Πανελλήνια συγκίνηση, μαζί με τη θλίψη και την οδύνη του πολιτικού κόσμου

και του ΠΑΣΟΚ, συνοδεύει την απώλεια του Ευάγγελου Γιαννόπουλου. Αγωνιστής έως

το τέλος, ο «πρόεδρος» της ελληνικής πολιτικής σκηνής έφυγε χθες τα

ξημερώματα, στα 85 χρόνια του, ύστερα από δίμηνη νοσηλεία στο Ιατρικό Κέντρο Αθήνας.

Στο 8ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών βαριά τραυματισμένος στη μάχη της

7.4.1941 για την κατάληψη του 1328 υψώματος στο Πόγραδετς. Συνέδεσε όμως και

τη ζωή του αργότερα με την Εθνική Αντίσταση και διατηρούσε στενές σχέσεις με

τους συναγωνιστές του δίνοντας το «παρών» στον Γοργοπόταμο

H απώλειά του, που σημαδεύει τη συμπλήρωση 29 χρόνων από την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ,

στερεί από τη Βουλή μία από τις πιο δυναμικές φωνές της, όπως ομολογούν φίλοι,

συνοδοιπόροι, αλλά και οι πολιτικοί του αντίπαλοι. H καρδιά του Ευάγγελου

Γιαννόπουλου, του «προέδρου» όπως του άρεσε να τον προσφωνούν από τα χρόνια

της θητείας του στο τιμόνι του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας, λύγισε κάτω από το

βάρος των σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε τα τελευταία χρόνια.

Τη βαθιά θλίψη του για τη μεγάλη απώλεια εξέφρασε χθες σύσσωμος ο πολιτικός

κόσμος. Ο Πρωθυπουργός Κων. Σημίτης, εκφράζοντας τα συλλυπητήριά του, τόνισε

ότι «ο Βαγγέλης Γιαννόπουλος ήταν πάντα παρών και στην πρώτη γραμμή των αγώνων

του λαού μας. Ήταν υπερασπιστής και εκφραστής των απλών ανθρώπων», πρόσθεσε.

«Υπέρμαχος της δικαιοσύνης και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Αγωνιστής της

Δημοκρατίας. Ο πολιτικός που τολμούσε με απλό και καυστικό λόγο να λέει

αλήθειες και να αγγίζει το λαϊκό αίσθημα…».


Το ΠΑΣΟΚ

Με τον Μητσοτάκη. Ανυποχώρητος στις αρχές του και μαχητικός συγκρούστηκε μαζί

του από τα χρόνια της Αποστασίας

«Ο Βαγγέλης Γιαννόπουλος υπήρξε πάντα ένας μαχητικός, εκρηκτικός και

ανυποχώρητος αγωνιστής», επισημαίνει στην ανακοίνωσή του το E.Γ. του ΠΑΣΟΚ,

ενώ ο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής Μιχ. Χρυσοχοΐδης τονίζει ότι ο

εκλιπών «σε όλη του τη ζωή αγωνίστηκε για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις

δημοκρατικές ελευθερίες».

«H μακρόχρονη πολιτική σταδιοδρομία του και η θητεία του σε δημόσια αξιώματα

ανέδειξαν τη μαχητικότητά του και τη βαθιά προσήλωση στις ιδέες του. Ο

Βαγγέλης Γιαννόπουλος υπήρξε ένας σκληρός πολιτικός και ιδεολογικός μας

αντίπαλος. Ο σεβασμός μας, όμως, στη συνέπειά του είναι δεδομένος…»,

σημείωσε από την πλευρά του ο πρόεδρος της N.Δ. Κων. Καραμανλής, ενώ ο

πρόεδρος του Συνασπισμού Νικ. Κωνσταντόπουλος τόνισε ότι «ο Βαγγέλης

Γιαννόπουλος υπήρξε σημαντική προσωπικότητα του δημόσιου βίου, με αυθεντική

και αυτοδημιούργητη διαδρομή, διακριτή αγωνιστική δράση και ξεχωριστή συμβολή

στην υπεράσπιση των δημοκρατικών κοινωνικών αξιών».


Δεινός χορευτής. Το ίδιο ανυποχώρητος υπήρξε και στην υποστήριξη της παράδοσης…

Τους αγώνες του Ευάγ. Γιαννόπουλου για τους αδύναμους και διωκόμενους πολίτες

επισημαίνει στην ανακοίνωσή του το ΔΗΚΚΙ, ενώ η δήμαρχος Αθηναίων Ντόρα

Μπακογιάννη αναφέρει ότι με την απώλειά του «η πολιτική ζωή του τόπου – που

χάνει άλλον ένα εκπρόσωπο της γενιάς του – είναι φτωχότερη».

H κηδεία του Ευάγ. Γιαννόπουλου θα γίνει τη Δευτέρα στις 12.00 από το A’

Νεκροταφείο, ενώ την ώρα της κηδείας θα αργήσουν τόσο οι υπηρεσίες του

υπουργείου Δικαιοσύνης όσο και του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας.

Την κενή θέση του Ευάγ. Γιαννόπουλου στη Βουλή καλείται να πληρώσει ο α’

αναπληρωματικός βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στη B’ Αθήνας, πρώην υπουργός I.

Χαραλάμπους, ο οποίος έχει εκλεγεί δήμαρχος Νέας Ιωνίας. Στην περίπτωση που ο

κ. Χαραλάμπους παραμείνει στον δήμο, τότε τη θέση θα κληθεί να καλύψει ο πρώην

υπουργός Ελ. Βερυβάκης που ακολουθεί στον πίνακα των επιλαχόντων.



Από το Πόγραδετς, πρωταγωνιστής στις δικαστικές αίθουσες και την πολιτική ζωή

Ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος πίστευε βαθιά και το έλεγε σε κάθε ευκαιρία ότι

«αφουγκράζεται τη φωνή της λαϊκής βάσης» – και γι’ αυτό για τους περισσότερους

περνούσε ως «ο κύριος εκφραστής της». Είτε βρισκόταν σε ένα δικαστήριο,

δυναμικός υπερασπιστής στα χρόνια του ’50, του ’60 και την εποχή της

δικτατορίας, είτε κρατούσε στα χέρια του το «τιμόνι» του Δικηγορικού Συλλόγου

Αθήνας, στα χρόνια του ’70, είτε βρισκόταν στα βουλευτικά έδρανα και σε

υπουργικές καρέκλες, από το 1981, τη χρονιά της «Αλλαγής», έως την τελευταία

στιγμή του.

H απώλειά του έρχεται να καταγραφεί ως μία ακόμη μεγάλη απουσία για το ΠΑΣΟΚ

αλλά και τον χώρο της ευρύτερης δημοκρατικής παράταξης, και σημαδεύει τα 29α

γενέθλια του Κινήματος.

Αγαπητός στα MME

Αναμφισβήτητα το «αγαπημένο πρόσωπο» των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης κατά την

περασμένη δεκαετία, ιδίως της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, που δεν άφησαν

«ανεκμετάλλευτο» τον εκρηκτικό χαρακτήρα του αλλά και την απαράμιλλη

μαχητικότητά του, ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος παρέμεινε όρθιος στις επάλξεις της

πολιτικής σχεδόν έως το τέλος, τονίζοντας πάντοτε ότι «δεν δείλιασε ποτέ την

ώρα του αγώνα».

Ακούραστος (σ.σ.: σηκωνόταν νωρίς το πρωί και παρέμενε, ακόμη και ασθενής

αρκετές φορές, έως αργά το βράδυ στο γραφείο εάν δεν έδινε το «παρών» σε

κομματικές ή άλλες εκδηλώσεις), λιτοδίαιτος και απλός στις καθημερινές του

επαφές, ο Αρκάς πολιτικός συμμετείχε σε όλα τα μεγάλα γεγονότα που σημάδεψαν

την ελληνική κοινωνία και την πολιτική σκηνή την τελευταία 30ετία.

H πολιτική του πορεία έχει συνδεθεί με το Περιστέρι, όπου έζησε αμέσως μετά

τον Εμφύλιο και ξεκίνησε την έντονη πολιτική του δράση, αλλά ήταν

γέννημα-θρέμμα της αρκαδικής γης. Το τρίτο από τα τέσσερα παιδιά του μαραγκού

Αργύρη Γιαννόπουλου, γεννήθηκε το 1918 στη Μυγδαλιά (Γλανιτσιά, όπως την έλεγε

ακολουθώντας την παλαιότερη ονομασία του χωριού) Γορτυνίας. Τελείωσε το

Σχολαρχείο στο Βαλτεσινίκο και το 1933, παρά τις αντιρρήσεις της οικογένειας,

έφυγε για την Τρίπολη και την επόμενη χρονιά για την Αθήνα, όπου τελείωσε το

νυκτερινό Γυμνάσιο, ενώ το πρωί εργαζόταν. Εκείνη την περίοδο εντάχθηκε στην

Νεολαία του Αλ. Παπαναστασίου, ενώ το 1940 ο πόλεμος τον βρήκε να υπηρετεί ως

υπαξιωματικός του Στρατού στον συνοριακό τομέα της Φλώρινας.


Τραυματίστηκε στο Μέτωπο

50 χρόνια. Με τη σύζυγό του Ντιντή (που εξελέγη βουλευτής του ΠΑΣΟΚ την

περίοδο ’77-’81) παντρεύτηκαν το 1954, αλλά πορεύθηκαν μαζί από τα χρόνια της Κατοχής

Τον Απρίλιο του 1942 τραυματίστηκε σοβαρά (σ.σ.: κρίθηκε μάλιστα ανάπηρος

πολέμου, αφού έφερε έως το τέλος θραύσματα στον πνεύμονα) στην επιχείρηση

ανακατάληψης του υψώματος Πόγραδετς και ύστερα από πολύμηνη νοσηλεία εντάχθηκε

τον χειμώνα του 1941 στο EAM-ΕΛΑΣ. Για να τοποθετηθεί το φθινόπωρο του 1942

λοχαγός του 1ου λόχου του ΕΛΑΣ προαστίων, με έδρα τα Μελίσσια Αττικής. H όψιμη

αμφισβήτηση της αντιστασιακής του δράσης, κυρίως από τους Θοδ. Κατριβάνο και

Βασ. Κεδίκογλου, δεν έκρυβε ότι τον είχε πικράνει όσο λίγες καταστάσεις που

πέρασε στη ζωή του – και με αυτό δικαιολογούσε τις αλλεπάλληλες μηνύσεις για

συκοφαντική δυσφήμηση που είχε υποβάλει εναντίον τους, παραβλέποντας το

γεγονός ότι την ίδια περίοδο ήταν υπουργός Δικαιοσύνης.

Αμέσως μετά τον Εμφύλιο, βρέθηκε στο Περιστέρι διευθύνοντας το ιστορικό

δημοτικό αναψυκτήριο «Οπτασία». Παράλληλα, εγγράφη στη Νομική Σχολή Αθήνας και

το 1952 άνοιξε δικηγορικό γραφείο στο Περιστέρι. Συμμετείχε ενεργά στα

δημοτικά ζητήματα της περιοχής, ενώ υπερασπίστηκε με σθένος στα δικαστήρια

εκατοντάδες διωχθέντες για τα πολιτικά τους φρονήματα από το αστυνομικό κράτος

και παρακράτος της περιόδου.

Το 1954 παντρεύτηκε την Κωνσταντίνα (Ντιντή) Γιαννοπούλου (βουλευτής του ΠΑΣΟΚ

την περίοδο 1977-’81), με την οποία είχε γνωριστεί την περίοδο της Κατοχής

στην ΕΠΟΝ και απέκτησε μαζί της δύο παιδιά, τον Αργύρη (δικηγόρος σήμερα) και

τη Μαντώ.


Από το ’64 με τον Ανδρέα

Με τον Ανδρέα. Κοινή πορεία, κοινοί αγώνες για περισσότερο από 30 χρόνια.

Μετά τον θάνατό του στήριξε δυναμικά τον Κώστα Σημίτη και μετά τις εκλογές του

1996 ανέλαβε το υπουργείο Δικαιοσύνης, όπου άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του

H γνωριμία του με τον Ανδρέα Παπανδρέου ήρθε το 1964, όταν ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ

είχε αναλάβει το υπουργείο Προεδρίας, στη δεύτερη κυβέρνηση του Γεωργίου

Παπανδρέου, ενώ στη διάρκεια της δικτατορίας μετείχε στο ΠΑΚ και πήρε μέρος σε

δεκάδες δίκες στα έκτακτα στρατοδικεία (όπως στη δίκη της Δημοκρατικής Άμυνας)

για να συλληφθεί το 1969 και να εκτοπιστεί στο Γαρδίκι Φθιώτιδας. Τον Νοέμβριο

του 1971 συλλαμβάνεται και πάλι και κρατείται στην ΕΣΑ έως το τέλος του 1972.

Ιδρυτικό μέλος του ΠΑΣΟΚ, από το 1974 άρχισε να διεκδικεί πρωταγωνιστικούς

ρόλους στην πολιτική ζωή. Το 1976 και το 1978 εξελέγη πρόεδρος του ΔΣΑ,

ενισχύοντας όσο λίγοι το κύρος και τη δυνατότητα παρέμβασης του συλλόγου στα

πολιτικά και κοινωνικά πράγματα, ενώ το 1981 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής

στην B’ Αθήνας και ανέλαβε στην πρώτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου το

υπουργείο Συγκοινωνιών. Έκτοτε το όνομα του Ευάγγελου Γιαννόπουλου βρισκόταν

στις πρώτες θέσεις σε ψήφους βουλευτών της περιφέρειας, ενώ στη δεκαετία του

’80 διετέλεσε και υπουργός Εργασίας (δύο φορές), Εμπορικής Ναυτιλίας και Αιγαίου.

Μετά το 1989 και έως το ’93, υπήρξε από τις πιο δυνατές αντιπολιτευτικές φωνές

στη χώρα, ιδίως την περίοδο της δίκης του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό

Δικαστήριο, την οποία επέλεξε να σχολιάζει μέσα από καθημερινή τηλεοπτική

εκπομπή (στο τότε Κανάλι 29). Στο υπουργείο Εργασίας επέστρεψε για τρίτη φορά

τον Οκτώβριο του 1993, ενώ μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου στήριξε

δυναμικά τον Κώστα Σημίτη. Μετά τις εκλογές του 1996 ανέλαβε το υπουργείο

Δικαιοσύνης, στο οποίο άφησε αναμφισβήτητα το στίγμα του με σειρά έργων και

νομοθετημάτων για τον εκσυγχρονισμό της δικαιοσύνης και του σωφρονιστικού συστήματος.


Αποτραβιέται το 2000

Πρόεδρος ΔΣΑ. Σε 4 χρόνια ενίσχυσε όσο λίγοι το κύρος και τη δυνατότητα

παρέμβασης του Συλλόγου στα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα

Λόγω της επιδείνωσης της υγείας του, μετά τις εκλογές του 2000, άρχισε να

αποτραβιέται από τα φώτα της δημοσιότητας. Τον περισσότερο χρόνο του τον

περνούσε στο εξοχικό του, στην Ποσειδωνία Κορινθίας, ενώ την τελευταία τριετία

υπεβλήθη σε αλλεπάλληλες χειρουργικές επεμβάσεις. Σε σημαντικά γεγονότα όμως,

όπως η διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος, φρόντιζε να δίνει πάντοτε το

«παρών» στη Βουλή, ενώ δυναμικά εξέφρασε την αντίθεσή του και στη θέσπιση του

επαγγελματικού ασυμβιβάστου για τους βουλευτές. Το έργο του Ευάγγελου

Γιαννόπουλου σε κυβερνητικό επίπεδο, αλλά πολύ περισσότερο το έργο μιας

ολόκληρης ζωής, θα αποτιμηθεί στη διάρκεια του χρόνου. Το βέβαιο είναι,

πάντως, ότι με τον θάνατό του το ΠΑΣΟΚ και η χώρα έχασαν μία ακόμη «δυνατή φωνή».



ΒΟΥΛΗ

Φορτισμένη ατμόσφαιρα και ενός λεπτού σιγή

Τα λουλούδια στο έδρανο το Ευάγγελου Γιαννόπουλου και η σιγή ενός

λεπτού στη μνήμη του ήταν το αντίο της Βουλής, που τόσο τίμησε για πολλά

χρόνια με τη μαχητική παρουσία του.

Άλλωστε, ο αγωνιστής δικηγόρος και πολιτικός, αν και άρρωστος, ανέβηκε με

δυσκολία δύο φορές τα σκαλοπάτια του Κοινοβουλίου για να παλέψει για τις ιδέες

του. Και καταψήφισε τον τρομονόμο και το ασυμβίβαστο της βουλευτικής ιδιότητας

με την επαγγελματική δραστηριότητα.

«Ήταν υπόδειγμα πολιτικού», είπε από την έδρα ο πρόεδρος της Βουλής Απόστολος

Κακλαμάνης. «Δεν απουσίασε ποτέ από καμία δύσκολη περίοδο του τόπου, ενώ

συμμετείχε σε όλους τους εθνικούς και πολιτικούς αγώνες έχοντας μάλιστα

επιπτώσεις στην υγεία του, ως τραυματίας στον πόλεμο του ’40 ή ως δεσμώτης

στην περίοδο της επταετίας. Προσέφερε από πολλές θέσεις, κυρίως από τις θέσεις

του υπουργού Εργασίας και Δικαιοσύνης, και τιμήθηκε από τον λαό στις πρώτες

θέσεις της B’ Αθηνών από το 1977». H συζήτηση που έγινε για τον Ευάγγελο

Γιαννόπουλο ήταν συναισθηματικά φορτισμένη. Ακόμα και αντίπαλοί του, με τους

οποίους είχε ανταλλάξει σκληρές εκφράσεις, μίλησαν συγκινητικά.

«Είχε πάθος που έφθανε στην οξύτητα, αλλά και ειλικρινή πρόθεση να υπηρετήσει

τις ιδέες του και τη δημοκρατία» είπε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της N.Δ.

Προκόπης Παυλόπουλος.

Ο βουλευτής του ΣΥΝ Παναγιώτης Λαφαζάνης εξήρε την πολιτική δράση του

Ευάγγελου Γιαννόπουλου και τη συμμετοχή του στην Αντίσταση, στη μετεμφυλιακή

περίοδο, στην ανατροπή της δικτατορίας και στις προσπάθειες της χώρας για ένα

καλύτερο μέλλον.