«Η Ευρώπη διανύει ταραγμένους καιρούς. Πολλαπλές οικονομικές, κοινωνικές, γεωπολιτικές και περιβαλλοντικές κρίσεις συνδυάζονται για να αποτελέσουν μια συστημική απειλή για τον τρόπο ζωής μας. Η Ευρώπη θερμαίνεται με διπλάσια ταχύτητα σε σύγκριση με τον μέσο όρο στον υπόλοιπο κόσμο, με τα ακραία καιρικά φαινόμενα να επηρεάζουν σήμερα τις ζωές των ανθρώπων σε όλη την Ευρώπη. Την ίδια στιγμή, τα πολιτικά δεδομένα σε ολόκληρο τον κόσμο υπόκεινται σε μια σεισμική μετατόπιση και ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, καθώς και άλλες ένοπλες συρράξεις, στρέφουν τη σκέψη και τις επενδύσεις προς την άμυνα και την ασφάλεια».

Απόσπασμα από την περίληψη της έκθεσης της ΕΕΑ

Υπό κανονικές συνθήκες, η νέα και έβδομη κατά σειρά έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος – δημοσιεύεται κάθε πενταετία – θα έπρεπε να σημάνει συναγερμό στην Ευρώπη. Ειδικά δε τις Βρυξέλλες και την Κομισιόν, της οποίας η πρόεδρος, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είχε κάνει μέχρι σχετικά πρόσφατα… σημαία της την «Πράσινη Ατζέντα» και την ανάδειξη της ΕΕ ως πρωτοπόρου σε παγκόσμιο επίπεδο σε αυτό το μέτωπο.

Φαίνεται, ωστόσο, ότι αυτό δεν συνέβη – κι αυτό, με τη σειρά του, εγείρει σοβαρά ερωτήματα. Πολύ περισσότερο, καθώς εδώ και καιρό έχει καταστεί σαφές στην πρωτεύουσα της ΕΕ ότι «κάτι τρέχει» στο συγκεκριμένο ζήτημα. Oτι, με άλλα λόγια, οι πολιτικοί συσχετισμοί έχουν αλλάξει και το κέντρο βάρους πέφτει πλέον όχι στην αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου και των συνεπειών του, ούτε στην προστασία του πλανήτη, αλλά στην προετοιμασία της Ευρώπης για πόλεμο.

«Από το Παρίσι και τη Ρώμη, μέχρι τη Βουδαπέστη, το Βερολίνο και τη Μαδρίτη, όλοι οι επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων θα όφειλαν να διαβάσουν την έκθεση για την κατάσταση του περιβάλλοντος στην Ευρώπη, την οποία έκανε γνωστή τη Δευτέρα η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος» έγραφε χθες στο ρεπορτάζ της η γαλλική «Le Monde». Κρούοντας, έτσι, τον κώδωνα του κινδύνου για την εικόνα που επικρατεί και τις τάσεις που διαμορφώνονται – και σε πολιτικό επίπεδο.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι έσπευδε να συμπληρώσει τα εξής, απευθυνόμενη στους ηγέτες της ΕΕ: «Σε μια στιγμή που ορισμένοι από αυτούς έχουν την τάση να διακόψουν τη μάχη κατά της υπερθέρμανσης του πλανήτη και να παγώσουν την προστασία του περιβάλλοντος, ενώ άλλοι επιδιώκουν να αναστρέψουν την πρόοδο που έχει συντελεστεί σε αυτόν τον τομέα τα προηγούμενα χρόνια, η επείγουσα διάγνωση που κάνει ο θεσμός αυτός επιβεβαιώνει την ανάγκη να αναληφθεί επειγόντως δράση».

«Απειλείται ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής»

Στο ίδιο μήκος κύματος και η βρετανική «The Guardian», που σημειώνει ότι «ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής απειλείται από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος (…) ενόσω αξιωματούχοι της ΕΕ προειδοποιούν να μην υπάρξει αποδυνάμωση των πράσινων κανόνων». Το ίδιο ρεπορτάζ παραπέμπει τόσο στη στάση των ακροδεξιών λαϊκιστικών κομμάτων της Ευρώπης που συγκαταλέγονται στους αμφισβητίες ή και αρνητές της κλιματικής κρίσης όσο και στην πίεση που ασκούν οι ΗΠΑ στους Ευρωπαίους προκειμένου να αγοράσουν περισσότερο αμερικανικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Υπενθυμίζει, επίσης, τον ισχυρισμό του Ντόναλντ Τραμπ ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες «έχουν φτάσει στο χείλος της καταστροφής εξαιτίας της πράσινης ενέργειας», αλλά και ότι η μείωση κατά 37% των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου από το 1990 μέχρι σήμερα ευθύνεται για την απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας και για το λουκέτο σε χιλιάδες βιομηχανικές μονάδες.

Οσο για τους «Financial Times», επικεντρώνουν κυρίως στις οικονομικές συνέπειες που διαπιστώνει η έκθεση της ΕΕΑ. «Οι μέσες ετήσιες οικονομικές απώλειες στην ΕΕ που σχετίζονται με τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες, τις πλημμύρες και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα υπολογίζοντα σε 44,5 δισ. ευρώ για το διάστημα 2020-2023, είναι δηλαδή δυόμισι φορές υψηλότερες σε σύγκριση με τη δεκαετία από το 2010 ως το 2019» υπογραμμίζει το δικό τους ρεπορτάζ. Παραθέτει, επίσης, τη διαπίστωση ότι το 75% του τραπεζικού δανεισμού αφορούν εταιρείες οι οποίες βασίζονται στους φυσικούς πόρους για τις δραστηριότητές τους, ενώ το 15% των βιομηχανικών εγκαταστάσεων βρίσκονται σε χώρους που απειλούνται από πλημμυρικά φαινόμενα.

«Κλειδί» οι πολιτικοί συχετισμοί

Δεν λειτουργούν όλοι, φυσικά, με ηττοπάθεια ούτε δείχνουν έτοιμοι να συνθηκολογήσουν και να παραδώσουν τις «πράσινες» σημαίες τους. «Το κόστος της αδράνειας είναι τεράστιο και η κλιματική αλλαγή αντιπροσωπεύει μια ευθεία απειλή για την ανταγωνιστικότητά μας» δήλωσε ο αρμόδιος επίτροπος της ΕΕ, ο Ολλανδός Βόπκε Χέκστρα. «Η καθυστέρηση ή αναβολή της επίτευξης των κλιματικών μας στόχων το μόνο που θα είχε ως συνέπεια θα ήταν η αύξηση του κόστους, η διεύρυνση των ανισοτήτων και η αποδυνάμωση της ανθεκτικότητάς μας» είπε από την πλευρά της η αντιπρόεδρος της Κομισιόν, η Ισπανίδα Τερέσα Ριμπέρα.

Παρ’ όλα αυτά, η πρόσφατη αναβολή του καθορισμού συγκεκριμένων στόχων για το 2040, που είναι το μέσο του δρόμου προς μια κλιματική ουδέτερη ΕΕ το 2050, αποδεικνύει ότι το κλίμα δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό. Και αυτό παρότι η Ευρώπη έχει χαρακτηριστεί η ήπειρος που θερμαίνεται ταχύτερα από κάθε άλλη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Οι πολιτικοί συσχετισμοί που θα διαμορφωθούν και οι αποφάσεις που θα ληφθούν το επόμενο διάστημα θα έχουν τεράστια σημασία (και) για το περιβάλλον.

Ελλάδα: Θετικό αποτύπωμα, η απειλή παραμένει

Το οικονομικό κόστος από την κλιματική αλλαγή για την Ελλάδα υπολογίζεται σε 1.049,8 ευρώ ανά κάτοικο για την τελευταία 34ετία και στα 1.548 ευρώ από το 1980 μέχρι και το 2023.  Παρά δε το γεγονός ότι είναι κατά τι χαμηλότερο σε σύγκριση με τον μέσο όρο των «27» της ΕΕ (1.178,4 ευρώ για την περίοδο 1980 – 2023), η τάση που επικρατεί είναι ανησυχητικά αυξητική. Αυτός είναι και ο λόγος που η έκθεση εκτιμά ότι σε αυτόν τον τομέα, η χώρα βαδίζει προς τη λάθος κατεύθυνση, κάτι που σημαίνει ότι απαιτείται επειγόντως η λήψη μέτρων.

Η συνολική εικόνα αποτιμάται, πάντως, ως θετική. Ενδεικτικά, η χώρα έχει ήδη πετύχει τους στόχους της για τις προστατευόμενες εδαφικές χώρες, καθώς σε αυτή την κατηγορία εντάσσεται ήδη το ένα τρίτο του εδάφους της, ενώ βρίσκεται σε πορεία υλοποίησής τους και στους τομείς της τελικής κατανάλωσης ενέργειας και της παραγωγής απορριμμάτων – ενώ ταυτόχρονα, η ποιότητα των θαλασσών χαρακτηρίζεται εξαιρετική. Αντιθέτως, συνίσταται επιτάχυνση των ρυθμών όσον αφορά την ανακύκλωση, τις οργανικές καλλιέργειες και το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στην τελική κατανάλωση ενέργειας.

«Η Ελλάδα επιταχύνει την πράσινη μετάβαση, με στόχο τη βελτίωση της κατάστασης σε περιβαλλοντικό επίπεδο, τη μείωση της εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου (GHG) και την προστασία των οικοσυστημάτων. Η χώρα περιορίζει την εξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα, διευρύνει τη χρήση των ανανεώσιμων πηγών με επιδίωξη την ενεργειακή αυτάρκεια», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι γίνεται ειδική αναφορά στην απόφαση για την ίδρυση δύο μεγάλων θαλάσσιων πάρκων, «με στόχο την αύξηση των προστατευόμενων θαλάσσιων περιοχών από το σημερινό 18,3% στον στόχο του 30%».

Ταυτόχρονα, όμως, σημειώνεται πως το κόστος και οι οικονομικές αναταράξεις από την εγκατάλειψη του λιγνίτη παραμένουν σημαντικές πηγές ανησυχίας», όπως επίσης και ότι υφίστανται προκλήσεις στις μεταφορές, καθώς ο «γηράσκων στόλος των οχημάτων και οι ελλιπείς υποδομές σε επίπεδο εναλλακτικών καυσίμων μειώνουν τον ρυθμό μείωσης των εκπομπών».

Η έκθεση τονίζει, επίσης, ότι «παρά τις βελτιώσεις που έχουν γίνει, η Ελλάδα παραμένει ευάλωτη στις απειλές που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, συμπεριλαμβανομένων των κυμάτων καύσωνα, της ξηρασίας, των πλημμυρών και των δασικών πυρκαγιών, που επηρεάζουν τα οικοσυστήματα και τις υπηρεσίες που σχετίζονται με αυτά». Για όλους τους παραπάνω λόγους, συνίστανται «υψηλότερες δημόσιες επενδύσεις, εκπαίδευση των πολιτών και καλύτερη διακυβέρνηση».

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Vidcast: Στα Σχοινιά