Δεν θα γίνει κανένας σοφότερος από τη διαπίστωση ότι η τηλεόραση αγαπά τα λαϊκά δικαστήρια. Η «υπερασπιστική γραμμή» τους, άλλωστε, είναι πως τα αγαπά το κοινό και πως εξυπηρετούν το κοινό συμφέρον και τη «διαφάνεια».
Το πρώτο δεν μπορούμε, δυστυχώς, να το διαψεύσουμε.
Το δεύτερο, όμως, είναι απολύτως ψευδές.
Είδαμε πρόσφατα τις ειδήσεις της σύλληψης ενός «γιου πρώην υπουργού», του γιου ενός τραγουδιστή και μιας ηθοποιού. Τα ονόματα των προσώπων από το καλλιτεχνικό χώρο δημοσιεύτηκαν αμέσως. Το όνομα του πολιτικού απογόνου προστατεύτηκε. Ο κόσμος το σχολίασε αρνητικά βάζοντάς τα με τα ΜΜΕ με υπόνοιες για τη διαπλοκή τους με το πολιτικό σύστημα. Ποιος μπορεί να τους αδικήσει που αντιδρούν έτσι, όταν έχουν δει τόσους άλλους να κρεμιούνται στα μανταλάκια; Δεν πρέπει, όμως, να πούμε και την αλήθεια;
Η νομοθεσία είναι ξεκάθαρη στο ότι η δημοσιοποίηση ονομάτων συλληφθέντων από τα ΜΜΕ επιτρέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό όρους, γιατί ο κάθε κατηγορούμενος προστατεύεται από το τεκμήριο αθωότητας και τη νομοθεσία για τα προσωπικά δεδομένα.
Η δημοσιοποίηση επιτρέπεται κατόπιν εισαγγελικής διάταξης ή ανακοίνωσης της ΕΛ.ΑΣ., εφόσον κριθεί ότι συμφέρει την προστασία του κοινωνικού συνόλου ή ότι θα βοηθήσει στον εντοπισμό θυμάτων ή μαρτύρων. Εξ ου και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα τιμωρεί ως παράνομη τη δημοσιοποίηση αναγνωριστικών στοιχείων χωρίς σαφή νομική ή πραγματική αιτία, ενώ η διαπόμπευση θεωρείται παράγοντας υπονομευτικός των κανόνων της δίκαιης δίκης. Για να μιλάμε ειλικρινά, βέβαια, οι δημοσιογράφοι, περισσότερο από το γράμμα του νόμου, κινούμαστε και με γνώμονα την είδηση και το δημόσιο συμφέρον. Κριτήρια που έχουν σταθμίσει σε σχετικές αποφάσεις τους και δικαστήρια, εθνικά και ευρωπαϊκά.
Η κλειδαρότρυπα, λοιπόν, δεν είναι δημόσιο συμφέρον. Το αν ένας καλλιτέχνης ή ένας νεαρός που τυχαίνει να έχει μπαμπά υπουργό οδηγεί επικίνδυνα δεν προστατεύει το δημόσιο συμφέρον και, όχι, η πολιτική ακαταλληλότητα κάποιου δεν κρίνεται από το αν είναι επιμελής μπαμπάς. Το δημόσιο συμφέρον αφορούν όσα ακούγονται π.χ. από νυν και πρώην κρατικούς λειτουργούς και ενστόλους στη δίκη για τις υποκλοπές, τα οποία προβλήθηκαν λιγότερο από τα ΜΜΕ από την ηθοποιό-καμικάζι της ασφάλτου. Εκεί κρίνεται η αξιοπιστία της δημοσιογραφίας, όχι στο κουτσομπολιό που θέλει να εθίσει τον λαό στην εξαχρείωση και την ευτέλεια.







