Τις ημέρες που τα νησιά και οι υπόλοιπες τουριστικές περιοχές της χώρας

βουλιάζουν από κόσμο, η Αθήνα ανασαίνει, ενώ στα κοντέρ των αυτοκινήτων η

ταχύτητα διπλασιάζεται.ΑΠΟ ΤΑ 15 χιλιόμετρα ανά ώρα, που είναι η μέση ταχύτητα

στους κεντρικούς δρόμους, όταν κυκλοφορούν 1,5 εκατομμύριο αυτοκίνητα, φτάνει

τα 30 χιλιόμετρα, στο διάστημα μεταξύ 15 Ιουλίου και 20 Αυγούστου. Τότε

υπολογίζεται πως το Λεκανοπέδιο εγκαταλείπουν τουλάχιστον 700.000 Ι.Χ. Όμως,

και το 30% του συνολικού στόλου να απουσιάζει, το αποτέλεσμα είναι εξίσου

ορατό, όπως λένε οι ειδικοί.

Είναι μία εικόνα, που θα έπρεπε να ισχύει όλο το χρόνο, καθώς η υποδομή της

πρωτεύουσας μπορεί να εξυπηρετήσει μόλις δύο εκατομμύρια κατοίκους. Αριθμός,

που θα αυξηθεί στα δυόμισι εκατομμύρια, όταν ολοκληρωθούν τα μεγάλα έργα στο

Λεκανοπέδιο (Μετρό, κόμβοι Κηφισού, λεωφόρος Σταυρού-Ελευσίνας).

Δύο εκατομμύρια κατοίκους, όμως, η Αθήνα είχε μόνο τη δεκαετία του ’50, πριν

δηλαδή την καταστροφική επέλαση της «αντιπαροχής». Τότε, βέβαια, η υποδομή της

πόλης κάλυπτε τις ανάγκες πολύ λιγότερων. Σήμερα, ο πληθυσμός του Λεκανοπεδίου

­ σε έκταση 450.000 στρεμμάτων ­ φτάνει ακόμα και τα τεσσεράμισι εκατομμύρια,

δηλαδή το 45% των κατοίκων ολόκληρης της χώρας. Την ίδια στιγμή, στις χώρες

της Δυτικής Ευρώπης, οι μητροπόλεις συγκεντρώνουν το 20%-30% του συνολικού πληθυσμού.

«ΙΔΑΝΙΚΗ ΠΟΛΗ»

«Η πόλη μπορεί να λειτουργήσει τέλεια με δύο εκατομμύρια κατοίκους», λέει ο

Σπύρος Τσαγκαράτος, αρχιτέκτονας και πολεοδόμος. «Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο,

φεύγουν μέχρι και δυόμισι εκατομμύρια κάτοικοι σε διακοπές. Η Αθήνα, τότε,

είναι μία ιδανική πόλη».

Πάντως, στο ερώτημα πόσους κατοίκους «αντέχει» η πρωτεύουσα, οι επιστήμονες

δύσκολα δίνουν σαφή απάντηση. «Εξαρτάται από την οργάνωση και την υποδομή της.

Οι συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων θα μπορούσαν να είναι άριστες, ακόμα και αν

ξεπερνούσαν τα τέσσερα εκατομμύρια. Όπως, αντίστοιχα, θα μπορούσαν και να

είναι άσχημες αν ζούσαν εδώ μόνο ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι», λέει ο

Λουδοβίκος Βασενχόφεν, καθηγητής στον Τομέα Πολεοδομίας και Χωροταξίας του Πολυτεχνείου.

Για να χωρέσει όμως όλος αυτός ο κόσμος στην Αθήνα, η πόλη τσιμεντοποιήθηκε,

θυσιάζοντας αναγκαστικά, την ποιότητα της ζωής των κατοίκων της. «Εξαρτάται,

βέβαια, για τι είδους ποιότητα ζωής μιλάμε», διευκρινίζει ο Δημήτρης

Παπαϊωάννου, χημικός-μηχανικός και περιβαλλοντολόγος. «Αν το πρότυπό μας είναι

το Τόκιο, τότε η Αθήνα βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση. Αν, όμως, μιλάμε για

τις πόλεις της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης, δεν τα πάμε καθόλου καλά».

ΟΙ ΣΩΣΤΕΣ ΑΝΑΛΟΓΙΕΣ

Σύμφωνα με τις επιταγές της σύγχρονης πολεοδομίας, σε κάθε πόλη, οι κατοικίες

και τα εμπορικά καταστήματα πρέπει να μην ξεπερνούν το 55% της έκτασής της.

Στην Αθήνα αυτό το νούμερο αγγίζει τα όρια της φαντασίας. Σε αρκετές

πυκνοκατοικημένες περιοχές, φτάνει ακόμα και το 80%!

Όσο για το πράσινο, αντί να καλύπτει το 10% της πόλης ­ το ελάχιστο για μία

σύγχρονη μεγαλούπολη, σύμφωνα με τους ειδικούς ­ αντιστοιχεί μόλις στο ένα

εκατοστό της έκτασής της! Βέβαια, αν θέλουμε να δούμε τα πράγματα από τη

θετική τους πλευρά, «ελάχιστο πράσινο σημαίνει και ελάχιστη κατανάλωση νερού

γι’ αυτό το σκοπό…», όπως λέει ο κ. Παπαϊωάννου.

Σε μία πόλη, όμως, εκτός από σπίτια και καταστήματα υπάρχουν και χώροι που

εξυπηρετούν το κοινωνικό σύνολο. Τα σχολεία (εκτός από πανεπιστήμια), τα

νοσοκομεία και οι κλινικές, τα γήπεδα και τα γυμναστήρια, καθώς και οι

δημόσιες υπηρεσίες, θεωρητικά, καταλαμβάνουν το 10% της συνολικής έκτασης.

Στην Αθήνα, το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει μόλις το 4%.

Τέλος, στους δρόμους και στα πεζοδρόμια της πρωτεύουσας απομένει το υπόλοιπο

20% της έκτασης, λιγότερο από το ένα τέταρτο της πόλης, που θεωρείται το ιδανικό.

Ο υπερπληθυσμός της Αθήνας δεν αφήνει ανεπηρέαστο ούτε και το κλίμα της πόλης.

«Η θερμοκρασία αυξάνεται όλο το χρόνο, αλλά περισσότερο το καλοκαίρι», εξηγεί

ο Μάνθος Σανταμούρης, καθηγητής Φυσικής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, που

έχει κάνει σχετικές μελέτες. «Η κυριαρχία του μπετόν, η πυκνότητα των

οικοδομών, η έλλειψη πρασίνου, καθώς και η υπέρμετρη χρήση αυτοκινήτων,

προκαλούν την αλλαγή του εσωτερικού κλίματος στην πόλη».


ΑΠΟ ΤΑ σημαντικότερα, για πολλούς επιστήμονες, προβλήματα που δημιουργεί στο

Λεκανοπέδιο ο υπερπληθυσμός είναι η συμφόρηση στους δρόμους του. Σε αυτό

συμβάλλουν, επίσης, η κακή οργάνωση και οι ελλείψεις των μέσων μαζικής συγκοινωνίας.

«Ενώ χρειάζεται ένα βελτιωμένο ενιαίο σύστημα μεταφορών (τραμ, μετρό,

ηλεκτρικός, λεωφορεία κ.λπ.) ­ κάτι που προέβλεπε και το Ρυθμιστικό Σχέδιο της

Αθήνας ­ τα χρήματα επενδύονται στην κατασκευή νέων αυτοκινητόδρομων. Έτσι, ο

Αθηναίος είναι υποχρεωμένος να χρησιμοποιεί το αυτοκίνητό του, επιβαρύνοντας

την κατάσταση στους δρόμους», αναφέρει ο κ. Πάνος Τότσικας, αρχιτέκτονας –

πολεοδόμος και σύμβουλος περιφερειακής ανάπτυξης.

Σήμερα στους δρόμους της Αθήνας μετακινούνται περίπου ενάμισι εκατομμύριο

οχήματα. «Η υποδομή τους, όμως, μπορεί να εξυπηρετήσει μόνο το 65% του αριθμού

αυτού, επειδή δεν διαθέτουμε περιφερειακούς και περιμετρικούς δρόμους, που θα

μπορούσαν να αποσυμφορήσουν την κίνηση», προσθέτει ο κ. Σπύρος Τσαγκαράτος.

Η μέση ταχύτητα των Ι.Χ. στις ώρες αιχμής δεν ξεπερνά τα 20 χιλιόμετρα την

ώρα. Το καλοκαίρι, λόγω της μείωσης των αυτοκινήτων, η ταχύτητα διπλασιάζεται.

«Ακόμη και 30% να μειωθεί ο φόρτος της κυκλοφορίας, ο μέσος όρος της ταχύτητας

φτάνει τα 30 χιλιόμετρα την ώρα. Από τις 15 Ιουλίου μέχρι και τον Αύγουστο

όμως, η κίνηση μπορεί να μειωθεί ακόμα και 80%», εξηγεί ο κ. Γιάννης Γκόλλιας,

αναπληρωτής καθηγητής στον Τομέα Μεταφορών του Πολυτεχνείου.


Η ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗ του πληθυσμού στην Αθήνα δεν κάνει κακό μόνο στην πρωτεύουσα αλλά

και στην υπόλοιπη χώρα, όπως τονίζει ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου

Πολυτεχνείου, Λουδοβίκος Βασενχόβεν, αφού αποβαίνει εις βάρος της ανάπτυξης

της ελληνικής επαρχίας.

Μία λύση, που έχει μείνει στα «χαρτιά» εδώ και χρόνια, είναι η αποκέντρωση και

η μετεγκατάσταση ενός μέρους των κατοίκων σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Γι’

αυτό βέβαια χρειάζονται ορισμένα κίνητρα από την Πολιτεία. «Αυτά όμως δεν

υπάρχουν στην ουσία. Τα μόνα κίνητρα που ισχύουν αφορούν επενδύσεις στις

παραμεθόριες περιοχές, με το σκεπτικό ότι θα προσελκύσουν ένα κομμάτι του

πληθυσμού» λέει ο Σπύρος Τσαγκαράτος, πολεοδόμος και αρχιτέκτονας.

Μόνο την περασμένη δεκαετία, τα χρόνια ’85-’90, όταν η ανεργία στην πρωτεύουσα

παρουσίασε αύξηση, δόθηκαν κάποια κίνητρα για μετεγκατάσταση. «Οι περισσότεροι

που έφυγαν τότε ήταν ελεύθεροι επαγγελματίες και όχι εργάτες, αφού δεν έγιναν

βιομηχανίες σε άλλα μέρη της χώρας. Η φυγή τους όμως ισοφαρίστηκε από τον

ερχομό των μεταναστών της Ανατολικής Ευρώπης» προσθέτει ο κ. Τσαγκαράτος.

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.