Το όχι και τόσο μακρινό ενδεχόμενο μιας κοινωνίας όπου η ιδέα της ελευθερίας θα έχει συρρικνωθεί στο δικαίωμα στη διαφορά, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στην ασυδοσία του κεφαλαίου· όπου η ιδέα της ισότητας θα συνοψίζεται στην (ανύπαρκτη) ισότητα ευκαιριών, ενώ η αλληλέγγυα «αδελφότητα» θα έχει εξοβελιστεί από το κοινωνικοπολιτικό λεξιλόγιο, αναλύει στο καινούργιο του βιβλίο ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς.


Στη διάρκεια των δύο αιώνων, που σχηματικά οριοθετούνται από τη Γαλλική Επανάσταση και την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, οι συλλογικές ταυτότητες και τα συλλογικά χειραφετητικά οράματα αποτέλεσαν κινητήριους μοχλούς της ιστορικής εξέλιξης. Ταυτότητες και οράματα που διαμορφώθηκαν με σημείο αναφοράς τους δύο μείζονες κοινωνικούς μετασχηματισμούς των νεώτερων χρόνων: τη συγκρότηση των εθνικών κρατών και την ταξική οργάνωση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Οι ριζικές ανατροπές που έχει προκαλέσει τα τελευταία 30 χρόνια η σήμερα θριαμβεύουσα νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση έχουν όμως υπονομεύσει και εν πολλοίς ακυρώσει τις συλλογικές βεβαιότητες του παρελθόντος.

Με τις ραγδαίες αυτές αλλαγές, οι οποίες δεν περιορίζονται στο πεδίο της οικονομίας, αλλά μεταβάλλουν επίσης τη συγκρότηση των νοημάτων, την πρόσληψη του εαυτού και την ίδια την έννοια της πολιτικής, ασχολείται ο Κ. Τσουκαλάς στο πρόσφατο πυκνό βιβλίο του. Και επισημαίνει και αναλύει έξι κρίσιμες ανατροπές ως κύριες και άμεσες προεκτάσεις των πρόσφατων εξελίξεων: Α) Την αποδυνάμωση της έννοιας «εθνική επικράτεια», η οποία επιβιώνει πλέον ως «νοσταλγική αναπόληση μιας ανεπίστρεπτα χαμένης εποχής». Β) Την επικράτηση, σε παγκόσμιο επίπεδο, ενός αέναα και ακαριαία μετατοπιζόμενου κεφαλαίου (προσανατολισμένου σε βραχυπρόθεσμες τοποθετήσεις), γεγονός που καθιστά δευτερεύουσα την όποια αναφορά σε εθνικό οικονομικό χώρο και μετατρέπει σε φάντασμα του παρελθόντος την έννοια «εθνική αστική τάξη». Γ) Την αδυναμία της οργανωμένης πολιτικής εξουσίας να επιβάλει την προαγωγή ενός οικουμενικά νοούμενου «γενικού συμφέροντος».

Δ) Τη δραματική συρρίκνωση των επιλογών ενός πολιτικού συστήματος που τείνει να μετασχηματιστεί σε απλό διαχειριστή, ο οποίος πειθήνια υπακούει στο θατσερικής έμπνευσης σύνδρομο ΤΙΝΑ (Τhere Ιs Νo Αlternative).

Ε) Τη συμβολική απαξίωση της ιδέας του δημοσίου αλλά και όλων των μορφών συλλογικής δράσης, έκφρασης και ζωής. Είναι ως εάν το «κοινωνικό ζήτημα» και το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη και αλληλεγγύη να έχουν πλέον διαγραφεί από την ημερήσια διάταξη.

ΣΤ) Τελική προέκταση όλων αυτών, η ιδεολογική εξατομίκευση που μετατρέπει τους ανθρώπους σε ανταγωνιστικά άτομα, τα οποία καλούνται να αυτοπραγματωθούν μέσα από την αγοραία καταξίωση της χρησιμότητας, της προσαρμοστικότητας και εν τέλει της διαρκώς μεταβαλλόμενης «απασχολησιμότητάς» τους. Σύμφωνα με την εμβληματική φράση της Μάργκαρετ Θάτσερ, «δεν υπάρχει κοινωνία, αλλά μόνο άτομα».

Η ιδεολογική αιτιολόγηση της εξατομικευμένης προσέγγισης της κοινωνίας, κομβικό σημείο για την πολιτική κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, βρίσκεται στο στόχαστρο της κριτικής του Τσουκαλά στα καταληκτήρια κεφάλαια του βιβλίου του. Η κριτική του αναδεικνύει την εσωτερική αντίφαση που διατρέχει τον ιδεολογικό λόγο περί δικαιώματος στη διαφορά και πολιτιστικής αυτονομίας, στον βαθμό που παρακάμπτει το καθοριστικό αίτημα της κοινωνικής αλληλεγγύης.

Αναγορεύοντας σε υπέρτατη αξία το «φυσικό» δικαίωμα στη διαφορά, οι άνθρωποι καλούνται να αναλάβουν, μόνοι και ανταγωνιστικά, τις ευθύνες για την (αβέβαιη) μοίρα τους. Διαμορφώνοντας, δήθεν ελεύθερα, ατομικές στρατηγικές, ο άνθρωπος γίνεται «υπεύθυνος όχι μόνο για την επιβίωση και τον τρόπο ζωής του αλλά και για τους όρους της επικείμενης πτώσης του». Ετσι, ένα αυτονόητο αίτημα ανθρώπινης χειραφέτησης, το ατομικό δικαίωμα στη διαφορά, όταν αποσυνδεθεί από τις υλικές προϋποθέσεις της ζωής του ανθρώπου, μπορεί να καταλήξει να υπηρετεί κατεστημένες εξουσιαστικές ορθοδοξίες, όπου η πολιτικοποίηση της ετερότητας συνδυάζεται με μια ομόρροπη αποπολιτικοποίηση της κοινωνίας.

Οι οξυδερκείς και καταγγελτικές αναλύσεις της σύγχρονης χειραφετητικής σκέψης (εξαιρετικό δείγμα το βιβλίο του Κ. Τσουκαλά) παραμένουν κατά κανόνα, τουλάχιστον προς το παρόν, μετέωρες ως προς το πολιτικό «διά ταύτα». Οπως επιγραμματικά αναφέρει ο Τσουκαλάς, «ακόμα κι αν επιδιώκουμε να αλλάξουμε τον κόσμο, δεν ξέρουμε πώς, από πού και με ποια εργαλεία πρέπει να αρχίσουμε να κατανοούμε το αντικείμενο της αλλαγής» (σ. 21). Η ελπίδα όμως- και για τους αισιόδοξους η βεβαιότηταείναι πως η Ιστορία έχει επανειλημμένα διαψεύσει τους κατά καιρούς θιασώτες του «τέλους» της. Ιδιαίτερα όταν οι συνεχώς διευρυνόμενες κοινωνικές ανισότητες αναδεικνύουν τη βαρβαρότητα της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.