα, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα στην εικόνα της πόλης, στην κορύφωση της τουριστικής περιόδου, καθώς και την εμπορική δραστηριότητα. Η αντικοινωνική και παράνομη στάθμευση αυτοκινήτων τείνει να θριαμβεύσει και πάλι, και κάποιοι κακοί επιχειρηματίες επιχαίρουν, από την έλλειψη ελέγχων στην παράνομη κατάληψη δημόσιου χώρου και την ηχορρύπανση.

Η δημοτική Αρχή της Αθήνας βρέθηκε, από την πρώτη στιγμή, ανάμεσα στην κυβερνητική προχειρότητα και τον αιφνιδιασμό από τη μία πλευρά και στη λογική της ακραίας αντίδρασης κάποιων συνδικαλιστικών ηγεσιών, από την άλλη. Σήμερα, η κατάσταση τείνει να γίνει πιο επικίνδυνη λόγω της απροθυμίας κάποιων εργαζομένων στη Δημοτική Αστυνομία να συνεχίζουν να προσφέρουν κανονικά τις υπηρεσίες τους, επικαλούμενοι την κυβερνητική απόφαση περί κατάργησης του θεσμού στις 23 Σεπτεμβρίου. Αυτό, μια ιδιότυπη «λευκή απεργία» δηλαδή, θα αποδειχθεί ολέθριο: για την πόλη και τους πολίτες της, που περισσότερο από κάθε άλλη φορά χρειάζονται μία πόλη σε τάξη αλλά και για τους ίδιους τους δημοτικούς αστυνομικούς, αφού τους αφαιρεί ένα από τα κυριότερα επιχειρήματα που έχουν στη φαρέτρα τους. Τη χρησιμότητα του θεσμού και τις σχέσεις εμπιστοσύνης που έχουν οικοδομήσει με τους πολίτες. Σε δύο διαδοχικές συναντήσεις που είχα με τη συνδικαλιστική ηγεσία των δημοτικών αστυνομικών προσπάθησα να τους εξηγήσω ότι η πικρία που αισθάνονται από την επικείμενη κατάργησή τους δεν επιτρέπεται να αμαυρώσει την εικόνα τους.

Καμία πραγματική μεταρρύθμιση δεν επιτυγχάνεται με οριζόντιες ή κάθετες λογικές, διότι δεν υπακούει στο διαχρονικό αίτημα για δικαιοσύνη και αξιοκρατία, ούτε όμως στο σύγχρονο αίτημα για ανασυγκρότηση και ανάταξη των ανθρώπων και των μεγεθών. Και καμία διεκδίκηση δεν νοείται, όταν αντιβαίνει στο δημόσιο συμφέρον.

Ο Γιώργος Καμίνης είναι δήμαρχος Αθηναίων