Τον Φεβρουάριο δύο ευρωπαϊκά Κοινοβούλια, της Αγγλίας και της Γαλλίας, ψήφισαν τον νόμο για τον γάμο των ομοφυλοφίλων. Μέσα στον Απρίλιο θα τον ψηφίσουν και οι Γερουσίες τους, με στόχο να τεθεί σε ισχύ κατά τη διάρκεια του 2013. Τον Μάρτιο, με την ηχηρή στήριξη του Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα και την κινητοποίηση της κοινής γνώμης, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ ξεκίνησε τη διαδικασία της ακρόασης με στόχο να αποφασίσει σχετικά με την άρση της αντισυνταγματικότητας του ίδιου νόμου σε δύο πολιτείες. Αυτή τη στιγμή περισσότερα από 250 εκατομμύρια άνθρωποι, δηλαδή περίπου το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού, ζουν σε περιοχές όπου τελούνται γάμοι μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, ενώ οι ομογονεϊκές οικογένειες στις ΗΠΑ φτάνουν περίπου τις 150 χιλιάδες.

Το περιοδικό «Time», με το διπλό του εξώφυλλο που απεικονίζει ένα φιλί ανάμεσα σε δύο γυναίκες και δύο άντρες αντίστοιχα, θεωρεί ότι η υπόθεση του γάμου των ομοφυλοφίλων στις ΗΠΑ είναι ήδη κερδισμένη, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Ακόμη και αν το δικαστήριο δεν άρει την αντισυνταγματικότητα τώρα, θα αναγκαστεί να το κάνει κάποια στιγμή στο μέλλον. Η όποια καθυστέρηση δεν θα σημαίνει οπισθοχώρηση. Οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν εγγράψει πια στο ιστορικό τους αυτή την εμπειρία και τίποτε δεν μπορεί να τη σβήσει. Σήμερα δεν μπορούμε να φανταστούμε την κοινωνία μας χωρίς έκτρωση, αυτοδιάθεση του σώματος, αντισύλληψη, σοδομισμό, απιστία –για να αναφέρουμε μόνο μερικές από τις καταστάσεις που θεωρούνταν ποινικά αδικήματα μέχρι και μετά τα μέσα του πολύ νεωτερικού 20ού αιώνα. Σε λίγα χρόνια δεν θα μπορούμε να φανταστούμε την κοινωνία μας χωρίς τη δυνατότητα δύο ανθρώπων του ίδιου φύλου να παντρεύονται μεταξύ τους.

Ο γάμος των ομοφυλοφίλων, όπως και κάθε γάμος, δεν αφορά ιδιαίτερα το ερωτικό φαινόμενο. Υπενθυμίζει, βέβαια, ότι η αγάπη και ο έρωτας είναι αναπόσπαστες πτυχές της ανθρώπινης κατάστασης, τόσο σημαντικές και αναγκαίες για την επιβίωση και την αυτοπραγμάτωση που όλοι πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα στη διεκδίκησή τους. Περισσότερο, όμως, εξυπηρετεί πολιτειακές ανάγκες που έχουν να κάνουν με θέματα κληρονομιάς, περίθαλψης, ιθαγένειας, και φυσικά με την ανατροφή των παιδιών. Η δυνατότητα που (θα) δίνεται σε δύο άτομα του ίδιου φύλου να ανταλλάξουν δημόσια, ανοιχτά και ανερυθρίαστα τις ομολογίες πίστης τους είναι η δυνατότητα να μπορούν να μοιραστούν από κοινού και την κοινωνική τους ασφάλιση, τη σύνταξη και την ακίνητη περιουσία τους. Η ομογονοεϊκότητα θα έρθει σε αυτό το σκηνικό μάλλον με φυσικό τρόπο, μια που ήδη η τεκνοποίηση λαμβάνει χώρα σε ένα τεχνολογικό περιβάλλον όπου τα βλαστοκύτταρα φυλάσσονται σε ειδικές τράπεζες, τα σπέρματα δωρίζονται, τα ωάρια καταψύχονται, γονιμοποιούνται σε σωλήνες και εν συνεχεία τοποθετούνται σε φιλόξενες μήτρες.

Ο γάμος των ομοφυλοφίλων επιφέρει όμως και μία ακόμη μεγάλη πολιτική αλλαγή στις χώρες που θεσπίζεται: καταδεικνύει τη θέληση του Κράτους να κλείσει την πόρτα στην Εκκλησία και να περιφρουρήσει την ελευθερία των πολιτών του να διαχειρίζονται κατά βούληση τη σεξουαλικότητά τους. Η Ρωμαιοκαθολική και η Προτεσταντική Εκκλησία έχουν ήδη γίνει πολλές φορές μάρτυρες αυτής της εμπειρίας, ακόμη και σε χώρες με έντονη θρησκευτική παράδοση όπως η Ισπανία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, πάλι, φαίνεται ότι θα αργήσει πολύ να ζήσει κάτι αντίστοιχο. Η διαπλοκή Κράτους – Εκκλησίας και η απροθυμία του πρώτου να παραμερίσει τη δεύτερη, καθώς επίσης και ο διάχυτος κοινωνικός συντηρητισμός στην Ελλάδα σε θέματα σεξουαλικότητας, ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για το χαμηλό επίπεδο οργάνωσης και διεκδικήσεων της ελληνικής γκέι, λεσβιακής και τρανς κοινότητας, τα μέλη της οποίας αναμετριούνται ακόμη με πιο πρωταρχικές τους ανάγκες, όπως το άβολο «άνοιγμα» στις οικογένειές τους. Επιπλέον, η ελληνική ομοφυλόφιλη ταυτότητα παραμένει εγκλωβισμένη μέσα στις πομπώδεις τηλεοπτικές της αναπαραστάσεις, θυμίζοντας περισσότερο κακόγουστη θεατρική καρικατούρα παρά μία κοινωνική ομάδα που διεκδικεί αναγνώριση και ίση αντιμετώπιση.

Ομως το περιοδικό «Time» έχει δίκιο. Η θέσπιση του γάμου των ομοφυλοφίλων είναι ήδη κερδισμένη υπόθεση, τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για χώρες που ακόμη δεν έχουν ανοίξει καν τη δική τους δημόσια συζήτηση, όπως η Ελλάδα. Οσο η κοινωνική εμπειρία της ομοφυλοφιλίας θα αυξάνει, όσο τα ερεθίσματα θα πολλαπλασιάζονται, τόσο θα κάμπτονται και οι τελευταίες αντιστάσεις των πιο βραδυκίνητων κοινωνιών, ενώ το επιχείρημα ότι μία τέτοια αλλαγή θα αλλοιώσει τον χαρακτήρα της κοινωνίας μας και την ανατροφή των παιδιών μας ολοένα θα ξεθωριάζει.

Η Χαριτίνη Καρακωστάκη είναι πολιτική επιστήμων, υποψήφια διδάκτωρ Κοινωνιολογίας στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales (Paris)