Κείμενα ανήσυχα, ερευνητικά, θηρευτικά: διαβάζουν πίσω από τις αράδες, εντοπίζουν κρυφά περάσματα, αποκαθιστούν μακρινές συγγένειες, οσμίζονται τον κίνδυνο της γραφής και ειδοποιούν τον υποψιασμένο αναγνώστη. Τα δοκίμια της Τζίνας Πολίτη είναι ένας έμπειρος οδηγός για το ταξίδι στη χώρα της λογοτεχνίας.


Το παρόν βιβλίο συγκεντρώνει δεκατρία παλαιότερα και πρόσφατα μελετήματα της συγγραφέως που ανοίγουν μια μεγάλη θεματική και διαχρονική γκάμα με κύριο μοχλό τησυνανάγνωση. Τα εξεταζόμενα έργα διασταυρώνονται απρόσμενα σε ιδεολογικούς, ιστορικούς, διακειμενικούς κόμβους όπου η αρχαιοελληνική τραγωδία συναντά την ψυχανάλυση, ο ανδρικός λόγος συγχρωτίζεται με τον γυναικείο στη νεοελληνική πεζογραφία, το αστικό τοπίο της λογοτεχνίας αποτιμάται με οικονομικούς όρους, η κοινωνιολογία έρχεται αντιμέτωπη με τη φιλοσοφία είτε τη γλωσσολογία, και οι λογόγριφοι του Τζόις στήνουν διάλογο με τα λακανικά λογοπαίγνια σε ένα παρόν διαρκείας. Η Πολίτη διαβάζει το χθες μαζί με το σήμερα, τονΟιδίποδαμαζί με τον Φρόυντ, τηνΑντιγόνημαζί με την Ιrigaray, φοδράροντας έντεχνα το κειμενικό ένδυμα που παραλαμβάνει με όλα όσα η έρευνα έχει στο μεταξύ προσκομίσει, και μη διστάζοντας να γυρίσει το μέσα έξω δείχνοντας στο φως την άλλη όψη του υφάσματος.

Μoλονότι τα περισσότερα από τα δοκίμια του βιβλίου είναι ανακοινώσεις σε ακαδημαϊκά συνέδρια ή συμμετοχές σε συλλογικούς τόμους, δεν διακρίνεται πάνω τους ίχνος φιλολογικής σκωρίας και επιδεικτικής επιστημοσύνης. Ο ερευνητικός μόχθος έχει χωνευτεί σε μια καλοδουλεμένη αφήγηση που σε παίρνει από το χέρι και σε οδηγεί σε δύσβατα γνωστικά μονοπάτια: στο τέρμα της περιδιάβασης είσαι σε θέση να εκτιμήσεις τον δρόμο που έκανες, πολλές φορές με θεαματικά άλματα ή με εκπληκτική ταχύτητα, δίχως να το συνειδητοποιήσεις πλήρως. Οι ρόλοι του ερευνητή και του αφηγητή εναλλάσσονται και ο ένας στρώνει τον δρόμο του άλλου· όταν αυτό γίνεται με κέφι, κλείνοντας το μάτι στον έξυπνο αναγνώστη, προκύπτουν απολαυστικά κείμενα σαν το δεκατετρασέλιδο «Γράμμα της Αντιγόνης» (Λαβδακίδου) από τον Αδη (Λεωφόρος Σοφοκλέους) προς την αδελφή της, Ισμήνη (Λαβδακίδου) στη Θήβα (οδός Σφίγγας), που καταλήγει με το «Υστερόγραφο: ο μπαμπάς σου στέλνει φιλάκια», έχοντας ωστόσο ανατάμει στο μεταξύ τη σοφόκλεια τραγωδία υπό το φως των νιτσεϊκών, φροϋδικών, φεμινιστικών θεωριών. Η ηρωίδα της τραγωδίας αποδομεί τον καταχθόνιο ρόλο που της επιφύλαξε ο μύθος και υποχρεώνει τον αναγνώστη να παρακολουθήσει γοητευμένος αυτή την απομυθευτική τεχνική.

«Η ρητορική της πόλης» θίγει το θέμα της εξεικόνισης του άστεως στη λογοτεχνία, τη μεταλλαγή του παραδοσιακού «εγκωμίου πόλεως» σε εφιάλτη και καταγγελία της μεγαλούπολης. Το δοκίμιο «”Γουρουνίσια μάζα” κατά “πλήθους χρυσών ναρκίσσων”» πραγματεύεται την έννοια του πλήθους, του όχλου ως αντίπαλον δέος στην ηγεμονική τάξη. Ο Τζόις, στον οποίο έχει συστηματικά εντρυφήσει η Πολίτη, την απασχολεί σε δύο ευρηματικά κείμενα: «Ποιος ήταν ο άντρας με το Μacintosh;» και «Το “κωμικώλον του πιπερωμένου” και η “προαντωνυμική κωμικηδεία”», ενώ για κλείσιμο του βιβλίου επιλέγεται μια εκδοχή- παρωδίαπανεπιστημιακής μυθοπλασίας(«Από μια άλλη θέση») σε ευθύ διάλογο με τον David Lodge.

Η Τζίνα Πολίτη και με αυτό το βιβλίο της παραδίδει μαθήματα αναγνωστικής δεοντολογίας σε καιρούς που η κειμενοφιλία δοκιμάζεται.