Μια γυναίκα πολιτικός έφερε πρόσκαιρα το θέμα στην επιφάνεια. Το 2017, ενώ πήγαινε να ορκιστεί πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας σε ηλικία 37 ετών, η Τζασίντα Αρντερν δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από έναν δημοσιογράφο. «Ποιες είναι οι φιλοδοξίες σας, τι θέλετε να κάνετε;» τη ρώτησε. «Να κυβερνήσω με ευγένεια», του απάντησε. Και το έκανε, μέχρι που τα βρόντηξε λόγω εξάντλησης. Το ίδιο πράγμα – να είναι ευγενείς, όχι να τα βροντήξουν – ζητάει σήμερα με την αυτοβιογραφία της («Μια άλλη τέχνη της εξουσίας») κι από τους άλλους πολιτικούς.

Μια γυναίκα φιλόσοφος έρχεται σήμερα να αναδείξει τον ανατρεπτικό χαρακτήρα της ευγένειας. «Στο σημερινό περιβάλλον των διαρκών αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων, η αποκατάσταση αυτής της βασικής αρετής, που αδίκως αντιμετωπίζεται με συγκατάβαση, αποτελεί δημοκρατικό καθήκον», γράφει η Λοράνς Ντεβιγιέρ στο βιβλίο της «Να κάνεις το καλό. Η φιλοσοφία του καλού και του κακού». Το να είσαι ευγενής, τονίζει, σημαίνει να δείχνεις προσοχή στους άλλους, να αντιστέκεσαι στη φυσική ροή των πραγμάτων και να αρνείσαι το «έτσι είναι, δεν μπορώ να κάνω τίποτα»».

Γιατί όμως οι σύγχρονες κοινωνίες αποδίδουν τόσο μικρή σημασία στην ευγένεια; Επειδή τη συνδέουμε με τις χριστιανικές αξίες, απαντούν η Ελοντί Λεπάζ και Ανά Τοπαλόφ στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Nouvel Observateur. Επειδή στο συλλογικό μας υποσυνείδητο θεωρούμε ευγενή αυτόν που γυρνάει το άλλο μάγουλο, αντί να πολεμήσει με αποφασιστικότητα την αυθαιρεσία και την αδικία. Επειδή λατρεύουμε να μισούμε τον κακό, τον μοχθηρό, τον serial killer, το τέρας χωρίς ενδοιασμούς, τον δισεκατομμυριούχο χωρίς ψυχή, τον Πούτιν, τον Νετανιάχου, τον Τραμπ

Από την ευγένεια προτιμάμε την ευμένεια, την καλή διάθεση δηλαδή, ή – τα τελευταία χρόνια – την ενσυναίσθηση. Ο γάλλος ψυχίατρος Κριστόφ Αντρέ εντοπίζει σε αυτή τη γλωσσική μετατόπιση μια μορφή σνομπισμού. «Η ευμένεια», σχολιάζει, «αποτελεί γνώρισμα των ελίτ, καθώς είναι συμβατή με την εξουσία. Η ευγένεια ταιριάζει περισσότερο με τον λαό, καθώς προϋποθέτει μια ταπεινότητα. Δεν εγκωμιάζουμε ποτέ την ευγένεια του προέδρου μιας επιχείρησης, γιατί θα μπορούσε να εκληφθεί ως αδυναμία, ενώ τον θαυμάζουμε για την ευμένειά του απέναντι στους υπηκόους του».

Η επιχείρηση είναι ο ένας από τους δύο χώρους όπου είναι αποφασιστικής σημασίας η επιστροφή της ευγένειας. Ο κυνικός διευθυντής, που διοικεί με την περιφρόνηση, δεν δημιουργεί γύρω του συνοχή. Μπορεί να γίνεται η δουλειά, αλλά αυτό οφείλεται στον φόβο, και ο φόβος δεν είναι καλός σύμβουλος. Η ευγένεια, αντιθέτως, είναι παραγωγική: ένας εργαζόμενος που αντιμετωπίζεται με σεβασμό αποδίδει καλύτερα. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο εργοδότης δεν πρέπει να του λέει την αλήθεια ή να του επισημαίνει τα λάθη του. Το να είσαι ευγενής δεν σημαίνει να αποφεύγεις πάση θυσία τη σύγκρουση.

Ο άλλος χώρος είναι το σχολείο. Οταν ήταν υπουργός Παιδείας ο Γκαμπριέλ Ατάλ (2023-2024), ενθάρρυνε την εισαγωγή του μαθήματος ενσυναίσθησης. Αλλα σχολεία όμως είχαν ξεκινήσει να διδάσκουν τις αρετές της ευγένειας πολύ νωρίτερα. Η Γκλάντις Ζερ, ειδικός για τη μη βίαιη εκπαίδευση, διδάσκει εδώ και είκοσι χρόνια παιχνίδια και συλλογικές ασκήσεις. Μία από αυτές είναι «το ντους της αγάπης»: κάθε μαθητής κάθεται ανάμεσα στους συμμαθητές του, που του ψιθυρίζουν στο αφτί κάτι ευγενικό, μια γλυκιά κουβέντα, ένα κομπλιμέντο για την εμφάνισή του ή για τα ρούχα που φοράει. Η Ζερ κάθεται ακριβώς πίσω του και παρακολουθεί τη «θερμοκρασία του νερού», ακούει δηλαδή τι διαμείβεται και στην ανάγκη παρεμβαίνει. Είναι απίστευτο πόσο πολύ αγαπούν οι έφηβοι αυτοί την άσκηση!

«Ζούμε σε έναν κόσμο βίαιο, κτηνώδη, που διαμορφώνεται από τους συσχετισμούς δυνάμεων», λέει η γαλλίδα φιλόσοφος Φαμπιέν Μπριζέρ στο Nouvel Observateur. «Aπέναντι σε αυτή την αρπακτική συμπεριφορά του καπιταλισμού, χρειάζονται αντίπαλες συμπεριφορές. Η ευγένεια έρχεται να αντικρούσει ένα σύστημα όπου κυριαρχεί ο νόμος του ισχυρού. Πρέπει λοιπόν να αναρωτηθούμε με ποιους τρόπους θα ενθαρρύνουμε τέτοιες συμπεριφορές στους επαγγελματικούς θεσμούς. Δεν είναι τυχαίο ότι ύστερα απ’ όσα έχει μάθει ο κόσμος του κινηματογράφου χάρις στο κίνημα #MeToo, ήταν ένας ηθοποιός, ο Καρίμ Λεκλού, που μίλησε για ευγένεια τον περασμένο Φεβρουάριο στην τελετή των βραβείων César. «Θέλω να αφιερώσω αυτό το βραβείο σε όσους υφίστανται και σε όσους αντέχουν», είπε, «σ’ αυτούς που δεν έχουν μια εύκολη ζωή, αλλά κρατούν μέσα τους μια ευγένεια και μια γλύκα. Ευχαριστώ από την καρδιά μου όλους τους ευγενικούς ανθρώπους»»!

Μικαέλ Φεσέλ (1974 – )

Η ευγένεια είναι ηθική, όχι πολιτική

Για τον συγγραφέα της «Υποτροπής», του «Καιρού της παρηγοριάς» και των «Κόκκινων Φαναριών» (όλα από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ), η ευγένεια είναι μια κάπως αδύναμη έννοια. Γιατί όταν λες ότι κάποιος είναι «ευγενής» – ή και ότι είναι «κακός» – διατρέχεις τον κίνδυνο να του αποδώσεις έναν έμφυτο χαρακτήρα, μια γενετική προδιάθεση που τον τοποθετεί στον έναν ή τον άλλο πόλο. Ηδη όμως στην «Κριτική του Πρακτικού Λόγου» (1788), ο Καντ έγραφε ότι δεν γεννιόμαστε ούτε ενάρετοι ούτε μοχθηροί. Οι καλές μας πράξεις είναι αποτέλεσμα επιλογής, απόφασης και η απόφαση αυτή συνδέεται με την ελευθερία μας. Ακριβώς επειδή είμαστε θεμελιωδώς ελεύθεροι έχει αξία η καλή συμπεριφορά, αφού ανά πάσα στιγμή μπορούμε να συμπεριφερθούμε διαφορετικά. Ο Φεσέλ θα αγωνιζόταν λοιπόν για την ευγένεια στην ηθική ζωή, όχι στη συλλογική ζωή. Η ευγένεια είναι ηθική, όχι πολιτική.