Οταν πριν από μερικούς μήνες ο Μητσοτάκης διέβη τον Ρουβίκωνα και ζήτησε εκλογές, υποθέτω πως δεν έτρεφε την ψευδαίσθηση ότι ο Τσίπρας θα του κάνει το χατίρι.

Κανείς δεν φεύγει από την κυβέρνηση οικειοθελώς.

Ο Ρουβίκωνας όμως είχε μια ιδιαίτερη σημασία, την οποία κατάλαβαν κυρίως όσοι δυσανασχέτησαν με τον πρόεδρο της ΝΔ.

Ζητώντας εκλογές, καθάριζε όλες τις ενδιάμεσες γκρίζες λύσεις και έκαιγε όλα τα άλλα σενάρια. Καθιστούσε σαφές ότι η κυβέρνηση είτε θα μείνει είτε θα φύγει –άλλο σχέδιο ή περιθώριο δεν υπάρχει…

Προφανώς αυτή η αποσαφήνιση δυσαρέστησε πάσης φύσεως νταραβερτζήδες της πολιτικής που ήλπιζαν ακριβώς σε κάποιο ενδιάμεσο σενάριο για να παίξουν κάποιον ρόλο.

Ευτυχώς για τη δημοκρατία, τους έκλεισαν την πόρτα στα μούτρα.

Ετσι λοιπόν τα πράγματα πλέον είναι εξαιρετικά απλά.

Από τη μια πλευρά έχουμε μια κυβέρνηση η οποία θα πασχίζει να παραμείνει στην εξουσία και θα μετέλθει κάθε μέσου για να το επιτύχει –διάλογο για την παιδεία, εκλογικό νόμο, αναθεώρηση του Συντάγματος, έλεγχο της ενημέρωσης, παραχωρήσεις στους δανειστές, δικαστικές διώξεις…

Από την άλλη πλευρά έχουμε μια αντιπολίτευση, η οποία στο σύνολό της έχει πλέον ως στρατηγική επιδίωξη την απομάκρυνση της κυβέρνησης θεωρώντας ότι «το βασικό πρόβλημα του τόπου είναι η κυβέρνησή του».

Αυτό είναι το σκηνικό που έχει διαμορφωθεί και δύσκολα θα μεταβληθούν οι βασικοί παράμετροί του.

Η επιμέρους στρατηγική των δυο πλευρών είναι εξίσου σαφής.

Η αντιπολίτευση θα επιχειρήσει να οδηγήσει την κυβέρνηση σε πολιτική και κοινωνική ασφυξία –δεν θα συμφωνεί μαζί της ούτε στην ώρα και στον καιρό… Ταυτοχρόνως, θα μεγιστοποιεί τη φθορά της διακυβέρνησης καταγγέλλοντας το παραμικρό ολίσθημα ή στραβοπάτημα.

Η κυβέρνηση από την πλευρά της θα επιχειρήσει να αποσταθεροποιήσει προσωπικά τον Μητσοτάκη χρησιμοποιώντας τους παραμερισμένους νταραβερτζήδες ή τη μικρόνοια και την ιδιοτέλεια διαφόρων παραγόντων.

Γενικώς το παιχνίδι θα παιχτεί σε πολλά επίπεδα, ορισμένα από τα οποία δεν θα περιποιούν τιμή στους εμπνευστές τους –ελπίζω απλώς να μην επιφέρουν ανήκεστους βλάβες στη δημοκρατία μας.

Από την πείρα μου πάντως μπορώ να πω ότι αυτά τα ζητήματα δεν κρίνονται ποτέ στο παρασκήνιο, όσο παρασκήνιο κι αν ενεργοποιηθεί.

Κρίνονται στην κοινωνία. Κι έχω την αίσθηση ότι η κοινωνία έχει κρίνει, έχει βγάλει τα συμπεράσματά της και έχει αποφασίσει τι θέλει –όπως κι αν το διατυπώνει κάθε φορά που ερωτάται…

Από εκεί και πέρα το εθνικό ζητούμενο είναι να μην καθυστερήσει πολύ η έκβαση διότι κάθε μέρα που περνάει ανεβάζει το κόστος της λύσης.