«Αυτός ο φιλήδονος και καβαλλάρης, ο επιβήτωρ και ευδαιμονιστής εσφάδαζε τώρα χαμαί, όχι από ηδονήν, αλλά από μέλαιναν λύπην. Γύρω του και εντός του, τού εφαίνετο πως κατέρρεε τώρα το σύμπαν…».

Είναι ο απροκάλυπτα, απελπισμένα, βαθύτατα ερωτευμένος Ανδρέας Εμπειρίκος όπως δεν τον έχουμε ακούσει ποτέ έως τώρα, σε ένα ανέκδοτο ερωτικό, αυτοβιογραφικό, πεζογράφημά του, γραμμένο την εποχή της «λευκής τρομοκρατίας» στην Αθήνα. Αυτός ο εισηγητής του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα, ο ποιητής και πρωτοπόρος τότε ψυχαναλυτής, ο κοσμοπολίτης γόνος της μεγάλης βενιζελικής εφοπλιστικής οικογένειας ο οποίος είχε γυρίσει την πλάτη στις επιχειρήσεις του πατέρα του και υποστήριξε στην κοινωνική επανάσταση, ο μελλοντικός συγγραφέας του οκτάτομου ερωτογραφήματος «Ο Μέγας Ανατολικός», εμφανίζεται εδώ καταρρακωμένος από την απόρριψη της αγαπημένης του. Ολα αυτά στο θρυλικό διήγημα «Βεατρίκη ή ένας έρωτας του Buffalo Bill» που έρχεται για πρώτη φορά στο φως, 67 χρόνια αφότου γράφηκε, 37 χρόνια από τον θάνατό του και έξι χρόνια από τον θάνατο της γυναίκας που το ενέπνευσε. Επρόκειτο για τη Βιβίκα Ζήση, με την οποία θα παντρευτεί τελικά το 1947, και δέκα χρόνια αργότερα θα αποκτήσουν τον μοναχογιό τους Λεωνίδα, καταξιωμένο ιστορικό σήμερα, ο οποίος ακολουθώντας τη βούληση και της μητέρας του έδωσε το πράσινο φως για τη δημοσίευση.

Ετσι, συμπληρώνεται και παρουσιάζεται (την ερχόμενη εβδομάδα) για πρώτη φορά στο κοινό ολοκληρωμένη η περίφημη τριλογία του Ανδρέα Εμπειρίκου «Τα χαϊμαλιά του έρωτα και των αρμάτων» (εκδ. Αγρα) που προλογίζει ο καθηγητής φιλολογίας και συγγραφέας Γιώργης Γιατρομανωλάκης, εξέχων μελετητής και σταθερός επιμελητής του εμπειρίκειου έργου. Πρόκειται για τρία τολμηρά διηγήματα που δοξάζουν τον έρωτα «άνευ ορίων άνευ όρων», και γράφονται κατά τα σκοτεινά χρόνια 1944-45, όμως οι βασικές ιστορίες τους εκτυλίσσονται στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Η «Αργώ ή πλους αεροστάτου» διαδραματίζεται σε μια έπαυλη στη Σάντα Φε ντε Μπογκοτά της Κολομβίας το 1906, η «Ζεμφύρα ή το μυστικόν της Πασιφάης» σε ένα τσίρκο στο Παρίσι του 1902 και η «Βεατρίκη ή ένας έρωτας του Buffalo Bill» λίγο μετά τον αμερικανικό Εμφύλιο (1861-1865), την ώρα που μια πομπή μεταναστών «πουριτανών και τυχοδιωκτών» διασχίζει «τας αυχμηράς εκείνας ζώνας που εκτείνονται ανάμεσα στους πριαπικούς βράχους του Grand Canyon εν Κολοράδω». Στην «Αργώ…», που πρωτοδημοσιεύτηκε χωρίς περικοπές το 1980 (εκδ. Υψιλον), κεντρική ηρωίδα είναι η «απαλή ως μαγνόλια» Καρλόττα, απόγονος των ισπανών κατακτητών της Ν. Αμερικής, η οποία ερωτεύεται έναν πλούσιο «ινδομιγή ζωέμπορον», προκαλώντας την ασυγκράτητη ζήλεια του πατέρα της. Στη «Ζεμφύρα…», που πρωτοεκδόθηκε το 1998, πρωταγωνιστεί «ένας ανοικτίρμων άγγελος» –μια παρθενική θηριοδαμάστρια λιονταριών που νιώθει «απερίγραπτον ηδονήν» όταν, ενώ εκτελεί το νούμερό της, ο «λέων Ζαμβέζης» την ανατρέπει, την οσφραίνεται, σκίζει τον επενδύτη της και «γλείφει τα στήθη της με περιπάθειαν». Στη «Βεατρίκη…», όμως, οι ιστορίες είναι δύο, όπως και οι πρωταγωνίστριες, που το όνομά τους παραπέμπει στην αρχετυπική αγαπημένη του Δάντη. Εδώ, η πρώτη Βεατρίκη είναι μια Ιρλανδή που θα πιαστεί αιχμάλωτη από τους ερυθρόδερμους «δαίμονας της πραιρίας» και θα σωθεί χάρη στον μελαψό Ουίλλιαμ-Φρειδερίκο Κόντυ, γνωστότερο ως Μπάφαλο Μπιλ. Η δεύτερη είναι η σύντροφος τότε του διπλωμάτη και ζωγράφου Γιώργου Μαυροΐδη, που επί δύο χρόνια, από το 1943, επισκεπτόταν τον Εμπειρίκο πρώτα «ως διαλεχτή», στη συνέχεια «ως ευνοουμένη» και «τους τελευταίους μήνες ως μοναδική και απόλυτος λατρεία». Ο 44χρονος τότε συγγραφέας είναι απαρηγόρητος επειδή του έγραψε πως δεν θα τον ξανασυναντήσει. Κι έτσι διακόπτει την ιστορία του έκθαμβου «καβαλλάρη-σκοπευτή» προκειμένου να καταθέσει την προσωπική του θλίψη. «Αγάπη μου», σπαράζει, «παράτα τον αυτόν τον άλλον κ’ έλα να φύγουμε μαζί. Σε θέλω για γυναίκα μου, σε θέλω ολοκληρωτικά. Ακου με, τόλμησε, και δεν θα μετανιώσης».