# Με τίτλο «Μίσος στους δρόμους: η ξενοφοβική βία στην Ελλάδα», το διεθνές Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα δημοσίευσε τον Ιούλιο 2012 μακροσκελή (100 σελίδες) έκθεση, που η ανάγνωσή της (με ντροπή ομολογώ) με άφησε εμβρόντητη. Οχι πως δεν ήξερα για επιθέσεις εναντίον μεταναστών, υπάρχουν πολλά δημοσιεύματα καιρό τώρα. Αυτό που μου προκάλεσε σοκ είναι οι τεκμηριωμένες περιγραφές μεγάλου αριθμού από συμβάντα αποτρόπαια, σημάδια κοινωνικής παρακμής πρωτοφανή, εκφοβιστικά και σχεδόν ακατανόητα ως προς τι είδους άνθρωποι τα πράττουν. Αισθάνομαι ντροπή και ενοχή, είναι ανεπίτρεπτο να ξαφνιάζομαι, άρα να μην ξέρω τι συμβαίνει δίπλα μου και να το μαθαίνω από έναν διεθνή θεσμό.

# Συμμορίες από μικρές και συχνά μεγάλες (15-20 άτομα) ομάδες, με μαύρα ρούχα και κάσκες μοτοσικλέτας που κρύβουν τα πρόσωπα, κυκλώνουν δυο – τρεις ανθρώπους μαζί και συχνότερα έναν άνθρωπο που είτε περπατάει στον δρόμο ή κατεβαίνει από το λεωφορείο, κάθεται σε ένα πάγκο κ.ο.κ. Η ηπιότερη εκδοχή είναι να τον σπρώχνουν, κλωτσάνε, φτύνουν απειλώντας τον με χυδαίες βρισιές και να πηγαίνουν παρακάτω, η χειρότερη να τον μαχαιρώνουν και ενδιάμεσες να τον χτυπάνε με κλωτσιές, σιδηρογροθιές και ρόπαλα, ακόμα και αιμόφυρτο πεσμένο χάμω ή λιπόθυμο. Οι συμμορίες αποτελούνται κατά κανόνα από νέους άνδρες αλλά σε πολλές συμμετέχουν και μερικές γυναίκες. Γυναίκες που κι αυτές βρίζουν χυδαία, φτύνουν αλλά και χτυπάνε και κλωτσάνε τα αιμόφυρτα θύματα.

# Τι είναι αυτοί οι νέοι άνθρωποι; Αυτές οι γυναίκες(!); Θα πρέπει να είναι πολλοί γιατί τα συμβάντα, τα τεκμηριωμένα μόνο, είναι εκατοντάδες. Από ποια κόλαση βαρβαρότητας βγήκαν; Πώς είναι δυνατό να είναι ομαδικά σε κατάσταση μανιακού δολοφόνου, ψύχραιμα, προμελετημένα και κατά συρροή; Πώς γέννησε η ελληνική κοινωνία ομάδες νέων ανδρών και γυναικών που κλωτσάνε με αρβύλες στο κεφάλι αιμόφυρτους και λιπόθυμους ανθρώπους; Απάντηση δεν έχω, μόνο μεγάλη ενοχή. «Αθώοι» και «αθώες» Ελληνες και Ελληνίδες, ας ξυπνήσουμε. Ας αντιδράσουμε όλοι όσοι, και είμαστε πάρα πολλοί, αντέχουμε όλα τα στραβά της χώρας μας αλλά αυτό όχι, λαός φονιάδων δεν είμαστε, όχι.