Βγήκε το «Τenet», η νέα ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν στις κινηματογραφικές αίθουσες και θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το φιλί του πρίγκιπα στην Ωραία Κοιμωμένη: ξύπνησε τον κινηματογράφο από τον λήθαργο στον οποίο είχε βυθιστεί λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Επιτέλους ένα νέο χολιγουντιανό blockbuster που έδινε κίνητρο στους σινεφίλ να περιμένουν, έστω και μασκοφορεμένοι, στην ουρά τηρώντας τις δέουσες αποστάσεις. Οι εισπράξεις κατά το πρώτο Σαββατοκύριακο έφτασαν τα 53 εκατ. δολάρια, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν λόγο να πανηγυρίζουν. Κι αυτό διότι το «Tenet» μπορεί να προβλήθηκε σε 41 χώρες, αλλά όχι στη χώρα παραγωγής του, καθώς οι αίθουσες παραμένουν κλειστές στις περισσότερες πολιτείες λόγω των μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας.
Το δεύτερο χτύπημα στην αμερικανική κινηματογραφική βιομηχανία – πέραν του ότι απουσίασαν οι ΗΠΑ από την πρεμιέρα – είναι ότι το «Tenet» δεν κατάφερε να βρεθεί στην κορυφή των εισπράξεων παγκοσμίως κατά το πρώτο Σαββατοκύριακο προβολής του. Το ξεπέρασε η κινεζική πατριωτική πολεμική ταινία «The Eight Hundred», αφού σε αντίθεση με τις ΗΠΑ οι περισσότερες από 70.000 κινηματογραφικές αίθουσες της Κίνας επαναλειτουργούν, επιτρέποντας στις εισπράξεις να φτάσουν τα 69 εκατ. δολάρια. Το γεγονός αυτό έκανε την πολιτιστική υπερδύναμη να δείχνει σαφώς ευάλωτη. Ποιος τολμούσε κατά τον προηγούμενο αιώνα – δηλαδή πριν από δύο δεκαετίες – να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στην ποπ κουλτούρα; Αν δεν συνέβαινε εκεί, ήταν σαν μην είχε συμβεί ποτέ. Ο,τι και να παραγόταν στην τηλεόραση, τη μουσική ή τον κινηματογράφο από μια χώρα εκτός ΗΠΑ συγκριμόταν με τις αμερικανικές παραγωγές και αποδεικνυόταν ανίκανο να διεισδύσει στη διεθνή αγορά με τη δυναμική ενός αμερικανικού προϊόντος, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όπως οι ΑBBA ή η «Αμελί», που μοιάζουν με σταγόνα στον ωκεανό.
Εδώ και καιρό ωστόσο έχει ανοίξει η συζήτηση σχετικά με το αν πλησιάζει το τέλος εποχής της κυριαρχίας των ΗΠΑ και αν η πανδημία του κορωνοϊού είναι ένα ακόμη – ίσως και το τελευταίο – καρφί στο φέρετρό της. Δεν είναι μόνο η πανδημία που φαίνεται πως πλήττει την υπερδύναμη στην άλλη ακτή του Ατλαντικού. Είναι η οικονομική παρακμή, οι κοινωνική ανισότητα και οι φυλετικές διακρίσεις που έχουν καταστήσει το αμερικανικό όνειρο νεκρό.
ΣΤΑ ΟΣΚΑΡ. Το κλίμα άλλωστε είχε αρχίζει να αλλάζει ήδη πριν από την εμφάνιση της πανδημίας, όταν για πρώτη φορά μια μη αγγλόφωνη παραγωγή – τα «Παράσιτα» – κέρδισε το Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Γεγονός που δεν χαροποίησε καθόλου τον πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος αναρωτιόταν «Τι στην ευχή έγινε;» και πήρε το Οσκαρ μια ταινία από τη Νότια Κορέα. Ακόμη και πριν από τα «Παράσιτα» μόνο ένας Αμερικανός έχει κερδίσει το Οσκαρ Καλύτερου Σκηνοθέτη την τελευταία δεκαετία, ο Ντέμιαν Σαζέλ για το «La La Land». Τις υπόλοιπες χρονιές οι νικητές ήταν από το Μεξικό, την Ταϊβάν ή την Ευρώπη. Παράλληλα οι αμερικανικές ιστορίες στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση συχνά τοποθετούνται σε κόσμους φαντασίας («Star Wars», «Game of Thrones») ή αποτελούν νοσταλγικά ταξίδια στη χρυσή εποχή του 20ού αιώνα, όπως το «Stranger Things».
Οι μόνες «ζωντανές» περιοχές του σύγχρονου πολιτισμού των ΗΠΑ φαίνεται να είναι κι εκείνες που παραδοσιακά υποεκπροσωπούνται και άπτονται των Αφροαμερικανών, των δικαιωμάτων των γυναικών, της κριτικής απέναντι στο κράτος. Η συνολική εικόνα αντικατοπτρίζει μια πραγματικότητα στην οποία δεν υπάρχει πλέον χώρος για την προβολή του αμερικανικού ονείρου. Κι όλα αυτά σε μια εποχή που η παγκοσμιοποίηση άρχισε να δείχνει σθεναρά ότι έχει δύο όψεις, με άμεση συνέπεια οι ΗΠΑ να καλούνται όχι μόνο να επιδράσουν, αλλά και να δεχτούν επιδράσεις.
ΟΙ ΠΛΑΤΦΟΡΜΕΣ STREAMING. Στη μικρή οθόνη, η άνοδος των πλατφορμών streaming έδωσε στο παγκόσμιο κοινό περισσότερη πρόσβαση σε παραγωγές εκτός Αμερικής με τη γλώσσα πλέον να παύει να λειτουργεί ως εμπόδιο. Στο παρελθόν όταν σειρές είχαν επιτυχία επί παραδείγματι στο ισπανόφωνο κοινό, οι Αμερικανοί έπαιρναν τα δικαιώματα και τις ξαναγύριζαν με τη δική τους αισθητική στις ΗΠΑ. Το Netflix όμως έδωσε σε πολλές τοπικές παραγωγές την ευκαιρία να γίνουν παγκόσμιες επιτυχίες, ενώ ταυτοχρόνως αναζωογόνησε τις τοπικές βιομηχανίες παράγοντας τηλεοπτικά προϊόντα σε περιφερειακό επίπεδο.
Αντίστοιχη ισοπέδωση υπέστη και η μουσική βιομηχανία από τις υπηρεσίες streaming. Τις προηγούμενες δεκαετίες, οι ΗΠΑ κατείχαν τις περισσότερες από τις μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες και το MTV και η διείσδυση σε αυτή την αγορά ήταν απαραίτητη για όποιον ήθελε να πει ότι πέτυχε.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι το μουσικό βίντεο με τις περισσότερες προβολές στο YouTube, περί τα 7 δισ., είναι το «Despacito» του Λουίς Φόνσι – το πρωτότυπο στα ισπανικά και όχι η αγγλική εκδοχή του με τον Τζάστιν Μπίμπερ. Χάρη στο Διαδίκτυο, τα κάποτε περιφερειακά είδη, όπως το K-pop ή το reggaeton, αποτελούν πλέον μέρος του παγκόσμιου μουσικού διαλόγου. Οι τοπικοί αστέρες αποκτούν διεθνές κοινό και οι αμερικανοί συνάδελφοί τους επιδιώκουν συνεργασίες μαζί τους.
H κυριαρχία στην παγκόσμια αγορά – στον κινηματογράφο επί παραδείγματι τα εισιτήρια από τις χώρες εκτός ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν έως και το 70% των εσόδων του Χόλιγουντ – ωστόσο επιφέρει και ορισμένους συμβιβασμούς ώστε και να καταφέρεις να κρατήσεις το κοινό σου και να επιβληθείς επί των αντιπάλων σου, που στην περίπτωση των ΗΠΑ είναι η Κίνα, η οποία και έχει εξελιχθεί στη δεύτερη μεγαλύτερη κινηματογραφική επικράτεια παγκοσμίως. Για τον λόγο αυτό οι αμερικανικές παραγωγές επιχειρούν από τη μία να εντάξουν στο δυναμικό τους, έστω και σποραδικά, κινέζους ηθοποιούς, ενώ παράλληλα προσέχουν όλο και περισσότερο να μην προσβάλλουν το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα της χώρας, το οποίο ελέγχει ποιες ξένες ταινίες θα προβληθούν και για πόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Κάτι που μεταφράζεται σε «μαχαίρι» σε ζητήματα όπως τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ, το Θιβέτ, η Ταϊβάν… Ουσιαστικά σε οτιδήποτε πολιτικό. Συνέπεια αυτού είναι το περιεχόμενο των ταινιών του Χόλιγουντ να μην υπαγορεύεται πλέον από την αμερικανική ελεύθερη έκφραση, αλλά από την αυτολογοκρισία.
ΚΙΝΕΖΙΚΑ ΜΠΛΟΚΜΠΑΣΤΕΡ. Η Κίνα από την πλευρά της παράγει τα δικά της blockbusters, όχι λιγότερο εξελιγμένα και πολύ πιο συναφή με τα ενδιαφέροντα του εγχώριου πληθυσμού, όπως γίνεται σαφές από την επιτυχία του «Eight Hundred» που πραγματεύεται την υπόθεση ηρωικών κινέζων μαχητών, οι οποίοι αντιστέκονται σε ξένους εισβολείς. Το 2019, για πρώτη φορά, τέσσερις από τις 20 κορυφαίες ταινίες με τα υψηλότερα κέρδη παγκοσμίως ήταν κινεζικές και προβλήθηκαν σχεδόν εξ ολοκλήρου στην Κίνα, καθώς η χώρα δεν είναι έτοιμη να ασκήσει επιρροή στο εξωτερικό, αλλά, όπως φαίνεται, είναι όλα θέμα χρόνου. Τον περασμένο μήνα, η κινεζική κυβέρνηση εξέδωσε οδηγία με την οποία ενθαρρύνει την παραγωγή εγχώριων ταινιών επιστημονικής φαντασίας ως πατριωτική επιτακτική ανάγκη.
Είναι ίσως λίγο νωρίς να κάνουμε προβλέψεις για την κατάρρευση της Αμερικής από τον θρόνο που ηγέτη της ποπ κουλτούρας. Ας μην ξεχνάμε ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να διατηρούν το μονοπώλιο στα μέσα παραγωγής και διανομής, όπως και στα κινηματογραφικά στούντιο που περιλαμβάνουν τις περισσότερες πλατφόρμες streaming και μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως είναι τα Netflix, Amazon Prime Video, HBO, Apple TV +, Disney +, YouTube, Facebook και Spotify (σουηδικής ιδιοκτησίας με έδρα στις ΗΠΑ).
Αν όμως ο συντηρητισμός, ο εθνικισμός και ο αδίστακτος οπορτουνισμός συνθέτουν το μέλλον της Αμερικής, ο υπόλοιπος κόσμος μπορεί να αποφασίσει ότι θα ζήσει χωρίς αυτήν. Εάν η Αμερική έχει σταματήσει να πιστεύει στο αμερικανικό όνειρο, γιατί θα πρέπει να συνεχίσουν οι υπόλοιποι;
- Η ανάρτηση της Μ. Καρυστιανού για τα Χριστούγεννα: Αυτές οι Άγιες Ημέρες ας γαληνέψουν κάθε πόνο και ας σβήσουν κάθε αδικία
- Εντάσσονται στο ΕΣΠΑ έργα αντιπλημμυρικής προστασίας στην Αττική ύψους 18,5 εκατ. ευρώ
- Χριστούγεννα στο Παίδων «Αγία Σοφία»: Μουσική, χαμόγελα και κάλαντα στους διαδρόμους του νοσοκομείου (video)







