Καταστράφηκαν, πράγματι, «ολοσχερώς», όπως διαβεβαίωνε ο αμερικανός πρόεδρος, οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν; Οι αμφιβολίες είναι, δικαιολογημένα, πολλές. Και κανείς δεν πιστεύει τον προεδρικό μύθο, πως Ιράν και Ισραήλ τσακώνονταν σαν δύο παιδιά στην αυλή  του σχολείου μέχρι ο «μπαμπάς» να τους τραβήξει το αφτί. Ή πως η μεγαλειότητά του έλυσε, με 14 βόμβες, το ιρανικό πρόβλημα και τώρα Ισραηλινοί και Ιρανοί θα ζήσουν, όπως πόσταρε, «in Love, Peace and Prosperity». Μα, από την άλλη, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία – κι ας με συγχωρήσει ο σεβάσμιος αγιατολάχ, που πανηγυρίζει κι εκείνος τη «μεγάλη νίκη» του – πως σε αυτόν τον γύρο του πολέμου με το Ισραήλ, που ξεκίνησε με τη φρικτή επίθεση της 7ης Οκτωβρίου του 2023 και ολοκληρώθηκε με την αμερικανική ανάμειξη, το Ιράν ηττήθηκε κατά κράτος.

Μέσα σε 20 μήνες, το Ιράν έχασε τους δύο στρατιωτικούς βραχίονες, τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ, που άπλωναν την επιρροή του ως τη Μεσόγειο και το προστάτευαν από πιθανές επιθέσεις, απειλώντας με ισχυρά αντίποινα. Η Συρία βγήκε από τη σφαίρα επιρροής του. Η αεράμυνά του διαλύθηκε, η στρατιωτική του ηγεσία αποκεφαλίστηκε, τα ανταποδοτικά του χτυπήματα εξελίχθηκαν σε θεατρικές παραστάσεις και το πυρηνικό του πρόγραμμα, με τις όποιες δυνατότητές του, αποδείχθηκε ότι δεν αποτελεί, πάντως, ικανή αποτροπή επιθέσεων εναντίον του.

Για την κατάρρευση αυτή, εξηγήσεις έχουν δοθεί πολλές, επιχειρησιακές, γεωπολιτικές και άλλες. Μα ξεχωρίζω μία, την πιο πολιτική. Επειδή αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει ένα μάθημα για όλους – περιλαμβανομένων των νικητών αυτού του γύρου του πολέμου. Την εξήγηση πως το καθεστώς στην Τεχεράνη έπεσε θύμα αυτού που από τα χρόνια του Αισχύλου έχει μελετηθεί και από νεότερους πολιτικούς επιστήμονες έχει ονομαστεί «παγίδα της δικτατορίας». Ενα αυταρχικό, κλειστό, δεσποτικό καθεστώς, με τον χρόνο, χάνει επαφή με την πραγματικότητα. Καθώς οι φωνές διαφωνίας διώκονται και φιμώνονται, η διατύπωση διαφορετικής γνώμης γίνεται επικίνδυνο άθλημα και οι δικτάτορες δεν ακούν από τους κόλακες που τους περιβάλλουν παρά μόνο αυτό που θέλουν να ακούσουν. Καταλήγουν να πιστεύουν τις ιδεοληψίες τους, τα ίδια τους τα ψέματα. Και οδηγούνται σε μοιραία λάθη. «Η τραγωδία περιμένει αναπότρεπτη στο τέλος», όπως προειδοποιούσε ο Σεφέρης τη δική μας χούντα.

Ο Γιαΐρ Ρόζενμπεργκ θύμιζε πρόσφατα, στο περιοδικό «Ατλάντικ», μια χαρακτηριστική ιστορία. Το καλοκαίρι του 2018 το Ιράν υπέφερε από μια μεγάλη (αλλά όχι ασυνήθιστη για την περιοχή) ξηρασία. Ενας ταξίαρχος βγήκε τότε στην τηλεόραση και υποστήριξε ότι υπεύθυνο για την ξηρασία είναι το Ισραήλ που διεξάγει μετεωρολογικό πόλεμο εναντίον του Ιράν, κάνοντας τα σύννεφα που φθάνουν στον ουρανό του να μην μπορούν να φέρουν βροχή. Οι μετεωρολόγοι είχαν τις επιστημονικές τους επιφυλάξεις, αλλά η άποψη του ταξίαρχου επιβλήθηκε. Κατά σύμπτωση, επρόκειτο για τον υπεύθυνο του Οργανισμού Πολιτικής Προστασίας της χώρας – ο οποίος είχε και την αρμοδιότητα, ανάμεσα στις άλλες,  να εμποδίζει ισραηλινούς πράκτορες να διεισδύουν στο Ιράν και να κάνουν σαμποτάζ. Την επομένη της επίθεσης της Χαμάς, στις 7 Οκτωβρίου, ο ταξίαρχος βγήκε ξανά στην κρατική τηλεόραση και πανηγύρισε την επίθεση, δηλώνοντας ότι η υπεροχή των Υπηρεσιών Πληροφοριών του Ισραήλ κατέρρευσε «με τρόπο ανεπανόρθωτο». Είναι παράξενο, λοιπόν, ότι, υπό την ηγεσία του γενναίου αυτού συνωμοσιολόγου, το σύστημα αεράμυνας του Ιράν διαλύθηκε εκ των έσω, διαβρωμένο από ανθρώπους της Μοσάντ;

Η ιστορία είναι γραφική. Αλλά θα μπορούσε να είναι και διδακτική, καθώς ο κόσμος μας, και ειδικά ο κόσμος που ως πρόσφατα είχαμε μάθει να αποκαλούμε «Δύση», μπαίνει σε μια νέα εποχή, απρόβλεπτη, αλλά και από πολλές απόψεις σκοτεινή και δυσοίωνη. Θα μπορούσε, έτσι, το πάθημα της Τεχεράνης να γίνει μάθημα για το Τελ Αβίβ, την Ουάσιγκτον ή τις Βρυξέλες. Για τις δυτικού τύπου δημοκρατίες και συμμαχίες που διατρέχουν τον κίνδυνο να γλιστρήσουν προς την ίδια «παγίδα της δικτατορίας».

Υπερβολικός φόβος; Δείτε τα σημάδια. Ποιοι συνόδευαν τον πρόεδρο Τραμπ στο επινίκιο τηλεοπτικό του μήνυμα; Ενας που ήταν αντίθετος στο χτύπημα, μα δεν τολμά να το πει, ένας που κάτι ξέρει αλλά το κρύβει επιμελώς για να επιβιώσει στο σύστημα εξουσίας κι ένας – τυπικά, υπουργός Αμυνας, μάλιστα – που δεν ξέρει τίποτε απολύτως, που δεν ενημερώθηκε, λένε, καν για το χτύπημα από φόβο μην το διαδώσει πρόωρα σε κάποιο chat group, μα που δεν θα πει ποτέ «όχι» στον πρόεδρο. Ο ευρύτερος προεδρικός κύκλος με αυτά τα κριτήρια έχει επιλεγεί. Αν στην πρώτη θητεία οι συνεργάτες είχαν ρόλο «νταντάδων», επιφορτισμένων να επιτηρούν το προεδρικό νήπιο, τώρα οι συνεργάτες επιλέγονται με κριτήριο τα χαμηλά προσόντα και την υψηλή αφοσίωση. Και όποιος τολμά να αμφισβητήσει τη σοφία του προέδρου λοιδορείται ως scum – αποβράσματα, όπως αποκάλεσε ο Τραμπ τα Μέσα που διατηρούν κάποια ανεξαρτησία κι επιμένουν να κάνουν τη δουλειά τους. Πόσο μακριά είναι το μοιραίο λάθος;

Δείτε και την ατμόσφαιρα στη Χάγη. Ο Μαρκ Ρούτε έστησε μια τελετή εξευμενισμού μιας δύστροπης θεότητας και την ονόμασε σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ και γύρω του ηγέτες μεγάλων και ιστορικών χωρών υποχρεώνονταν, με εξαίρεση τον Σάντσεθ, να διαλέξουν ανάμεσα στον εξευτελισμό και τη σιωπή. Στην προσπάθεια να διατηρηθεί στη ζωή η εταιρική ατλαντική σχέση, η Ευρώπη εμφανίζεται έτοιμη να θυσιάσει την αξιοπρέπειά της σε έναν αμφίβολο ρεαλισμό. Και το ερώτημα δεν είναι μόνο, ποιος και πώς, με ποιο κύρος, θα προλάβει το μοιραίο λάθος. Το ερώτημα είναι, επίσης, πώς, ύστερα από αυτό, οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες και οι ηγέτες τους θα αντισταθούν στο εσωτερικό των χωρών τους στον ανερχόμενο νατιβισμό, σε εκείνους που προτείνουν ως λύση στα προβλήματα της κάθε χώρας και της Ευρώπης συνολικά μια ηγεσία τραμπικού ύφους, με ελάχιστο σεβασμό στους κανόνες και τις διαδικασίες της δημοκρατίας, στα αντίβαρα στην εξουσία τους και στα δικαιώματα των μειοψηφιών.