Γύρω στα δύο τρίτα του βιβλίου «Πόλεμος και πόλεμος», που πρωτοεκδόθηκε το 1999, ο Λάζλο Κρασναχορκάι διευκρινίζει εντέχνως πώς βλέπει ο ίδιος τη γραφή του. Ο ήρωάς του Γκιόργκεϊ Κόριμ, ένας αρχειοφύλακας από τη βαθιά ουγγρική επαρχία, αναστοχάζεται για πολλοστή φορά το χειρόγραφο που επιχειρεί να παραδώσει στην αιωνιότητα και που αποτελεί τη σπονδυλική στήλη της πλοκής: «….η γλώσσα εξεγείρονταν, έπαυε να εκπληρώνει την αρχική της λειτουργία, άρχιζε μια φράση και δεν ήθελε πια να σταματήσει, όχι γιατί –ας το πούμε έτσι –κρεμόταν πάνω από μια άβυσσο, με άλλα λόγια, όχι εξ αιτίας μιας αδυναμίας, όχι, ήταν προϊόν μιας μορφής απερίσκεπτης ακρίβειας, σαν να είχαν απελευθερωθεί μέσα της δαιμονισμένες δυνάμεις για να την παρασύρουν, πράγμα ασυνήθιστο και αντίθετο προς τη φύση τους που ήταν η πειθαρχία […] στην πραγματικότητα, στο χειρόγραφο παρουσιαζόταν μια ατέρμων φράση που κοπίαζε να είναι όσο πιο ακριβής και υποβλητική μπορούσε, ανατρέχοντας σε όσα η γλώσσα επέτρεπε και δεν επέτρεπε, οι λέξεις συνέρρεαν μέσα στις φράσεις, στριμώχνονταν και μπερδεύονταν, συγκρούονταν, αλλά όχι με τον τρόπο μιας καραμπόλας, όχι, μάλλον σαν ένα παζλ που η λύση του ήταν ζωτικής σημασίας, στριμώχνονταν σε ένα χώρο αποπνικτικό, συμπαγή, κλειστό, […] ήταν σαν κάθε φράση να είναι κεφαλαιώδους σημασίας, […] και ακολουθούσε έναν ιλιγγιώδη ρυθμό και ό,τι περιγραφόταν, συντασσόταν, αναπτυσσόταν και εξετίθετο, ήταν τόσο περίπλοκο που δεν καταλάβαινε κανείς τίποτε…». (σελ. 262-3)

Υποκεφάλαιο και παράγραφος

Ακριβώς έτσι έχουν τα πράγματα σε αυτό το βιβλίο όπου, μεταξύ άλλων, κάθε υποκεφάλαιο είναι μια παράγραφος και μια πρόταση. Τη στιγμή ακριβώς που ο αναγνώστης, έχοντας φτάσει έως εδώ, αναρωτιέται αν ο συγγραφέας έχει επίγνωση του τι κάνει, του παραδίδεται μια τρόπον τινά διακήρυξη αρχών. Και αν κάποιος αναρωτηθεί γιατί πρέπει η γραφή να είναι τόσο περίπλοκη, τόσο αφάνταστα κουραστική (κατά τον ίδιο τον συγγραφέα) και αντίθετη σε όλους τους κανόνες της γλώσσας ως εκφραστικού επικοινωνιακού μέσου, η απάντηση δίνεται αμέσως μετά: μα γιατί η ίδια η πραγματικότητα είναι απάνθρωπα περίπλοκη.

Ηδη από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, και ενώ ο αναγνώστης δέχεται απανωτά χτυπήματα από τις ατέρμονες φράσεις και την περίπλοκη νοηματική σύνδεση του Κρασναχορκάι όπου οι γλωσσικές δυνατότητες ωθούνται στο έσχατο όριό τους, μαθαίνουμε ότι είναι η περιπλοκότητα του κόσμου που τον απασχολεί: «…πίστευε πως κατανοούσε τον κόσμο, ενώ στην πραγματικότητα, παραδέχτηκε εκεί, στην όχθη του ποταμού, όχι μόνο δεν κατανοούσε τον κόσμο αλλά δεν κατανοούσε απολύτως τίποτα […] βρισκόταν αντιμέτωπος με μια τρομερή περιπλοκότητα, και από τη στιγμή εκείνη, μόλις σκεφτόταν τον κόσμο […] η περιπλοκότητα αυτή γινόταν όλο και πιο αδιαφανής, και διαισθάνθηκε ότι αυτή ακριβώς η περιπλοκότητα ήταν η ίδια η ενσάρκωση της ουσίας αυτού του κόσμου […] πως ο κόσμος ήταν ένα και το αυτό με την περιπλοκότητα» κ.λπ. κ.λπ.

Το βιβλίο του Κρασναχορκάι είναι βαθιά ανησυχητικό, επιδεικτικά αναιτιολόγητο, εντέχνως εξαντλητικό, βαθιά ποιητικό, προσποιητά άλογο, σαν να θέλει προγραμματικά να αποθαρρύνει τον απροετοίμαστο αναγνώστη. Ηδη στην αρχή της αφήγησης ο Κόριμ βρίσκεται πάνω σε μια πεζογέφυρα, αιχμάλωτος μιας συμμορίας ανηλίκων που θέλει να τον ληστέψει, και ως μοναδική του άμυνα έχει τον τρομώδη λόγο. Κάθεται εκεί οκλαδόν και τους μιλάει παραληρηματικά με τις ώρες για την απόδραση από την πόλη, την οικογένεια και τη δουλειά του, για την απόφασή του να ταξιδέψει στο κέντρο του κόσμου (τη Νέα Υόρκη) όπου θα δημοσιοποιήσει στην ανθρωπότητα το αφάνταστης κατ’ αυτόν ωραιότητας χειρόγραφο που έτυχε να ανακαλύψει και υφαρπάξει, για την τυφλότητα του κόσμου, για την πεποίθησή του ότι η πραγματικότητα δεν υπάρχει και μόνο η σκέψη μας είναι υπαρκτή κ.ο.κ. Η συμμορία είναι απολύτως πεπεισμένη ότι έχει να κάνει με παράφρονα και ο Κόριμ δεν κάνει τίποτα για να εκριζώσει την πεποίθησή τους – αντίθετα την ενισχύει, μέχρι που τα πιτσιρίκια βομβαρδίζουν με τις σφεντόνες τους μια διερχόμενη αμαξοστοιχία για να καταπολεμήσουν την πλήξη τους.

Μία σύγχρονη

επικοινωνιακή Βαβέλ

Ομως ο Κόριμ συνεχίζει να παραληρεί και σε όλο το υπόλοιπο βιβλίο. Αφηγείται με τις ώρες την ιστορία του στα ουγγρικά σε μια πανέμορφη αεροσυνοδό στα γραφεία της Malev (η οποία μάλιστα του εξασφαλίζει βίζα για τις ΗΠΑ), την αφηγείται σε μεθοριακούς φρουρούς και στην πορτορικανή σύζυγο του ούγγρου διερμηνέα που τον στεγάζει στη Νέα Υόρκη, την αφηγείται όπου δει, ακόμη και αν οι ακροατές του δεν καταλαβαίνουν γρι από ό,τι τους λέει, ως υποδήλωση της σύγχρονης επικοινωνιακής Βαβέλ. Ταυτόχρονα, όλα τα επεισόδια είναι διανθισμένα με σκηνές ακραίας καθημερινής βίας (ληστείες, εξώσεις, χουλιγκανισμός, σεξουαλική κακοποίηση) σαν υπενθύμιση ότι αυτή είναι η ανθρώπινη κατάσταση και ότι η Ιστορία δεν είναι τίποτα παραπάνω από παράθεση πολέμων.

Βρισκόμαστε λοιπόν στον αντίποδα του τολστοϊκού «Πόλεμος και Ειρήνη», στον αντίποδα ακόμη των έλλογων παραβολικών κατασκευών του Κάφκα ή αργότερα του εξίσου σκοτεινού Τόμας Μπέρνχαρντ. Εδώ πια τίποτα εκτός της σκέψης δεν προσπαθεί να είναι πειστικό και τίποτα δεν θέλει να είναι αληθές, ακόμη και στις στιγμές όπου υπηρετείται ο ακραίος ρεαλισμός. Η αλήθεια προκύπτει από την ομορφιά, μας λέει ο συγγραφέας, όταν τουλάχιστον η Αποκάλυψη επίκειται. Κατά τον Κόριμ, στις μέρες μας μοιάζει σαν ο νους να έχει υπερβεί προ πολλού τις δυνατότητές του, σαν η ανθρωπότητα να έχει υπερβεί τη φέρουσα ικανότητά της, σαν το φως να είναι σκοτεινότερο από το απόλυτο σκοτάδι, σαν η τεχνολογική αυτονόμηση να έχει φτάσει στα έσχατα όριά της και ο λόγος να έχει υπερβεί τις δυνατότητές του.

Η αρχή του ταξιδιού

στη μινωική Κρήτη

Περιγράφοντας το υποκλαπέν χειρόγραφο, ο Κόριμ μάς ταξιδεύει με αυθαίρετη αλληλουχία στη μινωική Κρήτη – μια επί της γης Εδέμ όπου είχε πραγματωθεί η ειρήνη – τις παραμονές της καταστροφής της. Αργότερα βρισκόμαστε στην Κολωνία του 19ου αιώνα, τις παραμονές του γαλλοπρωσικού πολέμου, όταν επιτέλους με καθυστέρηση έξι και πλέον αιώνων ολοκληρώνεται η κατασκευή του περίφημου καθεδρικού ναού της.

Στη ρωμαϊκή Βρετανία ενώ κατασκευάζεται το περίφημο Τείχος του Αδριανού ως σύνορο μεταξύ βαρβαρότητας και πολιτισμού. Στην ακμάζουσα με το εμπόριο Βενετία όταν οι τοπικές εκλογές φέρνουν στην εξουσία τη φιλοπόλεμη παράταξη. Στη χαοτική Ρώμη των πρώτων αιώνων μ.Χ. αλλά και στο Γιβραλτάρ παραμονές του ταξιδιού του Κολόμβου και της ανακάλυψης του Νέου Κόσμου. Φορείς της πλοκής και της γνώσης διά μέσου των αιώνων είναι τέσσερις ευγενείς ήρωες αγνώστου προελεύσεως, οιονεί άγγελοι, που αναζητούν την ειρήνη της φύσης και την ευημερία των ανθρώπων για να συναντήσουν στο τέλος κάθε κεφαλαίου τους αντίλαλους του επερχόμενου πολέμου, με φορέα έναν πέμπτο ήρωα, πιθανότατα τον Εωσφόρο. Και σε κάθε ιστορική φάση, κατά τον συγγραφέα τουλάχιστον, είναι οι δυνάμεις της καταστροφής που θα υπερισχύσουν, είναι το εωσφορικό κακό που θα νικήσει το Καλό, το Μεγάλο και το Αριστο – προσέξτε εδώ την έννοια της αριστείας που (οποία σύμπτωση με τα καθ’ ημάς) επανέρχεται σταθερά ως μοτίβο σε διάφορα σημεία του βιβλίου.

Το corpus της ανάγνωσης

Θα συζητηθεί πολύ, θα κατανοηθεί λίγο

Ο Κόριμ στο τέλος φυσικά θα αυτοκτονήσει. Κατ’ ουσίαν έχει αυτοκτονήσει προ πολλού ωθώντας τον Λόγο στα έσχατα όριά του. Το χειρόγραφο πιθανότατα δεν υφίσταται παρά μόνο στο κεφάλι του και οι μανιακές αφηγήσεις του σε ώτα μη ακουόντων συνιστούν το corpus της ανάγνωσης. Ετσι κι αλλιώς, ο συγγραφέας είναι συνεπής σε αυτού του είδους τη φιλοσοφική, αποκαλυπτικής τάξεως γραφή τόσο ως σεναριογράφος του Μπέλα Ταρ όσο και ως αυτόνομος μυθιστοριογράφος. Η «αγγλόσφαιρα» τον ανακάλυψε μόλις τα τελευταία χρόνια και μάλιστα μέσω περιθωριακών εκδοτικών οίκων για να τον αναγάγει σε γκουρού απονέμοντάς του το Διεθνές Μπούκερ για το 2015. Ετσι τον γνωρίζουμε τώρα κι εμείς χάρη στις Εκδόσεις Πόλις και στην καλοδουλεμένη μετάφραση της Ιωάννας Αβραμίδου. Θα συζητηθεί πολύ, θα κατανοηθεί λίγο, θα διαβαστεί αποσπασματικά, θα απορριφθεί με ένα ανασήκωμα των ώμων, πτυχές του θα αγνοηθούν, αλλά σε κάθε περίπτωση θα μας κάνει να σκεφτούμε πολύ πάνω στην αδυναμία εξόδου – όπως την ονομάζει – της ανθρωπότητας από το πεπρωμένο της.

Laszlo Krasznahorkai

Πόλεμος και Πόλεμος

Μτφ. Ιωάννα Αβραμίδου

Εκδ. Πόλις 2015

Σελ. 384

Τιμή: 17,70 ευρώ