Αλαλούμ και πάσης αιθούσης
Δέκα νέες ταινίες και μία επανέκδοση σε μια κινηματογραφική εβδομάδα με ποικιλία επιλογών διαφόρων εθνικοτήτων, αλλά εντελώς λάθος προγραμματισμό, όταν παράλληλα διεξάγεται και το 23ο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου. Κρίμα, γιατί κάποιες ταινίες αξίζουν προσοχής

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Ενας τρυφερός στοχασμός πάνω στη σχέση ανθρώπου - μηχανής απορρέει από τη γερμανική ταινία «Ο άντρας των ονείρων μου» (Ich bin dein Mensch / Ι' m your man, 2021) της Μαρία Σράντερ, στην οποία μια επιστήμονας (Μάρεν Εγκερτ) αναλαμβάνει να αξιολογήσει έναν άντρα - ρομπότ κατασκευασμένο ειδικά για να ικανοποιεί τον άνθρωπο που θα τον αποκτήσει. Η επιστήμονας που είναι αρχαιολόγος, θα δει ότι ο γοητευτικός κύριος Τόμας (Νταν Στίβενς) - που θυμίζει αμυδρά τον Πιρς Μπρόσναν στα νιάτα του - την επηρεάζει σε πολλούς τομείς της ζωής της στους οποίους αναγκαστικά θα γίνει συμμέτοχος. Οχι μόνο είναι παρόν σε κάθε τι που την προβληματίζει αλλά έχει και τη λύση του προβλήματος στο πιάτο παρουσιάζοντάς την με φιλικό και πάντοτε ευγενή τρόπο. Φιλικό στην κυριολεξία γιατί συνήθως, κρίνοντας κυρίως από τον αμερικανικό κινηματογράφο (και ένα πρόσφατο παράδειγμα είναι η «M3GAN»), τέτοια ρομπότ μετατρέπονται σε τέρατα και πνίγουν τις ταινίες (προβλέψιμα) στο αίμα. Οχι εδώ. Η Σράντερ θέλει πάνω απ' όλα να κάνει έναν διαλογισμό πάνω στο δύσκολο θέμα με το οποίο καταπιάνεται, οι προθέσεις της είναι ενάρετες, το όραμά της συγκεκριμένο, η διάθεσή της κεφάτη και το σενάριο για να στηρίξει μια υπερβολική αλλά πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα, συμπαγές τόσο όσο χρειάζεται.
Μάχη με τον χρόνο
και τη φτώχεια
Ευαισθησία θα βρει κανείς και στην ταινία «Utama το σπίτι μας» (Utama), από μόνη της κινηματογραφική πρόταση ξεχωριστή, καθότι ταινία από τη Βολιβία - συμπαραγωγή με την Ουρουγουάη και τη Γαλλία και μάλιστα η επίσημη πρόταση της Βολιβίας στην κατηγορία της διεθνούς ταινίας των Οσκαρ. Μέσα σε ένα σχεδόν μαγικό χώρο γυρισμάτων, το αχανές τοπίο της φτωχότερης χώρας της Λατινικής Αμερικής, ο σκηνοθέτης Αλεχάντρο Λοάιζα Γκρίσι σκάβει βαθιά μέσα στην ψυχή των δύο βασικών ηρώων του και βρίσκει μια πηγή συναισθημάτων. Οι ήρωες, ένα ζευγάρι ηλικιωμένων (Χόσε Καλκίνα, Λουίσα Κουίσπε) προσπαθούν να ζήσουν με αξιοπρέπεια και με αντίπαλο τόσο τον χρόνο που κυλά και (αναπόφευκτα) τους γονατίζει, όσο και το κοινωνικό γίγνεσθαι που αγγίζει τα όρια της ένδειας. Η γριά δουλεύει σκληρά στα χωράφια, ο ασθενικός γέρος επιμένει κι αυτός να «είναι εκεί» αλλά προφανώς ο κόπος που καταβάλλει είναι πολύ μεγαλύτερος. Κάποια πράγματα θα αλλάξουν όταν εμφανίζεται το εγγόνι, μια σπίθα ελπίδας ίσως σε μια ταινία ναι μεν κάπως στατική αλλά και πολύ συγκινητική λέγοντας με λιτότητα και με τη δύναμη της εικόνας τα πράγματα όπως ακριβώς είναι.
Χορογραφημένο μακελειό
Μετά το νέο του «The Matrix», ο δεύτερος δημοφιλέστερος ήρωας του Κιάνου Ριβς σε franchise ταινίες είναι βεβαίως ο Τζον Γουίκ, ο Super Number One πληρωμένος δολοφόνος του πλανήτη που στην πρώτη ταινία επανήλθε στην ενεργό δράση όταν του σκότωσαν τον σκύλο του. Από τότε ο Τζόνι θα πρέπει να έχει «φάει» πάνω από εκατομμύριο νοματαίους - για να είμαι ειλικρινής είπα να μετρήσω τα πτώματα στην τέταρτη ταινία, «John Wick, Chapter: 4» (ΗΠΑ / Ιαπωνία, 2023) του Τσαντ Σταχέλσκι αλλά ήταν τόσα πολλά με το καλημέρα κι όλας που όχι μόνο έχασα το μέτρημα αλλά το βαρέθηκα κιόλας. Ομως αυτές ακριβώς οι τέλεια «χορογραφημένες» σκηνές φόνων (πολεμικές τέχνες, πιστόλια, μαχαίρια, σπαθιά κ.ο.κ.) στις οποίες το κεφάλι του αντιπάλου είναι πάντα ο κυρίαρχος στόχος, είναι και το όποιο ατού αυτών των ταινιών. Χωρίς αυτές τις σκηνές δεν υπάρχει ταινία αλλά ειλικρινά δεν είμαι σε θέση να καταλάβω πόσο περισσότερο «γοητευτικές» μπορούν να γίνουν οι ίδιες σκηνές στην τέταρτη ταινία συγκριτικά με την πρώτη.
Η αποδόμηση μιας οικογένειας
Από το Ιράν προέρχεται το οικογενειακό δράμα του Σαέντ Ρουσταγί «Η Λέιλα και τα αδέλφια της» (Baradaran-e Leila, 2022), το οποίο μάλιστα συμμετείχε στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα του τελευταίου Φεστιβάλ των Καννών διεκδικώντας τον Χρυσό Φοίνικα. Από τον τίτλο κιόλας αντιλαμβανόμαστε ότι η Λέιλα (Ταρανέχ Αλιντουστί), η γυναίκα, θα είναι η κυρίαρχη παρουσία ανάμεσα σε ένα απελπιστικά ανδροκρατούμενο περιβάλλον, τους τέσσερις αδελφούς της (Ναβίντ Μοχαμαντζαντέχ, Πέιμαν Μααντί, Φαρχάντ Ασλανί, Μοχαμάντ Αλί Μοχαμαντί), όλοι χαϊβάνια, όλοι με οικονομικά προβλήματα, όλοι στην απραξία και όλοι μαζί στο ίδιο σπίτι, των γονιών τους, αφού δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν. Η κατάσταση είναι οριακά κωμική δηλαδή. Κομβικό σημείο της ιστορίας οι χρυσές λίρες που είχε κρυμμένες ο πατέρας τους (Σαέντ Πουρσαμιμί), τις οποίες εκείνος θέλει να αξιοποιήσει για να αποκτήσει την τιμή στο σόι του (εξαγοράζοντάς την παρακαλώ!) ενώ οι αδελφοί τις θέλουν για να ιδρύσουν μια δική τους επιχείρηση που όλα δείχνουν ότι θα πάει στράφι. Ολα τα παραπάνω γεμίζουν με πολλές λεπτομέρειες τη διάρκειας δύο ωρών και 45 λεπτών ταινία, που έχει κάποιες ενδιαφέρουσες στιγμές χάρη στο νατουραλιστικό παίξιμο των ηθοποιών. Ομως κι εδώ βλέπεις ότι το θέμα πολύ σύντομα εξαντλείται, ο Ρουσταγί εμμένει στις λεπτομέρειες ενώ η ουσία δεν είναι σε αυτές, η ίδια ταινία θα «καθόταν» μέσα σου αν ήταν πιο σφιχτή ή - πιθανόν - αν είχε άλλο σκηνοθέτη, για παράδειγμα τον Ασγκάρ Φαραντί («Ενας ήρωας», «Ο εμποράκος» κ.ά.).
Μελό και απολογίες
Η δεύτερη αμερικανική παραγωγή της εβδομάδας τιτλοφορείται «Μια απροσδόκητη σχέση» (Α good person, ΗΠΑ, 2023) και είναι ένα επίσης παρατραβηγμένο, παλιομοδίτικο και σίγουρα όχι απροσδόκητο μελόδραμα, με την εξαίρεση ίσως του πρώτου δεκαλέπτου. Κεντρικό πρόσωπο μια γυναίκα (Φλόρενς Πιου) εθισμένη στην οξυκοδώνη την οποία παίρνει για να συνέλθει από το τροχαίο δυστύχημα που εξαιτίας της κόστισε τη ζωή δύο ανθρώπων και την καταστροφή της δικής της. Από πολύ νωρίς αντιλαμβάνεσαι το ψυχολογικό αδιέξοδο στο οποίο αυτή η γυναίκα βρίσκεται και από πολύ νωρίς ο σκηνοθέτης Ζακ Μπραφ δείχνει αμήχανος στον χειρισμό του. Ενώ αναζητεί «τη δόση της», η κοπέλα θα έρθει σε επαφή με ανθρώπους που είχαν σχέση με τους νεκρούς (τον γερο-Μόργκαν Φρίμαν, πρώην αστυνομικό, την εγγονή του - Σελέστ Ο' Κόνορ) και θα αρχίσει να ζητάει σε όλους συγγνώμη κλαίγοντας ξανά και ξανά και ξανά. Με άλλα λόγια η οικονομία που χρειαζόταν αντικαθίσταται όχι μόνο από τα αυτονόητα αλλά και από τη επανάληψή τους.
«Παιχνίδι» με τον χρόνο
Παρακολουθώντας τα «Φαντάσματα της επανάστασης» (Ελλάδα / Ιταλία, 2022) του Θάνου Αναστόπουλου, νιώθεις την παιχνιδιάρικη ευαισθησία με την οποία ο σκηνοθέτης της «Κόρης» και της «Τελευταίας παραλίας» αντιμετωπίζει τον χρόνο, την ελληνική Ιστορία, τη σχέση της Ευρώπης με την Επανάσταση του 1821, ακόμα και το ίδιο το σινεμά. Ως σύνολο η ταινία έχει κάποιες σεναριακές αδυναμίες, αν όμως όντως τη δεχθούμε σαν ένα ευαίσθητο παιχνίδι, σαν θαμώνες μιας παράστασης ταχυδακτυλουργικών τρικ, τις προσπερνάμε. Με φόντο το κοσμοπολίτικο ευρωπαϊκό λιμάνι όπου κάποιοι άνθρωποι, όχι και τόσο γνωστοί όσο άλλοι, πάλευαν κάποτε για την ιδέα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 (παράδειγμα ο πλούσιος μεγαλοαστός μπον βιβάν και «κορτάκιας» Δημήτριος Καρτσιώτης τον οποίο υποδύεται χαμηλότονα αλλά με έντονη σκηνική παρουσία ο Γιώργος Χωραφάς), ο Αναστόπουλος προσπαθεί να ενώσει τις ψηφίδες ενός παζλ μέσα στο οποίο το παρελθόν «κυκλοφορεί» με άνεση δίπλα στο παρόν και ηγετικές μορφές όπως ο Ναπολέοντας ή ο Ρήγας Φεραίος στέκονται δίπλα σε πρόσωπα καλυμμένα από τις μάσκες του Covod-19. Είναι φαντάσματα του ένδοξου παρελθόντος; Είναι πρόσωπα της ταινίας για τον Φεραίο που ένας σκηνοθέτης (Νίκος Γεωργάκης) γυρίζει στην Τεργέστη; Ποιος ξέρει. Πάντως το παλιό και το σύγχρονο γίνονται τελικά ένα κάτω από τη σκιά της μεγάλης ιδέας σε ένα αν μη τι άλλο ενδιαφέρον εγχείρημα που στηρίζεται στη σκέψη (παίζουν επίσης οι Πηνελόπη Τσιλίκα, Θεοδώρα Τζήμου κ.ά.)
Υμνος στην κακογουστιά
Στην ακριβώς απέναντι όχθη των «Φαντασμάτων της επανάστασης», ο Στράτος Μαρκίδης με την «κωμωδία» «Στο τέλος ξυρίζουν τον γαμπρό» (Ελλάδα, 2023) ακολουθεί κατά γράμμα τη συνταγή των προηγούμενων ταινιών του (ενδεικτικά «Λάρισα εμπιστευτικό», «Ι love Karditsa») και χωρίς ιδιαίτερες σκέψεις, καταθέτει έναν ύμνο προς την τσαπατσουλιά και την κακογουστιά. Βιντεοκασέτες με τον Στάθη Ψάλτη και τον Νίκο Παπαναστασίου έχουν καλύτερη αισθητική συγκρινόμενες με αυτήν την ταινία στην οποία οι ηθοποιοί αγωνίζονται να στηρίξουν μια νηπιακού περιεχομένου ιστορία (κάπου είναι κρυμμένες χρυσές λίρες και οι πάντες προσπαθούν να τις ανακαλύψουν) και να βγάλουν γέλιο με προχειρογραμμένες ατάκες, ανεπανάληπτες «μούτες» και συμπεριφορές που θυμίζουν σχολική παράσταση (παίζουν: Ελένη Καστάνη, Γιάννης Τσιμιτσέλης, Ναταλία Δραγούμη κ.ά.)
Προβάλλονται επίσης
Ιδέες από ταινίες όπως το horror cult «Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι» αναζητούν χώρο για να αναπτυχθούν στην κατεστραμμένη από πλημμύρα περιοχή της Αργεντινής όπου η ταινία των Λουτσιάνο και Νίκολας Ονέτι «Οι ξεχασμένοι» (Los olvidados, Αργεντινή / Νέα Ζηλανδία, 2017) γυρίστηκε. Ανθρωπόμορφα τέρατα με τα πρόσωπα καλυμμένα από εφιαλτικές μάσκες καταδιώκουν τα μέλη ενός συνεργείου που βρίσκεται εκεί για να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ και αυτό σημαίνει ότι ρόπαλα με καρφιά προσγειώνονται σε κεφάλια, πόδια κόβονται κ.ο.κ. Κάποιες αρετές όπως ο σκηνικός χώρος και η φωτογραφία ξεχωρίζουν αλλά κατά τα άλλα έχεις ξαναδεί την ταινία άπειρες φορές σε άλλες τοποθεσίες.
Μια συνωμοσία για την καταστροφή των πασχαλινών αβγών με εγκέφαλο ένα αντιδραστικό κουνέλι που καθοδηγεί μια συμμορία αλεπούδων είναι το πρωτότυπο θέμα των γερμανικών κινουμένων σχεδίων «Τα αβγά και τα πασχάλια» (Rabbit Academy / Die Häschenschule - Der große Eierklau, 2022) των οποίων ο χαρακτήρας συνάδει με το πνεύμα των ημερών. Σκηνοθεσία: Ούτε Φον Μούνχαου - Πολ.
Υπάρχει ακόμα μια ελληνική ταινία, το «Broken circle» του Δημήτρη Κατή και η αναφορά ότι επίσης προβάλλεται αρκεί γιατί με το που άκουσα την αφήγηση της αρχής, με τον αφηγητή να μιμείται α λα ελληνικά τον Ιαν Μακ Κέλεν στους «Αρχοντες των δαχτυλιδιών», σταμάτησα να τη βλέπω - σοβαρολογώ ήταν αδύνατον.
Τέλος, μέσα σ' όλα και μια επανέκδοση, το κύκνειο άσμα του Πιερ Πάολο Παζολίνι «Σαλό 120 μέρες στα Σόδομα» (Salo, Ιταλία/ Γαλλία, 1975), ένα κινηματογραφικό δοκίμιο πάνω στο τέρας του φασισμού αλλά και μια ταινία που κάθεται σαν το κερασάκι στον αλαλούμ προγραμματισμό που επικρατεί αυτή την εβδομάδα στις αίθουσες οι οποίες κάνουν ό,τι μπορούν για την αυτοκαταστροφή τους.
