Εξαιρώντας τους ανηλίκους, κάθε αθωότητα είναι μαχητή μέχρις αποδείξεως του εναντίου. Γιατί έχουν ξεπηδήσει τόσοι πολλοί αθώοι, τυπτόμενοι και τύπτοντες λόγω Μνημονίου, ώστε αναρωτιέται κανείς μήπως ζούσε τόσα χρόνια σε άλλη χώρα• και μπορεί η ρήση της Μαλβίνας Κάραλη «Αθώο θύμα δεν υπάρχει» να ενέχει υπερβολή, από την άλλη ωστόσο η τόση αθωότητα που μας κατακλύζει καταντά ανυπόφορη και γελοία οίηση.

Δεν θα αναφερθώ διεξοδικά στον τρόπο που έχουμε διορισθεί, που παίρναμε τις επιδοτήσεις για τα μοσχάρια μας, τις επιχορηγήσεις και τα δάνειά μας, τις υποτροφίες μας για αξιοκρατικές σπουδές στην αλλοδαπή, τις άνευ τιμολογίου συναλλαγές κ.ο.κ. Θα πάρω την περίπτωση ενός φαινομενικώς αθώου: Εστω λοιπόν ένας διάσημος αοιδός που, χωρίς να έχει λάβει ποτέ κρατική ή άλλην επιχορήγηση, έκαμε τα τελευταία τριάντα χρόνια λαμπρή καριέρα εν τω ιδρώτι του προσώπου του. Σήμερα διαβιοί στα υψίπεδα προάστια των Αθηνών ευτυχής, επαναπαύεται στις χλιδανές καταθέσεις του και ασκεί κριτική στους «φαύλους πολιτικούς» μας: τον θεωρώ ένοχο εξ αγχιστείας και εξηγώ τους λόγους πιο κάτω.

Ο πετυχημένος αοιδός μας έδωσε συναυλίες ή και εργάσθηκε σε νυκτερινά κέντρα, ήτοι σε τόπους επαυξημένης φοροδιαφυγής. Ο ίδιος εισέπραττε ή πλήρωνε τους μουσικούς του συχνά ή κατά κανόνα με χιλιάρικα «μαύρα». Αγόρασε το διαμέρισμα ή τη μονοκατοικία του σε συμβολαιογραφική τιμή πολύ χαμηλότερη από την πραγματική και ενεχείρισε «φακελάκι» για την ασφαλέστερη χειρουργική επέμβαση σκωληκοειδίτιδος του τέκνου ή μαστικής ανορθώσεως της συζύγου. Και το κρισιμότερο: επί τριάντα συναπτά έτη διετέλεσε, με τις ζωντανές καλλιτεχνικές εμφανίσεις, με τους δίσκους και με τα σιντιά του, διασκεδαστής φοροφυγάδων επιχειρηματιών, υπαλλήλων διορισμένων με ρουσφέτι, πολιτικών και παρατρεχάμενων, ακόμη και νεαρών που χαρτζιλικώνονταν από φαυλεπίφαυλους γονείς. Κοντολογίς, ο «αθώος» αοιδός συντηρήθηκε και πλούτισε από τη διεφθαρμένη Ελλάδα. Αλλά τούτο τελικά δεν είναι αθωότητα, είναι βαυκαλισμός αθωότητος, είναι η πόρνη με συμπεριφορά παρθένου που αποφεύγει να θυμάται ότι την έχουν διακορεύσει.

Μα και τι να ‘καμνε, να διάλεγε τους ακροατές του ο υποθετικός αοιδός τού παραδείγματος; Να έκαμνε αυτό που έκαμε αφού έτσι ήταν η ελληνική ζωή και εκείνος δεν ήταν ήρωας. Απλώς δεν δικαιούται να παίρνει τη θέση τού από άμβωνος τιμητή.

Ετσι όμως βγαίνουμε όλοι «ένοχοι» για την παρελθούσα τριακονταετία, μα φυσικά και ευλόγως: εμείς κατοικούσαμε εδώ, δεν ήσαν άλλοι. Ασφαλώς η ενοχή έχει τις διαβαθμίσεις της, άλλο η ισόβιος κάθειρξις και διαφορετικό η εικοσαήμερος κράτησις. Και βέβαια οφείλουμε να ασκούμε κριτική στο σύστημα, αρκεί να τη συνοδεύουμε με ψήγματα στοιχειώδους αυτογνωσίας, ώστε να μη μοιάζουμε με μωρές μιξο-παρθένες σαν κάποιους διάσημους μαϊντανούς των ΜΜΕ.

Ο Μίμης Σουλιώτης είναι ποιητής και διδάσκει λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας