Ο Τζορτζ Μπους βρίσκεται αυτές τις ημέρες σε μια Ευρώπη που δεν είναι

πραγματικά εχθρική απέναντι στην Αμερική, αλλά σαστισμένη και λίγο φοβισμένη.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αντιμετωπίζεται αρνητικά από τη λαϊκή πλειοψηφία

στη Γερμανία και τη Γαλλία, αλλά αυτό είναι ένα εφήμερο συναίσθημα. Οι

διαφορές σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική είναι σημαντικές, αλλά όχι

σοβαρότερες από ό,τι στο παρελθόν. Σκεφτείτε τον Πόλεμο του Βιετνάμ, για

παράδειγμα.

Η Ευρώπη νιώθει κατάπληξη και ανησυχία όταν ακούει ένα έθνος όπως οι ΗΠΑ, με

τις ένοπλες δυνάμεις που αυτές διαθέτουν, να εκφράζει τόσο επίμονο φόβο για

την απειλή του Οσάμα Μπιν Λάντεν και των «απείθαρχων κρατών».

Για τους Ευρωπαίους, ούτε το Ιράκ ούτε το Ιράν αποτελούν προβλήματα που θα

έλυνε ένας ακόμη πόλεμος. Και σε ό,τι αφορά την ισραηλινοπαλαιστινιακή

διαμάχη, βλέπουν με πολύ μεγαλύτερη συμπάθεια τις πολιτικές διεκδικήσεις των

Παλαιστινίων από ό,τι οι περισσότεροι Αμερικανοί.

Σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Περλ, τον σύμβουλο του Αμερικανού προέδρου, η

Ουάσιγκτον δεν πρόκειται να μεταβάλει τις θέσεις της σε αυτά τα ζητήματα. Το

ίδιο πρέπει να λεχθεί και για τις δυτικοευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Και το

αποτέλεσμα είναι ότι οι Ευρωπαίοι παρακινούνται να συντονίσουν την εξωτερική

και στρατηγική πολιτική τους σε έναν βαθμό που θα έμοιαζε απίθανος πριν από

ένα χρόνο.

Ένα από τα μεγαλύτερα παράπονα του Περλ και άλλων Αμερικανών αξιωματούχων

είναι ότι οι Ευρωπαίοι κατασκευάζουν το δικό τους δορυφορικό GPS και το δικό

τους μαχητικό αεροσκάφος αντί να αγοράζουν τα αμερικανικά. Ο λόγος είναι

προφανής. Θέλουν να είναι ανεξάρτητοι. Για μια ακόμη φορά, όπως και τόσες

άλλες στο παρελθόν, αλλά στην προκειμένη περίπτωση άθελά της, η Ουάσιγκτον

δίνει μια μεγάλη ώθηση στην ευρωπαϊκή ενοποίηση.