O «κανένας» είναι καταλληλότερος για πρωθυπουργός συχνά. Ο Μητσοτάκης δεν είναι ο πρώτος που έχει κατά καιρούς χάσει στην αναμέτρηση του συγκεκριμένου δείκτη απ’ αυτόν. Ο Τσίπρας πέρασε μεγάλο μέρος της θητείας του στο Μαξίμου κοιτώντας την πλάτη του στα γκάλοπ. Μεταξύ 2016-2017 το ποσοστό του έφτασε μέχρι και 45%. Ο θυμός, η οργή, η αγανάκτηση, η δυσαρέσκεια – και όλα τα αρνητικά συναισθήματα – που προκαλεί μια διακυβέρνηση στην κοινή γνώμη εξηγούν γιατί τον επιλέγει ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, βέβαια, ίσως κερδίζει κι εξαιτίας του ορθολογισμού της. Για παράδειγμα, στην τελευταία δημοσκόπηση της Pulse, εκείνος που μπορεί να εκφράσει «καλύτερα και πιο υπεύθυνα» την Κεντροαριστερά για τους περισσότερους, το 33% του συνόλου των ερωτηθέντων, είναι ο «κανένας». Μόλις 16% κρίνει τον επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ ικανότερο να εκπροσωπήσει τον χώρο. Αλλά, κι αυτό το νούμερο πέφτει όταν στη λίστα των ονομάτων της ερώτησης προστίθεται το ονοματεπώνυμο «Αλέξης Τσίπρας» – τότε, ο ιδρυτής του ΣΥΡΙΖΑ πιάνει 16% κι ο Ανδρουλάκης 14%. Οι εν ενεργεία πολιτικοί αρχηγοί του λεγόμενου προοδευτικού τόξου δεν συναρπάζουν ούτε καν τους πολίτες που αυτοχαρακτηρίζονται κεντρώοι ή κεντροαριστεροί.
Υπαιτιότητα
Μόνο 31% των πρώτων και 22% των δεύτερων προτιμά τον πράσινο πρόεδρο. Οταν όμως καλούνται να βγάλουν ετυμηγορία συγκρίνοντάς τους και με τον μοναδικό αριστερό πρωθυπουργό της Μεταπολίτευσης, 28% των κεντρώων και 19% των κεντροαριστερών απαντά «Ανδρουλάκης», ενώ 12% των πρώτων και 28% των δεύτερων «Τσίπρας». Εφόσον οι εκλογολόγοι έχουν δίκιο, και το πρόσωπο του αρχηγού είναι το μήνυμα, το αόρατο πρόσωπο του «κανενός» – το οποίο διαλέγει ως αντίπαλο του νυν Πρωθυπουργού η πλειονότητα του δημοσκοπικού δείγματος – βροντοφωνάζει σε όποιους ηγούνται ενός υπαρκτού ή ανύπαρκτου προς το παρόν κόμματος ότι δεν έχουν πολλές ελπίδες να ξαναφτιάξουν τον απέναντι στη ΝΔ πόλο. Γιατί ακόμη κι αν λένε τα σωστά πράγματα ή προτείνουν εφικτές λύσεις, δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη ότι θα καταφέρουν να τις υλοποιήσουν. Οσοι μελετούν την εκλογική συμπεριφορά των Ελλήνων είναι πεπεισμένοι από τα διαχρονικά ποιοτικά στοιχεία των ερευνών και των exit polls ότι η ηγετικότητα αποτελεί κρίσιμο κριτήριο ψήφου (ειδικά αυτών που ψηφίζουν για κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση). Οπως έπειτα από μια ηλικία κάθε άνθρωπος είναι υπεύθυνος για το πρόσωπο που έχει φτιάξει, λοιπόν, έτσι κι έπειτα από μια τετραετία με σύστημα του ενάμισι κόμματος, η αντιπολίτευση είναι υπαίτια για την εικόνα της μη εναλλακτικής που εκπέμπει.







