Αστός και δημοκράτης, ιστορικός και κριτικός ο Μαρίνος Καλλιγάς αναδεικνύεται

σε πρότυπο προοδευτικού πολίτη που έδρασε «Με λογισμό και μ’ όνειρο»

Είναι ένα βιβλίο-θησαυρός, χωρίς αμφιβολία, απαραίτητο για κάθε φίλο της

νεοελληνικής τέχνης. Στις 624 σελίδες του παρατίθενται χρονολογικά

(1937-1982)οι κριτικές που ο Μαρίνος Καλλιγάς (1906-1985) δημοσίευε στο

«Βήμα», στον «Ζυγό» και σε άλλα έγκυρα έντυπα, με αντικείμενο τις εκθέσεις

(ατομικές, μουσειακές κ.ά.), επίκαιρα θέματα καθημερινής αισθητικής, θεσμών

(Πανελλήνιες, Εικαστικό Επιμελητήριο, γλυπτά δημοσίου χώρου κ.ά.), αλλά και

άλλα θεωρητικά ζητήματα («Ρόλοι της τεχνοκριτικής» κ.ά.).

Καλοσπουδαγμένος εδώ και στη Γερμανία, ο ιστορικός τέχνης και βυζαντινολόγος

συγγραφέας είναι ο πιο χαρακτηριστικός ίσως εκπρόσωπος της γενιάς του

Μεσοπολέμου. Όσα τον προβλημάτισαν, αφορούν κι εμάς, αφού προεκτείνουν τα

ιδεολογήματα του αστικού βενιζελικού κράτους στα σημερινά μας προβλήματα

ταυτότητας: «Ο Ελληνισμός είναι διαχρονικό γνώρισμα, το Βυζάντιο συνεχίζει την

ελληνιστική εποχή και προεκτείνεται στη νεώτερη διαμέσου της λαϊκής τέχνης και

των καλλιτεχνικών βιωμάτων, ο σύγχρονος καλλιτέχνης θα πρέπει να προσθέτει την

προσωπικότητα στο έργο του».

Στις επιστημονικές αποσκευές του Καλλιγά, και των περισσότερων άλλων

αρχαιολόγων, βυζαντινολόγων κ.ά. της εποχής, υπήρχε και ο απόηχος του

γερμανικού ιδεολογήματος για «λαϊκή ψυχή» (Volksseele), η εκτίμηση ότι οι λαοί

είναι υπεράνω των πρόσκαιρων πολιτικών μορφωμάτων. Με αυτόν τον συνδετικό

κρίκο, π.χ., τα κομμάτια της Γερμανίας του 19ου αιώνα προετοίμαζαν την ένωσή

τους, το ίδιο όμως και τα κομμάτια του Ελληνισμού της Διασποράς, ιδίως μετά το

1922.

Προσωπικά δεν πιστεύω ότι θα καθιερωνόταν οι κορυφαίοι Έλληνες ζωγράφοι του

20ού αιώνα, οι κλασικοί της γενιάς του Μεσοπολέμου, χωρίς αυτόν τον ευγενή

μύθο, με τον οποίο και η πττα (το περιορισμένο ελλαδικό κράτος) ήταν σωστή και

η Ιστορία χορτάτη. Ο K. Παρθένης, ο Θεόφιλος, ο Φ. Κόντογλου, ο Σπ. Βασιλείου,

ο Γ. Τσαρούχης, καθώς και – προλαβαίνοντας το τρένο, την τελευταία στιγμή – οι

N. Νικολάου, Γ. Μόραλης, N. Εγγονόπουλος κ.ά. Διεθνής εικαστική γλώσσα, αλλά

εγχώρια βιώματα, μια συνταγή μοναδικής ευφυΐας και αποτελεσματικότητας, ό,τι

σημαντικότερο προσέφερε ο 20ός αιώνας, δίνοντας προσωπικότητα στη ζωγραφική

μας και δύο Νόμπελ στην ποίηση.

Με τέτοια εφόδια, με διαπεραστικό κριτικό βλέμμα, αλλά και με αθόρυβη

εργατικότητα, ο Καλλιγάς εξέτασε τις μεγάλες εκθέσεις του καιρού του.

Επιθεώρησε συστηματικά τις Πανελλήνιες Εκθέσεις, εντοπίζοντας άμεσα τις νέες

παρουσίες (Γ. Γαΐτης, Γ. Σπυρόπουλος, N. Κεσσανλής, Βλ. Κανιάρης κ.ά.),

προτείνοντας θεσμικές αλλαγές (Πανελλήνιες κ.ά.), επανερμηνεύοντας τον Θεόφιλο

(«έργο της Φύσης όχι της συνείδησης, η αξία του»), τον Γ. Μπουζιάνη, τον Σπ.

Βασιλείου, πρωτοανιχνεύοντας τον ρόλο των media στη μεταπολεμική εποχή, τότε

που οι ζωγράφοι έβλεπαν σε φωτογραφίες τα δοξασμένα έργα άλλων χωρών και

αντέγραφαν, και, κυρίως, κατάλαβε τη σημασία των μουσειακών συλλογών και

κτιρίων, με αποτέλεσμα να συλλάβει και να ολοκληρώσει το κτίριο της Εθνικής

Πινακοθήκης, υπερβαίνοντας και αυτήν την ελληνική γραφειοκρατία. Σε αυτόν

οφείλεται επίσης ο εμπλουτισμός και άλλων πινακοθηκών (Δημοτική Πινακοθήκη

Ρόδου) με πολύτιμα έργα.

Στον σπουδαίο αυτόν ευπατρίδη μπορούμε σήμερα να βρίσκουμε όλοι ένα

πρότυπο ευρυμάθειας, ευαισθησίας, ήθους, αλλά και ολοκλήρωσης στόχων,

αφοσίωσης σε έργα και όχι μόνο σε σκέψεις. Τότε ούτε «πακέτα κοινοτικής

στήριξης» υπήρχαν, ούτε καν κατανόηση για τον ρόλο των μουσείων, ο οραματιστής

έπρεπε να προσφέρει τα πάντα, σχεδόν αβοήθητος.

Για τους νέους ιστορικούς τέχνης, ιδίως, το βιβλίο είναι ένα εγκόλπιο, σε μια

εποχή που το εκκρεμές ανάμεσα στο διεθνές και στο εγχώριο ζητεί αποφάσεις,

θέσεις, δράση, ώστε η τρέχουσα τέχνη μας να αποκτά την ιδεολογική-τεχνοκριτική

τεκμηρίωση που χρειάζεται.

Είναι επίσης πολύτιμο και για τη χρηστικότητά του. Σήμερα που η αρχειοθέτηση

καλλιτεχνών, έργων, θεσμών και αισθητικών προβληματισμών πέρασε στη

μουσειολογική περιοχή, ο τόμος αυτός προσφέρει εξαιρετικά στοιχεία. Σ’ αυτό

βοηθούν και τα προσεκτικά ευρετήριά του – προσώπων, έργων, διοργανωτών,

εκθεσιακών χώρων. Διαπιστώσαμε όμως και μια ανεξήγητη έλλειψη που υπονομεύει

τον τίτλο: το ευρετήριο τεχνοκριτικών εννοιών που τον απασχόλησαν.

H έκδοση με λίγα λόγια

Συμπέρασμα: Πολύ σημαντική, με ευρύτερο ενδιαφέρον – εκθέσεις νέων και

παλαιότερων καλλιτεχνών, εικαστικοί θεσμοί και θεωρητικά θέματα, από το

μελετημένο, διορατικό και μαχητικό βλέμμα του διευθυντή της Εθνικής

Πινακοθήκης

* Ενδιαφέρει τον μέσο φιλότεχνο; 6

* Ενδιαφέρει τους ειδικούς; 10

* Ξεχωρίζει από άλλες εκδόσεις της εποχής; 8

* Τα περιεχόμενα είναι τα πιο αντιπροσωπευτικά για το θέμα; 9

8, 9, 10 = Ζώνη υψηλών επιδόσεων

6, 7 = Αξιοσημείωτη εξέλιξη

5 = Τα συνηθισμένα

INFO

Μαρίνος Καλλιγάς, «Τεχνοκριτικά 1937-1982», Μουσείο Μπενάκη – Εκδόσεις Άγρα,

624 σελίδες.