Ήταν μια παγωμένη νύχτα του Μαρτίου του 1997, σε μια καλύβα από λάσπη ψηλά στα βουνά του Ανατολικού Αφγανιστάν, ανάμεσα σε βαριά οπλισμένους μαχητές της Αλ Κάιντα όταν ο Πίτερ Αρνέτ έθεσε στον ηγέτη της οργάνωσης μια απλή ερώτηση: «Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;». Ο Οσάμα μπιν Λάντεν απάντησε: «Θα τα δείτε και θα τα ακούσετε στα μέσα ενημέρωσης, αν θέλει ο Θεός». Τον επόμενο χρόνο, ο Μπιν Λάντεν έκανε πράξη την ανατριχιαστική απειλή του με τις σχεδόν ταυτόχρονες επιθέσεις της Αλ Κάιντα σε δύο αμερικανικές πρεσβείες στην Αφρική, που στοίχισαν τη ζωή σε περισσότερους από 200 ανθρώπους. Το 2000 οι άνδρες του βομβάρδισαν το USS Cole στην Υεμένη, σκοτώνοντας 17 αμερικανούς ναύτες. Και έπειτα φυσικά το 2001 ήρθαν οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, που κόστισαν τη ζωή σε σχεδόν 3.000 ανθρώπους και οδήγησαν στον «Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας».
Ανθρωποι που τον γνώρισαν λένε ότι ο Πίτερ Αρνέτ ανήκε σε μια σπάνια συνομοταξία δημοσιογράφων που δεν αρκέστηκαν να αφηγηθούν την Ιστορία, αλλά επέλεξαν να τη ζήσουν από απόσταση αναπνοής. Ηταν ο πολεμικός ανταποκριτής που περπάτησε μέσα στα ερείπια, που άκουσε τον ήχο των βομβών πριν ακόμη μεταδοθεί στα δελτία ειδήσεων, που παρέμεινε όταν οι άλλοι έφευγαν. Ο θάνατός του, σε ηλικία 91 ετών, σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής για τη διεθνή δημοσιογραφία: της εποχής των ρεπόρτερ που πίστευαν ότι η αλήθεια βρίσκεται μόνο στο πεδίο.
Γεννημένος το 1934 στο Ρίβερτον της Νέας Ζηλανδίας, ο Αρνέτ εγκατέλειψε νωρίς το σχολείο όχι από αδιαφορία αλλά από μια βαθιά ανησυχία για τον κόσμο. Η δημοσιογραφία δεν ήταν γι’ αυτόν επάγγελμα κύρους, αλλά εισιτήριο για την περιπέτεια και τη γνώση. Το Βιετνάμ υπήρξε το μεγάλο του σχολείο. Εκεί, από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, εργάστηκε για το Associated Press, ακολουθώντας στρατιώτες σε επιχειρήσεις, καταγράφοντας σκηνές που δεν ταίριαζαν με τις θριαμβολογίες της Ουάσιγκτον.
Οι ανταποκρίσεις του από το Βιετνάμ έσπασαν τον καθρέφτη της επίσημης αφήγησης. Δεν μιλούσαν για «φως στο τέλος του τούνελ», αλλά για κατεστραμμένα χωριά, νεκρούς αμάχους και στρατιώτες που πολεμούσαν χωρίς να καταλαβαίνουν το γιατί. Το 1966 τιμήθηκε με το Βραβείο Πούλιτζερ Διεθνούς Ρεπορτάζ, επειδή απογύμνωσε τον πόλεμο από τα προσχήματά του. Μία από τις ανταποκρίσεις που επικαλέστηκε η επιτροπή του Πούλιτζερ αφορούσε έναν αμερικανό λοχαγό που παρακολουθούσε ανήμπορος τη σφαγή των στρατιωτών του. Για πολλούς στην αμερικανική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία ο Αρνέτ ήταν ενοχλητικός. Για μια ολόκληρη γενιά δημοσιογράφων όμως έγινε πρότυπο.
Το 1981 εντάχθηκε στο νεοσύστατο τότε CNN, συμβάλλοντας καθοριστικά στη διαμόρφωση της ταυτότητάς του. Η στιγμή που τον καθιέρωσε παγκοσμίως κάνοντας τις ανταποκρίσεις του σημείο αναφοράς ήρθε με τον Πόλεμο του Περσικού Κόλπου το 1991. Ενώ οι περισσότεροι δυτικοί ανταποκριτές εγκατέλειπαν τη Βαγδάτη, ο Αρνέτ επέλεξε να μείνει. Από το δωμάτιο του ξενοδοχείου του μετέδιδε τηλεφωνικά καθώς οι σειρήνες αντιαεροπορικού συναγερμού διέκοπταν τη φωνή του και οι εκρήξεις δονούσαν την πόλη. Εκείνες οι μεταδόσεις – γυμνές από εικόνα αλλά φορτισμένες με αλήθεια – μετέτρεψαν το CNN σε παγκόσμια δύναμη και τον ίδιο σε σύμβολο της πολεμικής δημοσιογραφίας.
Σε μια καριέρα που εκτεινόταν σε περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, ο Αρνέτ κάλυψε, κατά δική του καταμέτρηση, 17 πολέμους σε τέσσερις ηπείρους. Από την Κεντρική Αμερική έως τη Μέση Ανατολή, δεν αναζητούσε την ασφάλεια, αλλά τη σαφήνεια. Το 1997 βρέθηκε ξανά στο επίκεντρο όταν πήρε την πρώτη τηλεοπτική συνέντευξη του Οσάμα μπιν Λάντεν σε ορεινό καταφύγιο στο Αφγανιστάν. Τέσσερα χρόνια πριν από την 11η Σεπτεμβρίου, ο ηγέτης της Αλ Κάιντα μιλούσε ήδη για μελλοντικά χτυπήματα, συνδέοντάς τα ευθέως με την αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή, μια προειδοποίηση που τότε πέρασε σχεδόν απαρατήρητη.
Η διαδρομή του Αρνέτ ωστόσο δεν υπήρξε ανέφελη. Στα τελευταία χρόνια της καριέρας του βρέθηκε στο στόχαστρο σφοδρής κριτικής για ρεπορτάζ και δημόσιες τοποθετήσεις που θεωρήθηκαν ότι υπερέβησαν τα όρια της δημοσιογραφικής ουδετερότητας. Η αποχώρησή του από το CNN και αργότερα η απόλυσή του από το NBC, έπειτα από συνέντευξη στην ιρακινή κρατική τηλεόραση το 2003, σηματοδότησαν μια βίαιη προσγείωση. Ο ίδιος αναγνώρισε σφάλματα χωρίς ποτέ να αποκηρύξει τη βαθύτερη πεποίθησή του: ότι ο ρόλος του δημοσιογράφου δεν είναι να καθησυχάζει αλλά να καταγράφει.
Οσοι δούλεψαν μαζί του μιλούν για έναν άνθρωπο που έμοιαζε απρόσβλητος από τον φόβο. Για έναν ρεπόρτερ που πίστευε ότι ο πόλεμος δεν πρέπει να εξωραΐζεται ούτε να παρακολουθείται από απόσταση ασφαλείας. Η πιο χαρακτηριστική συμβουλή του προς νεότερους συναδέλφους συνοψίζει τη φιλοσοφία του: «Ποτέ μην κάνεις κάτι για πλάκα σε εμπόλεμη ζώνη».
Ο Πίτερ Αρνέτ υπήρξε τέκνο μιας δημοσιογραφίας που απαιτούσε φυσική παρουσία, θάρρος και είχε σίγουρα προσωπικό κόστος, γνωρίζοντας ότι η αλήθεια συχνά βρίσκεται εκεί όπου κανείς δεν θέλει να κοιτάξει.







