Δεν μoυ κάνει εντύπωση η προσπάθεια απαξίωσης της επιλογής του Ανδρέα Λοβέρδου να προσχωρήσει στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη από τους μηχανισμούς του ΠΑΣΟΚ. Ούτε το νον πέιπερ με το οποίο επιχειρούν να εμφανίσουν τον παλαίμαχο πολιτικό, παλαιό κορυφαίο στέλεχος, αντίπαλο στις εσωκομματικές εκλογές του Νίκου Ανδρουλάκη και πολλές φορές υπουργό του ΠΑΣΟΚ ως προδότη της ιδεολογίας του, τώρα που εκτιμούν ότι «ήρθε η ώρα της εξαργύρωσης». Ούτε οι απαξιωτικές αναφορές των στελεχών τους.
Είναι ο τρόπος όσων αντιλαμβάνονται την πολιτική ως ανταγωνισμό μηχανισμών, όσοι πιστεύουν ότι οι ιδέες δεν παίζουν και ιδιαίτερα σπουδαίο ρόλο και μάλλον προσχηματικά τις χρησιμοποιούν τα πολιτικά επιτελεία (εκτός κι αν οι ιδέες παραπέμπουν σε μυθολογίες, εν προκειμένω στον μύθο του Ανδρέα Παπανδρέου, με τον οποίο ψωμίζεται το ΠΑΣΟΚ).
Οποιος έχει αυτή την αντίληψη για την ιδεολογία, δεν θα μπορεί να κατανοήσει τους λόγους που οδήγησαν τον Λοβέρδο στη ΝΔ (και είχαν νωρίτερα οδηγήσει τον Χρυσοχοΐδη, τον Πιερρακάκη, τον Γεραπετρίτη, τη Μενδώνη, τον Σκέρτσο, τον Λιβάνιο, τον Τσακλόγλου, τον Φλωρίδη, πολλούς ακόμα). Ο άνθρωπος που χάρηκε με την προσχώρηση άνευ όρων της Θρασκιά ή του Πέτρου Παππά, θα διαδίδει ότι εξαγοράστηκαν όσοι εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ, με το οποίο έδωσαν τον αγώνα τους κατά του λαϊκισμού, είτε από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου είτε και μόνοι τους αργότερα, τα ωραία χρόνια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Τα είχα ξαναγράψει όταν ο ηττημένος στις εσωκομματικές εκλογές Λοβέρδος αποχώρησε από το ΠΑΣΟΚ. Δεν αποχώρησε από ένα ευρύ, πολυσυλλεκτικό, ευρωπαϊκό, ανοιχτό κόμμα, αυτό που έβαλε το κεφάλι του στον ντορβά, κυβερνώντας με τη ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά και συμμετέχοντας σε δύσκολες αποφάσεις, προκειμένου η χώρα να ανακάμψει. Το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη έχει μετατραπεί σε μια γκρούπα νοσταλγών μιας εποχής που πέρασε. Ενα κόμμα που πολιτεύτηκε ως κόμμα αντιδεξιάς διαμαρτυρίας, προκειμένου να προσελκύσει ψηφοφόρους από τη φυλλορροή του ΣΥΡΙΖΑ. Ενα κόμμα στο εσωτερικό του οποίου δεν χωράει η διαφωνία, που δεν γίνεται σύνθεση. Ενα συριζοποιούμενο ΠΑΣΟΚ.
Ενα κόμμα θυμωμένο που υπόσχεται να παίξει ρόλο ρυθμιστή προτείνοντας, σε βάρος της πραγματικότητας, μια ανέφικτη πρωτιά και μια ανεξήγητη κυβερνησιμότητα. Ενα κόμμα που είχε καταδικάσει τον Λοβέρδο στη σιωπή – και εκνευρίζεται όταν εκείνος στέλνει μήνυμα ότι έχει δική του φωνή.
Δεν ξέρω σε τι αποσκοπεί ο Ανδρέας Λοβέρδος με τη μετεγγραφή του και δεν είναι του παρόντος. Πιθανότατα να πιστεύει, όπως συχνά λέει, ότι η παρουσία του και η δραστηριοποίησή του στο κυβερνών κόμμα θα ενισχύσει την κυβερνητική πλειοψηφία συμβάλλοντας στην πολιτική σταθερότητα. Δεν μπορώ να φανταστώ ούτε τους υπολογισμούς του Πρωθυπουργού. Αν τον θέλει να ενισχύσει τη ΝΔ στον νότιο τομέα της Αττικής στις επόμενες εκλογές, αν έχει σκοπό να του αναθέσει κάποιο υπουργείο ή αν, γενικώς, ενδιαφέρεται για τον συμβολισμό που έχει μια αναζωπύρωση της προσέγγισης κεντροαριστερών ψηφοφόρων.
Αυτό που συζητάμε δεν έχει να κάνει με τις στρατηγικές επιλογές πολιτικών αλλά με τον πολιτικό πολιτισμό. Η μετεγγραφή Λοβέρδου στη ΝΔ είναι μια συνεπής επιλογή σε μια συνεπή προσωπική πορεία. Ο Λοβέρδος του 2025 είναι εξίσου ιδεολογικά σταθερός με τον Λοβέρδο του 2014. Το ΠΑΣΟΚ, πάλι, όχι. Γι’ αυτό είναι πλήγμα στην πολιτική κουλτούρα της ελευθερίας να ψάχνει το ΠΑΣΟΚ ποταπά κίνητρα σε καθαρές και ευεξήγητες πολιτικά και ιδεολογικά επιλογές. Εκτός και αν δεν μπορεί να τις κατανοήσει.
Πολυπλοκότητες και Μεταναστευτικό
Δεν ξέρω αν ο υπουργός Μετανάστευσης, Θάνος Πλεύρης, με τον ακραίο λόγο που υιοθετεί για να περιγράψει την πολιτική της χώρας για το Μεταναστευτικό, θέλει να στείλει μηνύματα σε όσους ξεκινούν με πλεούμενα την περιπέτεια. Σε κάθε περίπτωση, θα μπορούσε να υποστηρίξει την ίδια πολιτική υιοθετώντας μια πιο ήπια ρητορική αντί για τον απευθείας οξύ λόγο που, πολλές στιγμές, μοιάζει να χαϊδεύει τα στερεότυπα του ρατσισμού.
Ο υπουργός, βεβαίως, έχει και ένα κοινό που πρέπει να ικανοποιήσει, ελπίζοντας ότι θα το συναντήσει στις κάλπες. Ισως με τα λόγια αυτά, όντως, πάρει ψήφους από την Ακραία Δεξιά, από το ακροατήριο περισσότερο ακραίων φωνών. Με τον τρόπο αυτό, πάντως, ο υπουργός έχει πετάξει στα άχρηστα τον διαπαιδαγωγητικό ρόλο του, προσχωρώντας σε μια χουλιγκανίστικη αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού. Εχει βεβαίως δίκιο όταν κάνει λόγο για την ταυτοτική εξέλιξη των εθνικών και θρησκευτικών μεταναστευτικών παροικιών σε μεγάλες πόλεις της Ευρώπης. Αλλά για την ώρα, στο σύνολό τους, και οι αιτούντες άσυλο και οι μετανάστες έχουν ανάγκες. Κι αυτό έχει νόημα και να το ξέρουμε και να το προβάλλουμε.
Η πολιτική είναι κάτι πολύπλοκο – και τη φτωχαίνουν οι θεράποντές της που, για ψήφους, περιφρονούν τις πολυπλοκότητές της.







