Η έξαρση της ισλαμιστικής εθνικιστικής ιδεολογίας που προωθούν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και οι οπαδοί του δεν είναι κάτι που θα έπρεπε να εκπλήσσει όσους γνωρίζουν και μπορούν – βγαίνοντας από τα περιχαρακώματα της επικρατούσας, σε διάφορους και διαφορετικών πολιτικών αποχρώσεων κύκλους, «νεογιάπικης» προσέγγισης των πραγμάτων (μίας προσέγγισης, δηλαδή, η οποία στηρίζεται σε δήθεν εκ των έσω γνώση των παγκόσμιων τεκταινομένων χάρη σε επαφές με πραγματικά ή υποτιθέμενα διεθνή κέντρα λήψης αποφάσεων, και η οποία εν πολλοίς συνοδεύεται από μία αλαζονική αδιαφορία για την εις βάθος γνώση και διερεύνηση αυτών που διαδραματίζονται δίπλα μας) – να αναλύουν την εργαλειοποίηση συμβόλων και της ιστορίας σε συγκεκριμένα κοινωνικοπολιτισμικά περικείμενα. Η επιλεκτική συγγραφή/αφήγηση της ιστορίας και του πολιτισμού είναι συνήθης πρακτική σχεδόν κάθε τύπου εθνικισμού σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου, κατά καιρούς και της Ελλάδας και των γειτόνων της μη εξαιρουμένων. Ως προς την Τουρκία, εν προκειμένω, αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι ήδη ο ταγός της εκσυγχρονιστικής της πορείας και νυν αποδιοπομπαίος τράγος του ερντογανικού ισλαμισμού, ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, είχε εφαρμόσει ένα προπαγανδιστικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα που προωθούσε την ιδέα ότι οι Τούρκοι ήταν απόγονοι των Χετταίων, από τη γλώσσα των οποίων μάλιστα προήλθε η ελληνική, και, ως εκ τούτου, αυτοί ήταν οι ιστορικά νόμιμοι κληρονόμοι της Μικράς Ασίας, ενώ τα ελληνικά είναι παρακλάδι των αρχαίων τουρκικών/χεττιτικών.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ