Διάβασα σε διαδικτυακό τόπο την αφήγηση του Κώστα Ρεσβάνη για την προσωπική του περιπέτεια με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο. Το 1981 είχαν γυρίσει μαζί ένα ντοκιμαντέρ σ’ ένα χωριό έξω από τη Θεσσαλονίκη, όπου είχε απομείνει ένας μόνον κάτοικος. Ο τίτλος ήταν «Ενα χωριό, ένας κάτοικος» και είχε προβληθεί από την εκπομπή «Ρεπόρτερ». Οταν έπειτα από χρόνια ο Αγγελόπουλος την αναζήτησε για να προβληθεί σε ένα ξένο κανάλι, ο Ρεσβάνης διαπίστωσε πως δεν υπήρχε πια. Η κασέτα βίντεο είχε χρησιμοποιηθεί για τη μαγνητοσκόπηση ενός ποδοσφαιρικού αγώνα και στη θήκη, όπου δέσποζε ένα αποφασιστικό Χ στο όνομα του σκηνοθέτη, ήταν σημειωμένο: «Παναθηναϊκός – ΑΕΚ».

Επειδή αντιλαμβάνομαι ότι πολλοί είναι έτοιμοι να χάσουν την ψυχραιμία τους και να αρχίσουν να καταφέρονται κατά της δημόσιας τηλεόρασης, οφείλω να υπενθυμίσω πως η ιστορία του πολιτισμού είναι γεμάτη από τέτοιου είδους δημιουργικές χειρονομίες. Σε καιρούς όπου η γραφική ύλη σπάνιζε, οι πάπυροι και οι περγαμηνές χρησιμοποιούνταν δύο και τρεις φορές χωρίς κανείς να στενοχωριέται. Η τεχνική του παλίμψηστου εξάλλου χρησιμοποιήθηκε και στη ζωγραφική και μόνον τα τελευταία χρόνια η επιστήμη έχει βρει τρόπους για να ανακαλύπτει πίνακες κάτω από τους πίνακες. Πόσες βυζαντινές εκκλησίες δεν χτίστηκαν χρησιμοποιώντας υλικά από αρχαίους ναούς; Οι παλαιότεροι θα θυμούνται πως οι βιντεοκασέτες το 1981 κόστιζαν και πως η έρημη χώρα δεν έπλεε στα πελάγη της ευμάρειας. Κάποιο πνεύμα οικονομίας ήταν ακόμη ενεργό.

Εκτός όμως από το οικονομικό ζήτημα υπάρχει και το ζήτημα ουσίας. Επειδή το ποδόσφαιρο και ο κινηματογράφος υπάγονται στο ίδιο υπουργείο, αντιμετωπίζονται δηλαδή από το Δημόσιο ως συναφή επαγγέλματα, ευλόγως θεώρησε ο δράστης πως μπορεί το ένα να αντικαθιστά το άλλο. Θα σκέφτηκε, ενδεχομένως, πως ένας ποδοσφαιρικός αγώνας αφορά πολύ περισσότερο κόσμο από μια ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου και, με τη δημοκρατική του συνείδηση ήσυχη, άρπαξε την κασέτα και έτρεξε στο γήπεδο. Είμαι σχεδόν βέβαιος πως αν στη θέση του ντοκιμαντέρ υπήρχε κάποια μεγαλειώδης προεκλογική συγκέντρωση, το ατύχημα θα είχε αποτραπεί μόνον και μόνον επειδή ο υπεύθυνος θα έτρεμε στην ιδέα ότι μπορεί στο μέλλον να του τη ζητούσε ο αρμόδιος υπουργός για να την προβάλει στο παιδικό πάρτι του εγγονού του.

Δεν πρέπει εξάλλου να παραγνωρίζουμε και μία ακόμη παράμετρο. Οταν ακούμε «ιστορία του πολιτισμού», στο μυαλό των περισσοτέρων έρχονται πρόσωπα ανθρώπων μορφωμένων, μεγαλοφυών, ταλαντούχοι δημιουργοί, κάτι ξεχωριστό εν πάση περιπτώσει. Ξεχνάμε την οικουμενική διάσταση του πολιτισμού. Ξεχνάμε πως ο πολιτισμός δεν δημιουργείται μόνον από τους ξεχωριστούς. Στην πορεία του συμμετέχουν οι μορφωμένοι αλλά και οι αμόρφωτοι, η μεγαλοφυΐα αλλά και μπόλικη κοινή, κοινότατη βλακεία.

Υποθέτω πως το ντοκιμαντέρ του Αγγελόπουλου δεν είναι το μόνο θύμα της απάθειας, της αδιαφορίας, κυρίως όμως του θράσους που παράγει γενναιόδωρα η απύθμενη άγνοια. Η περιπέτειά του, όμως, θα συμφωνήσετε πως απ’ αυτήν την άποψη είναι εμβληματική μιας ολόκληρης περιόδου της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας.